Κάποτε, πεθαίνει ο διευθυντής Marketing της Coca Cola. Όπως κάθε άνθρωπο, τον πηγαίνουν και αυτόν στον άγιο Πέτρο. Του λέει λοιπόν ο άγιος Πέτρος:
- Συνήθως οι άνθρωποι κρίνονται από τις πράξεις τους για το αν θα πάνε στον Παράδεισο ή στην Κόλαση. Εσύ μιας και είσαι πρώην υπάλληλος σε μία τόσο μεγάλη πολυεθνική όπως η Coca Cola, μπορείς να περάσεις όπου θες.
- Σύμφωνοι, αλλά έχω μία ενδιαφέρουσα πρόταση να σου κάνω. Αυτή είναι μία επιταγή 1.000.000 δολαρίων. Είναι δικιά σου αν βάλεις την Coca Cola σπόνσορα στο Πάτερ Ημών.
- Μα παιδί μου, αυτά τα πράγματα είναι αδιανόητα. Αλλά εν πάση περιπτώση, επειδή δεν είμαι ο υπεύθυνος για αυτές τις διευθετήσεις, πήγαινε στο Χριστό και πείτε τα.
Πηγαίνει λοιπόν στο Χριστό...
- Τι τρέχει τέκνων μου;
- Έχω στα χέρια μου μία επιταγή 10.000.000 δολαρίων. Είναι δικιά σου αν μπορέσουμε να βάλουμε την Coca cola σπόνσορα στο Πάτερ Ημών.
- Μα είσαι σοβαρός; Τι πράγματα είναι αυτά που λες. Όμως, επειδή δεν είμαι υπεύθυνος για τέτοια ζητήματα, πήγαινε δες το Big Boss.
Τον στέλνουνε λοιπόν στο Θεό...
- Τι συμβαίνει παιδί μου; Με θέλεις κάτι;
- Σου αφήνω αυτή την επιταγή. Συμπλήρωσε εσύ το ποσό που θες, αρκεί να μπει η Coca Cola σπόνσορας στο Πάτερ Ημών.
- Χάσου από μπροστά μου σάτυρε. Τι πράγματα είναι αυτά που μου λες; Εκρήγνυται ο Θεός.
Ο Διευθυντής Marketing της Coca Cola φεύγει τρέχοντας φοβισμένος. Ο Θεός μετά από λίγο ηρεμεί. Το ξανασκέφτεται λίγο... χαϊδεύει τη γενειάδα του.. και μετά από λίγο σηκώνεται, πάει στο Χριστό και του λέει:
- Βρε γιε μου... θυμάσαι πότε λήγει η σύμβαση με τους Αρτοποιούς;
Ο Θύμιος είναι επιστάτης σε ένα κτήμα. Μια μέρα τον πλησιάζει το αφεντικό του. -άκου βρε Θύμιο, ξέρεις πόσο σε εμπιστεύομαι. Θέλω να μου κάνεις ένα χατίρι. Τελευταία, η κόρη μου είναι πολύ ανήσυχη και συχνά την βλέπω να μιλά με τον παπά. Σε λίγο πάλι θα περάσουν από εδώ. Ανέβα σ εκείνο το δένδρο και άκου τι θα πουν. Πάρε κι ένα πεντοχίλιαρο για τον κόπο σου και μετά έλα να με βρεις, να μου πεις τι έμαθες. Ο Θύμιος το παίρνει και κάνει αυτό που του είπε το αφεντικό του. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και βλέπει τον ιερέα με την κόρη του αφεντικού να πλησιάζουν. -Πάτερ μου, δεν άκουσα την συμβουλή σας για εκείνο τον νέο και... πώς να σας το πω; -Λέγε παιδί μου. Τι είναι αυτό που σε στενοχωρεί; -Να... φοβάμαι ότι περιμένω παιδί... -Αμάρτησες αλλά μην ανησυχείς παιδί μου. Αυτός που βρίσκεται εκεί ψηλά και τα βλέπει όλα, θα φροντίσει και για αυτό το παιδί. Πηδάει τρομαγμένος ο Θύμιος από το δένδρο και φωνάζει τρέχοντας:
- Ποτέ και με κανένα τρόπο! Με ένα παλιοπεντοχίλιαρο θα μου φορτώσετε και παιδί;

Ο τύπος ψάχνει απεγνωσμένα για δουλειά, αλλά είναι ανειδίκευτος. Πάει, λοιπόν, σ ένα εργοστάσιο και του λέει ο ιδιοκτήτης:
"Δεν χρειάζεται να ξέρεις τίποτε. Ορίστε. Θα παίρνεις από εδώ κάθε μια βίδα όπως θα περνάει από μπροστά σου και θα την πετάς στο κουτί εδώ. Εντάξει;".
"Εντάξει"
. Την άλλη μέρα, τον ρωτάει ο ιδιοκτήτης:
"Όλα εύκολα;".
"Περίπατος", λέει ο εργάτης.
"Ε, τότε", του λέει το αφεντικό, "δεν θα σου κάνει κόπο να παίρνεις και κάθε παξιμάδι, έτσι;".
"Όχι"
, λέει ο εργάτης. Την άλλη μέρα, τον ξαναρωτάει ο ιδιοκτήτης:
"Εύκολο;".
"Εύκολο".
"Ε, τότε, όπως κάθεσαι που κάθεσαι, δεν ρίχνεις και μια κλοτσιά στο κουτί με τις βίδες, μόλις γεμίζει να το στέλνεις στον ιμάντα, πιο κάτω;". Τι να πει ο εργάτης, λέει ναι. Ο ιδιοκτήτης, όμως, είναι...
Αδίστακτος. Την άλλη μέρα, πάει και λέει στον εργάτη:
"Εύκολο δεν είναι;
Οπότε τώρα που πήρες το κολάι , δεν ρίχνεις και μια κλοτσιά στο κουτί με τα παξιμάδια, όταν θα γεμίζει;". Ο εργάτης συμφωνεί μεν, αλλά... τα χει πάρει στο κρανίο. Οπότε καθώς φεύγει ο ιδιοκτήτης, του φωνάζει:
"Να σας πω. Μια και κάθομαι και δεν κάνω και τίποτε δύσκολο, δεν μου βάζετε και ένα...
Πινέλο στον κώλο, να βάφω και τα κάγκελα συγχρόνως;"!
Ένας νεαρός προσλαμβάνεται υπάλληλος σε μια εταιρία μια Παρασκευή. Την επόμενη Δευτέρα παίρνει τηλέφωνο τον προϊστάμενό του και του λέει ότι είναι άρρωστος και δεν θα μπορέσει να έλθει. Ο προϊστάμενος του εύχεται περαστικά και το ξεχνάει.
Την παραπάνω Δευτέρα πάλι τα ίδια:
- Είμαι άρρωστος κύριε προϊστάμενε και δεν θα μπορέσω να έλθω στη δουλειά.
- «Θα έτυχε» σκέφτηκε ο προϊστάμενος και δεν του ξαναδίνει ιδιαίτερη σημασία.
Το φαινόμενο όμως συνεχίζεται και αρχίζουν να τον ζώνουν τα φίδια. «Βρε το πούστη μας περνάει για γκαγκά !» λέει από μέσα του ο τμηματάρχης και αρχίζει να ρωτάει τους συναδέλφους του νεαρού για το ποιόν του:
- Δε μου λέτε ρε παιδιά, τι σόι φρούτο είναι αυτός ο καινούργιος; Δουλεύει ή μας τη παίζει και δεν μας τη σκουπίζει;
- Πολύ πρόθυμος και εργατικός, του λένε όλοι ομόφωνα.
Ο προϊστάμενος παραξενεύεται και αποφασίζει να του μιλήσει. Την επόμενη λοιπόν μέρα το πρωί τον φωνάζει στο γραφείο του και του λέει:
- Κοίτα παιδί μου, τι σου συμβαίνει και μας τη κοπανάς κάθε Δευτέρα; Όπως καταλαβαίνεις αυτά τα περί άρρωστου δεν τα χάβω. Θα σε σχόλαγα, αλλά επειδή δεν είσαι κακός υπάλληλος αποφάσισα να σου μιλήσω. Λοιπόν τι τρέχει και κάθε Δευτέρα μας το παίζεις τους ζυγούς λύσατε;
- Κοιτάχτε να δείτε κύριε προϊστάμενε, του λέει με απολογητικό ύφος ο νεαρός, έχω μια μικρότερη αδελφή παντρεμένη και ο άντρας της τα Σαββατοκύριακα γίνεται φέσι και όταν γυρίζει στο σπίτι τη τουλουμιάζει στο ξύλο. Έτσι κάθε Δευτέρα πρωί πηγαίνω στο σπίτι της όταν φεύγει αυτός για τη δουλειά του και την παρηγορώ. Καταλαβαίνετε τώρα, χάδι στο χάδι, φιλί στο φιλί, καβλώνουμε και οι δύο και τελικά ξεσκιζόμαστε.
- Καλά, δεν το πιστεύω ! αντιδρά έξαλλος ο τμηματάρχης, γαμάς την αδελφή σου ρε; Είσαι τελείως άρρωστος !
- Εγώ σας το λέω κύριε προϊστάμενε, αλλά εσείς δεν με πιστεύετε !, απαντά αγανακτισμένος ο νεαρός.
Ο μικρός Κωστάκης παίζει στο δωμάτιό του και ο πατέρας του μπαίνει και του ανακοινώνει ότι ό μπαμπάς κι η μαμά χωρίζουν.
- Γιατί, μπαμπά; ρωτάει, μπερδεμένος, ο Κωστάκης.
- Ε, να, η μαμά κι εγώ δεν αγαπιόμαστε πια, εξηγεί ο πατέρας.
- Τι εννοείς ακριβώς; ξαναρωτάει ο Κωστάκης.
- Ασε με να σου δώσω ένα παράδειγμα, για να καταλάβεις. Όταν γυρίζω απ τη δουλειά, η μαμά δεν αισθάνεται αυτή τη γλυκιά έξαψη και αναστάτωση, που έρχεται ο άντρας της στο σπίτι, ούτε έρχεται να με υποδεχτεί στην εξώπορτα.
- Μα, μπαμπά, εγώ βλέπω τη μαμά σε έξαψη, τελείως αναστατωμένη, καμιά φορά, όταν γυρίζεις στο σπίτι. Αρα πρέπει να σε αγαπάει ακόμη.
- Πότε δηλαδή; απόρησε ο πατέρας.
- Να, είναι κάτι φορές, που η μαμά κοιμάται ακόμη, με το γείτονα στο κρεβάτι κι όταν ακούει το αυτοκίνητο, που παρκάρεις στο γκαράζ, βάζει τις φωνές έξαλλη:
- «Ήρθε ο άντρας μου! Ήρθε ο άντρας μου!»
Η δασκάλα ρώταγε κάποτε τα παιδιά με τι ασχολούνται οι γονείς τους.
- "Εσένα Γιωργάκη η μαμά σου τι κάνει όλη μέρα;"
Ο Γιωργάκης σηκώθηκε όρθιος και είπε με πολλή περιφάνεια:
- Είναι οδοντογιατρός κυρία!
- "Πολύ ωραία! Εσένα Μαρία οι δικοί σου γονείς με τι ασχολούνται;", ρώτησε στη συνέχεια ένα κοριτσάκι που φαινόταν κάπως φοβισμένο.
Αυτό σηκώθηκε και διστακτικά ψυθίρισε:
- "Είναι ταχυδρόμος ο μπαμπάς μου κυρία και η μαμά μου δεν δουλεύει".
- "Πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για τη δουλειά που κάνουν οι γονείς μας", είπε η δασκάλα θέλοντας να την εμψυχώσει. "Εσένα Νίκο τι δουλειά κάνει ο μπαμπάς σου", συνέχισε ρωτώντας ένα πιτσιρικά που φαινότανε διαολάκι.
Ο μικρός πετάχτηκε επάνω και με ζωηρό και περήφανο ύφος έριξε τη βόμβα:
- "Εμένα κυρία ο μπαμπάς μου δουλεύει πιανίστας σε μπουρδέλο!" Κάγκελο η δασκάλα! Δεν πίστευε στα αυτιά της. Το ίδιο απόγευμα μια και δύο πάει στο σπίτι του μπόμπιρα και χτυπάει αποφασιστικά το κουδούνι. Η πόρτα άνοιξε και στο κατώφλι φάνηκε ο περιβόητος μπαμπάς.
- "Συγνώμη που σας ανησυχώ, αλλά έχω σοβαρό πρόβλημα με το μικρό. Ισχυρίζεται ότι δουλεύετε πιανίστας σε μπουρδέλο και μάλιστα περηφανεύεται για αυτό! Τι έχετε να πείτε;", είπε η δασκάλα.
- "Κοιτάχτε να δείτε", άρχισε να λέει χαμογελώντας ο αγοραίος μουσικός, "στην πραγματικότητα είμαι προγραμματιστής αναλυτής συστημάτων, εξειδικευμένος σε θέματα επικοινωνίας με πρωτόκολλο TCP/IP σε περιβάλλον UNIX.
Ε! λέγεται αυτό σε ένα παιδί 7 χρονών;"!

Κάποιος στη δουλειά του έχει γραφείο στον 100 όροφο και για να το γιορτάσει αποφασίζει να πηδήξει την γραμματέα του.
- Ποτέ, λέει αυτή.
Τότε αυτός τσαντίζεται και την πετάει από το παράθυρο. Αυτή όπως έπεφτε νιώθει στον 90 όροφο να την πιάνει ένα χέρι.
- Με έσωσες. Θα κάνω ότι θες.
- Θα σε πηδήξω, της λέει αυτός.
- Ποτέ.
- Ε τότε αντίο, και την αφήνει να πέσει.
Στον 80 όροφο βγαίνει ένα χέρι και την πιάνει - Με έσωσες. θα κάνω ότι θες.
- Θα σε πηδήξω.
- Ποτέ.
- Ε τότε ξέχνα το.
Στον 70 όροφο βγαίνει ένα χέρι και την πιάνει.
- Με έσωσες. θα κάνω ότι θες.
- Θα σε πηδήξω.
- Ποτέ.
- Ε τότε λυπάμαι. Γεια.
Οι όροφοι τελείωναν.60 50 40 30 20... και άλλο χέρι να την πιάσει δεν έβγαινε. Και το ξανασκεφτόταν γιατί τελικά δεν καθόταν να την πηδήξουν. Τελικά στον 5ο όροφο βγαίνει ένα σωτήριο χέρι πάλι και την πιάνει.
- Με έσωσες, θα κάνω ότι θες, θα κάτσω να με πηδήξεις και μόνος σου και με φίλους σου άμα θες.
- Α να χαθείς πουτάνα, της λέει αυτός και την αφήνει να πέσει κάτω.
Ένας στη Βέροια έπαιζε βιολί μα κάθε φορά πού έπαιζε, καύλωνε. Αποφασίζει λοιπόν, να πάει σε γιατρό στην Θεσσαλονίκη να λύσει το πρόβλημα. Ο γιατρός τον εξετάζει, του λέει ότι δεν μπορεί να βγάλει διάγνωση και έτσι τον στέλνει σε ψυχολόγο.
Ο ψυχολόγος τον εξέτασε, δεν μπόρεσε ούτε αυτός να βγάλει διάγνωση και τον παρέπεμψε σε καθηγητή πανεπιστημίου στην Αθήνα. Παίρνει και ο ασθενής το βιολί του και μια και δυο, πάει στον επιστήμονα.
- "Γιατρέ μου το πρόβλημα έχει ως εξής:... Κάνε με καλά σε παρακαλώ γιατί η δουλειά που κάνω είναι σκληρή και δεν αντέχω. Το φαντάζεσαι γιατρέ μου, να παίζω συνέχεια καυλωμένος;"
Τον εξετάζει ο γιατρός και του λέει πως δεν έχει κάτι το παθολογικό. Συνεχίζοντας τις εξετάσεις, κάποια στιγμή του λέει:
- "Για παίξε μου λίγο βιολί."
Κάθεται απέναντι ο άρρωστος και αρχίζει να παίζει βιολί. Ύστερα από λίγο τον σταματάει ο επιστήμονας θριαμβολογώντας:
- "Το βρήκα, το βρήκα! Φίλε μου, το παθαίνεις αυτό γιατί παίζεις σαν μουνί."
Σκηνικό: Ένα εξωτερικό ιατρείο. Στο δωμάτιο αναμονής, που φαίνεται από την ανοιχτή πόρτα, υπάρχει το κλασσικό τραπεζάκι με περιοδικά του περασμένου χρόνου και μια σειρά από νέα ζευγάρια που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους. Η Πόρτα του γιατρού έχει πάνω της μια πινακίδα που διαβάζει:
"Dr Νικόλαος ΜουνοΕξεταστής, Γυναικολόγος". Μαζί με το Γιατρό βρίσκεται ένα ζευγάρι. Η Γυναίκα είναι ξαπλωμένη στο κλασσικό τραπέζι των γυναικολόγων, η κοιλιά της γυμνή και ο Γιατρός της κάνει επάλειψη με κάποιο gel. Ο σύζυγος περπατάει ανήσυχα πάνω κάτω.
- Λοιπόν, είστε έτοιμη; Μια στιγμή να φορέσω τα ακουστικά. Φοράει τα ακουστικά, τα monitor στην αίθουσα παίρνουν ζωή, και ο Γιατρός αφουγκράζεται το μωρό. Μετά από δύο δευτερόλεπτα, πετάγεται όρθιος πανικόβλητος.
- Ωχ, ωχ, ωχωχωχ, αμάν, αμάν! Το ζευγάρι τρομάζει, πάει το παιδί, θα βγει ελαττωματικό, πάσχει από κάποια ανίατη ασθένεια, πάει καταστράφηκε η ζωή μας ...
- Τι συμβαίνει Γιατρέ; βρίσκει το θάρρος να ρωτήσει ο άντρας. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το παιδί;
Ο Γιατρός σκέφτεται λιγουλάκι, και μετά αμολάει τα νέα:
- Εντάξει, είναι αγοράκι και υγιέστατο μάλιστα. Αλλά ...
- Ναι; κάνουν και οι δύο σε συμφωνία και με αγωνία.
- Αλλά, να, (γιατί συμβαίνουν σε εμένα όλα αυτά), βρίζει.
- Βρίζει;
- Μα ναι. Ακούστε και μόνοι σας (τους δίνει τα ακουστικά):
- Αρχιδ****μένοι, τσανακογλείφτες, κατραμόκωλοι, βγάλτε αμέσως αυτές τις βελόνες που χώσατε εδώ, θα σας πάρει ο διάολος . . . .
Χρόνος: Τρεις μήνες μετά.
Σκηνικό: Η αίθουσα τοκετών, μάλλον μία από τις αίθουσες τοκετών κάποιου μαιευτηρίου. Το ίδιο ζευγάρι, η γυναίκα στην ίδια στάση, και ο Dr ΜουνοΕξεταστής με τουλάχιστον τρεις ακόμη μαιευτήρες να προσπαθούν να ξεγεννήσουν τη γυναίκα. Έχουν πιάσει τον μπόμπιρα από τα πόδια και τον τραβάνε. Η Γυναίκα ουρλιάζει από τους πόνους. Ο μικρός απλούστατα δεν θέλει να βγει.
- Ψωλ*****χτρες, αφήστε με κάτω. Είναι ωραία εδώ μέσα. Παρατήστε τα και πάτε σπίτια σας.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι το τσουτσούνι του.
- Καταραμένοι Πορνόγεροι, απαίσιοι Σάτυροι, αφήστε κάτω τα πόδια μου και σπρώξτε με ξανά μέσα. Μην τυχόν και βγω θα γίνεται ένα με τα περσινά χιόνια.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι λίγο πιο πάνω από τη μέση του.
- Κλαπαρχιδογκαστρομουνίθρες, παλιοΜουντρούχοι, Πνιξοκουνελιάρηδες, σταματήστε αμέσως σας λέω. Δεν θέλω να έρθω στον κόσμο σας. Παρατήστε τα και ράψτε μια για πάντα αυτή τη τρύπα.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι το λαιμό (αλλά με πολύ ζόρι) - ΑΑρργκγκγ, καργιόληδες, θα σας φάω όλους. Τι διάολο συμβαίνει με εσάς; Δεν καταλαβαίνεται τίποτα; Οι γυναίκες σας δεν σας κάνουν πια τσιμ***κια και ξεσπάτε σε ανυπεράσπιστα μωρά; Δεν σας έμαθαν να μην μπλέκετε την προσωπική σας ζωή με τη δουλειά σας; Αφήστε αυτό το μωρό κάτω. Αλήτες, που ρουφάτε τον ιδρώτα από τα αρχ***α των αρρώστων ...
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι περίπου τη μέση του μετώπου του. Ο μικρός τώρα έχει καταλάβει ότι έχει χάσει το παιχνίδι οπότε φωνάζει όσο δυνατά μπορεί:
- STOP, ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ. Τουλάχιστον φέρτε μου ένα καθρέφτη να δω αν μου πάει το Μο**ί-Καπέλο.
Πάει κάποιος στη δουλειά του ύστερα από δύο μήνες και τον ρωτάει το αφεντικό του:
- Που ήσουν ρε τόσες μέρες και έχουμε πνιγεί στη δουλειά;
- Ασε ρε αφεντικό, πέθανε η μάνα μου.
- Έλα ρε, και πώς πέθανε;
- Ασε, είναι μεγάλη ιστορία.
- Για πες μου.
- Είναι μεγάλη ιστορία σου λέω.
- Δεν πειράζει, πες μου.
- Ακου, πήγε να απλώσει τα ρούχα στην ταράτσα, γλιστράει και πέφτει.
- Και τι έγινε, σκοτώθηκε;
- Όχι. Είχαμε το τραμπολίνο για τα παιδιά και πιάστηκε από τα παράθυρα.
- Και τι έγινε, σκοτώθηκε;
- Όχι. Είχαμε το τρομπολίνο για τα παιδιά και πιάστηκε από τη ζγόρνα.
- Και τι έγινε, σκοτώθηκε;
- Όχι. Είχαμε το τραμπολίνο για τα παιδιά και πιάστηκε από το καλώδιο της κεραίας.
- Και τι έγινε, σκοτώθηκε;
- Όχι. Είχαμε το τραμπολίνο για τα παιδιά και βγαίνει ο πατέρας μου έξω με την καραμπίνα Μπαμ! Μπαμ!Μπαμ! Γαμώ το κέρατο σου θα μου διαλύσεις όλο το σπίτι!