Είναι 2 πούστηδες στην εθνική οδό και τρέχουν με 100 χιλιόμετρα την ώρα. Ξάφνου από μια στροφή πετάγεται μια νταλίκα και από τύχη χτυπάει λίγο το αμάξι τους. Βγαίνει από τη νταλίκα ο νταλικέρης και ζητάει χιλιάδες συγνώμη, μα ο ένας απο τους πούστηδες φωνάζει:
– Ρούλη, Ρούλη φώναξε τώρα αμέσως την αστυνομία. Εκείνη τη στιγμή ο νταλικέρης λέει στον πούστη ότι αν δεν φωνάξει τους μπάτσους θα του έδινε 100.000. Μα ο πούστης συνέχιζε:
– Ρούλη, Ρούλη φώναξε τώρα αμέσως την αστυνομία. Ο νταλικέρης συνεχίζει:
– Συγνώμη κύριέ μου. Θα σας δώσω 500.000 δρχ., μα ο πούστης τίποτα συνέχιζε να φωνάζει. Ο κακόμοιρος ο νταλικέρης μη μπορώντας να κάνει τίποτα είπε στον πούστη ότι αν δεν φωνάξει τους μπάτσους θα του έδινε 1.000.000 δρχ., μα ο πούστης τίποτα το βιολί του:
– Ρούλη, Ρούλη φώναξε τώρα αμέσως την αστυνομία. Οπότε σε μια στιγμή τα παίρνει στο κρανίο ο νταλικέρης και λέει στον πούστη:
– Ε τι θέλεις μωρή ποια, να σου δώσω τ  αρχίδια μου; Οπότε ο πούστης φωνάζει στον άλλο:
– Ρούλη,Ρούλη άσε την αστυνομία το λύσαμε το πρόβλημα με τον κύριο.
Έρχεται ένας Βλάχος στην Αθήνα. Μπαίνει σε ένα ταξί και λέει στο ταξιτζή να τον πάει να πηδήξει. Τον πάει λοιπόν στο Κολωνάκι. Βλέπει μια γυναίκα. – Πόσου πάει μωρή το πήδημα; – 30.000 και η μπύρα κερασμένη. – 30.000; τόσου ακριβά; καλά θα δω τι θα κάνω. Μπαίνει μέσα στο ταξί και του λέει να τον πάει κάπου πιο φτηνά. Ο ταξιτζής τον πάει στην Ομόνοια. Βλέπει ο Βλάχος μια γυναίκα. – Πόσου πάει μωρή του πήδημα; – 15.000 και η μπύρα κερασμένη – 15.000; καλά θα δω τι θα κάνω. Ξαναμπαίνει μέσα στο ταξί και του λέει να τον πάει κάπου ακόμα πιο φτηνά. – Θα σε φτιάξω καλά τώρα. Μουρμούριζε εκείνος και τον πάει στη Συγγρού. Βλέπει ο Βλάχος μια τραβεστί αλλά φυσικά την περνάει για γυναίκα. – Πόσου πάει μωρή του πήδημα; 5.000 και η μπύρα κερασμένη. 5.000; μόνο; πάμε! Πραγματικά πάνε στο ξενοδοχείο. Η τραβεστί κατάλαβε ότι ο Βλάχος τη νόμιζε κανονική γυναίκα και σκεφτόταν πως να του το πει. – Ωραίος καιρός σήμερα! – Μωρή άντε γδύσου εκεί να τελειώνουμε! – θα του το πω χύμα και ότι γίνει. Σκέφτηκε Ξέρεις. Δεν έχω. Κλειτορίδα. Του λέει – Ε! φέρε μια heineken! Εκεί θα κολλήσουμε τώρα;