Ο κύριος της ιστορίας μας είχε ένα φοβερό πάθος στην ζωή του. Αγαπούσε υπερβολικά ένα φαγητό: Τα βραστά φασόλια! Του άρεσαν πολύ, αλλά του δημιουργούσαν μια μάλλον προσβλητική για τους άλλους αντίδραση, που παράλληλα τον έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση.
Κάποτε συνάντησε μια όμορφη κοπέλα και την ερωτεύθηκε. Όταν ήταν προφανές ότι η σχέση τους οδηγούσε σε γάμο, σκέφτηκε ότι δεν θα ήταν δυνατόν να προχωρήσουν σε μια τέτοια ενέργεια αν δεν έκανε κάτι πάνω στο πάθος που τον είχε κυριεύσει. Έτσι, αποφάσισε να κάνει την ύστατη θυσία: Εγκατέλειψε τα φασόλια!
Λίγους μήνες αργότερα, καθώς γύριζε από την δουλειά, το αυτοκίνητό του χάλασε. Καθώς η δουλειά του ήταν εκτός πόλης, έπρεπε να περπατήσει αρκετά πριν μπορέσει να φτάσει στο σπίτι του και τηλεφώνησε για να ειδοποιήσει την γυναίκα του ότι θα αργούσε λιγάκι παραπάνω εκείνο το απόγευμα.
Όταν πέρασε έξω από ένα τοπικό μικρό εστιατόριο, το μαγευτικό άρωμα των βραστών φασολιών πλημμύρισε την μύτη του. Καθώς είχε ακόμη αρκετά χιλιόμετρα να περπατήσει, σκέφτηκε ότι με το περπάτημα, οι δυσάρεστες παρενέργειες των φασολιών θα είχαν εξασθενήσει φτάνοντας στο σπίτι. Μπήκε λοιπόν μέσα και έφυγε μόνο όταν είχε φάει τρία σπέσιαλ μεγάλα πιάτα από το αγαπημένο του φαγητό. Σε όλη την διάρκεια του περπατήματός του, συνεχώς άφηνε πίσω του χαρακτηριστικά την μυρωδιά του.
Τις αμόλαγε συνεχώς στην ανηφόρα και στην κατηφόρα και θα έλεγε κανείς ότι σημάδευε τον δρόμο πίσω του. Όταν, λοιπόν, έφτασε έξω από την πόρτα του, ένιωσε αρκετά ασφαλής και εκτονωμένος. Η γυναίκα του άνοιξε την πόρτα και του φάνηκε ότι ήταν κάπως ξαναμμένη. Του εξήγησε ότι του είχε την πιό απίθανη έκπληξη για το βραδινό του φαγητό και ότι η καθυστέρησή του δεν ήταν τίποτα εμπρός σε αυτό που θα του σερβίριζε!
Του πέρασε ένα μαντήλι γύρω από τα μάτια και τον οδήγησε στην καρέκλα στο κεφάλι του τραπεζιού και του ζήτησε να της υποσχεθεί ότι δεν θα κρυφοκοίταζε.
Ακριβώς εκείνη την στιγμή, ένιωσε μια πίεση στο εσωτερικό της κοιλιάς του, να κατεβαίνει προς τα κάτω. Την ώρα που η γυναίκα του ετοιμαζόταν να του βγάλει το μαντήλι και να του εμφανίσει την έκπληξη, το τηλέφωνο χτύπησε. Τον υποχρέωσε να της ξαναϋποσχεθεί ότι δεν θα κρυφοκοίταζε μέχρις ότου γυρίσει από το τηλέφωνο και πήγε να απαντήσει. Όσο εκείνη έλειπε, άδραξε την ευκαιρία, στήριξε το βάρος του στο ένα πόδι και την άφησε να φύγει. Δεν ήταν μόνο δυνατή αλλά βρωμούσε και σαν χαλασμένο αυγό. Ακόμη και ο ίδιος δυσκολεύτηκε να ανασάνει και γι αυτό, πηρε την χαρτοπετσέτα του και άρχισε να την κινεί γύρω του, ανακινώντας τον αέρα.
Μόλις είχε αρχίσει να νιώθει πιό καλά όταν μια ακόμη βιαστική εμφανίστηκε. Σήκωσε το πόδι του και ππρρρρρρρρρρρρτ, την άφησε ελεύθερη. Ακούστηκε σαν ντηζελομηχανή που αγκομαχούσε στην ανηφόρα και βρωμούσε ακόμη χειρότερα. Αρχισε να κουνά τα χέρια του τριγύρω, ελπίζοντας ότι η μυρωδιά θα αραίωνε, όταν η γυναίκα του θα επέστρεφε από το τηλέφωνο. Η κατάσταση άρχισε να επανέρχεται στο φυσιολογικό όταν την ξανάνιωσε.. Στηρίχτηκε στο άλλο πόδι του και την ελευθέρωσε. Αυτή ήταν πραγματικά φαρμακερή! Τα παράθυρα έτριξαν, τα πιάτα στο τραπέζι ταρακουνήθηκαν και ένα λεπτό αργότερα τα λουλούδια στο βάζο είχαν μαραθεί. Καθώς προσπαθούσε να κρατάει και τον νού του στην κουβέντα της γυναίκας του που βρισκόταν στο χωλ και κρατώντας την υπόσχεσή του να μην κρυφοκοιτάξει όση ώρα απουσίαζε, πέρασε το επόμενο δεκάλεπτο κλάνοντας και κουνώντας τα χέρια του με την χαρτοπετσέτα.
Όταν άκουσε τους τηλεφωνικούς αποχαιρετισμούς, πράγμα που σήμαινε ότι το τηλεφώνημα έφτανε στο τέλος του, προσεκτικά δίπλωσε την χαρτοπετσέτα του και την άφησε δίπλα στο πιάτο του, στο σημείο που βρισκόταν από την αρχή. Χαμογελώντας συγκαταβατικά, ήταν η εικόνα της αθωότητας, όταν η γυναίκα του μπήκε στο δωμάτιο.
Ζητώντας συγνώμη που άργησε τόσο πολύ στο τηλέφωνο, τον ρώτησε αν είχε κρυφοκοιτάξει στο τραπέζι και όταν βεβαιώθηκε ότι δεν είχε κάνει ζαβολιά, εκείνη τράβηξε το μαντήλι και φώναξε :
Εκπληξη!
Με ένα μεγάλο σοκ και με τρόμο, ανακάλυψε ότι δώδεκα άτομα ήταν καθισμένα γύρω από το τραπέζι, μαζεμένοι για το γενέθλιο πάρτυ του!
Ένας Έλληνας τρώει ήσυχα-ήσυχα το δείπνο σε ένα εστιατόριο, όταν ένας τυπικός Αμερικάνος τουρίστας, μασώντας προκλητικά τσίχλα, έρχεται και κάθεται απροσκάλεστος δίπλα του.
Ο Έλληνας τον αγνοεί, και ο Αμερικάνος δυσαρεστημένος, ξεκινάει την παρακάτω κουβέντα.
Αμερικάνος:
- Τρώτε ολόκληρο το ψωμί, εσείς οι Έλληνες;
Έλληνας (βαριεστημένος):
- Φυσικά.
Αμερικάνος:
- Εμείς όχι. Τρώμε μόνο το εσωτερικό, το εξωτερικό το βάζουμε σε ένα κοντέινερ, το ανακυκλώνουμε, το κάνουμε κρουασάν και τα πουλάμε στους Έλληνες.
Ο Έλληνας ακούει ατάραχος.
Αμερικάνος:
- Τρώτε μαρμελάδα εσείς οι Έλληνες;
Έλληνας:
- Φυσικά.
Αμερικάνος:
- Εμείς πάλι όχι . Τρώμε φρέσκα φρούτα. Τα υπολείμματα, κουκούτσια, φλούδες κλπ, τα βάζουμε σε ένα κοντέινερ, το ανακυκλώνουμε τα κάνουμε μαρμελάδα και τα πουλάμε στους Έλληνες.
Αταραχος ο Έλληνας τον ακούει δίχως να μειδιάσει. Και ρωτά με τη σειρά του.
Έλληνας:
- Τα προφυλακτικά τι τα κάνετε αφού πηδήξετε;
Αμερικάνος:
- Τα πετάμε φυσικά.
Έλληνας:
- Εμείς όχι. Τα βάζουμε σε ένα κοντέινερ, το ανακυκλώνουμε, τα κάνουμε μαστίχες και τα πουλάμε στους Αμερικάνους.
Ο τύπος είχε χρόνια πρόβλημα: Δεν μπορούσε να έχει στύση. Πάει στο γιατρό, που μετά από πολλές εξετάσεις, έβγαλε διάγνωση.
- Έχω και καλά και κακά νέα, του λέει. Τα κακά νέα είναι ότι οι
Μύες του πέους σου έχουν εκφυλιστεί και δεν υπάρχει θεραπεία
Μετά από το πρώτο σοκ, ο τύπος ξαναβρίσκει την ψυχραιμία του και ρωτάει:
- Και ποια είναι τα καλά νέα;
- Υπάρχει μια πειραματική θεραπεία, αλλά χωρίς εγγυήσεις. Μεταμοσχεύουμε στο πέος τους μύες απ την προβοσκίδα νεαρού ελέφαντα. Τι λες; Θα το επιχειρήσεις;
- Δεν έχω να χάσω και τίποτα, λέει ο τύπος, και η σκέψη ότι θα περάσω όλη μου τη ζωή, χωρίς να μπορώ να κάνω έρωτα, με ενοχλεί αφόρητα.
Θα προχωρήσουμε!
Ο γιατρός κάνει την επέμβαση και σε μερικές βδομάδες, ο τύπος
Πάει με τη φιλενάδα του σε ένα εστιατόριο, να γιορτάσουν για το
Καινούργιο
Απόκτημά του.
Μόλις καθίσανε στο τραπέζι, νοιώθει μια ενόχληση ανάμεσα στο
Πόδια του, που προοδευτικά χειροτερεύει, μέχρι που γίνεται επώδυνη.
Ξεκουμπώνει το παντελόνι του, για να ανακουφιστεί λιγάκι. Ξαφνικά το πέος του, ελεύθερο πλέον, βγαίνει απ το παντελόνι,
Ανεβαίνει στο τραπέζι, αρπάζει ένα ψωμάκι και επιστρέφει στη θέση
Του.
Wow! λέει έκθαμβη η φιλενάδα. Εντυπωσιακό! Μπορείς να το
Ξανακάνεις;
- Πιθανόν! λέει αυτός, με γουρλωμένα μάτια, αλλά αμφιβάλλω αν χωράει κι άλλο ψωμάκι στον κώλο μου!
Κάποιος κατεβάζει τον αγλέουρα πίσω από την βιτρίνα ενός εστιατόριου. Στο πεζοδρόμιο περνάει ένας Αλβανός, τον βλέπει να τρώει και τρέχουν τα σάλια του. Βλέπει ο γευματίζων τον Αλβανό και του κάνει νόημα να μπει μέσα. Μόλις πλησιάζει τον ρωτάει:
- Ρε φίλε, τι συμβαίνει και κάθεσαι εκεί και μετράς τις μπουκιές μου;
- Να αφεντικό, τι να σου κάνω... Έεεχω τρεις μέρες να φάω..
- Α, γι αυτό στενοχωριέσαι; του λέει ο άλλος, μη φοβάσαι και αυτό αντιμετωπίζεται εύκολα...
Φωνάζει το γκαρσόνι και του λέει να φέρει μια μεγάλη κανάτα νερο. Το γκαρσόνι την φέρνει, γεμίζει αυτός ένα ποτήρι και λέει στον Αλβανό να πιει...
- Μα αφεντικό, λέει αυτός, εεεγω δεν διψάω... πεινάω...
- Ρε, πιες που σου λέω, του λέει ο άλλος, θα δεις... θα σου κάνει καλό.
Ο Αλβανός τι να κάνει, κατεβάζει το ποτήρι, κι εξακολουθεί να κοιτάζει τον δικό μας με πεινασμένο βλέμμα...
- Εντάξει είσαι τώρα; ρωτάει αυτός.
- Τι Εντάξει αφεντικό, λέει αυτός, αφού σου λέω... Δεν διψάω... Πεινάααω..
- Καλά... Πιες ακόμη ένα, και του δίνει και δεύτερο ποτήρι.
Τι να κάνει ο δικός σου, κατεβάζει και το δεύτερο.
Ο άλλος τον ξαναρωτάει:
- Εντάξει τώρα;...
- Όχι αφεντικό, σου είπα, δεν διψάω... Πεινάω, απαντάει ο τύπος... κάπως αδύναμα.
- Α φιλαράκο, εσύ νομίζω πως έχεις πρόβλημα, πιες άλλα δυο ποτήρια... και τον υποχρεώνει να πιει αλλά δυο...
Τα πίνει ο Αλβανός και... Κοντεύει να σκάσει απ το νερό...
- Τώρα ρε μεγάλε τι γίνεται; ρωτάει ο πρώτος.
- Τι να γίνεται αφεντικό; απαντάει αυτός βαριανασαίνοντας και με την κοιλιά του να έχει γίνει σαν... Μπαλόνι,... δεν βλέπεις;... Ωωχ... κοντεύω να σκάσω...
- Ωραία, τώρα θες να φας κάτι;
- Αστειεύεσαι αφεντικό; Τι να φάω τώρα μ αυτό το χαλί...
- Ε είδες ρε μπαγάσα, λέει ο άλλος θριαμβολογώντας, είδες που σου έλεγα; Εσύ χρυσέ μου δεν πεινούσες, διψούσες...