Μια μέρα, τέσσερις φίλοι είχαν αράξει σε μία μπυραρία στα Εξάρχεια. Η παρέα απαρτιζόταν από έναν Πέρση, έναν Γάλλο, έναν Γερμανό, και φυσικά έναν Έλληνα. Αφού λοιπόν είχαν κατεβάσει τα μπυρόνια τους, άρχισαν να συζητάνε περί ανέμων και υδάτων.
Κάποια στιγμή η συζήτηση αναπόφευκτα πήρε εθνικιστικό ύφος. Aρχισαν λοιπόν να τη βγαίνουν ο ένας στον άλλο, πάντα όμως σε ήπιο τόνο. Πρώτος ο Πέρσης, σηκώνει τον τόνο της φωνής του και αρχίζει να κοκορεύεται για την χώρα του.
- Κοιτάτε να δείτε, εμείς στην Περσία έχουμε καταφέρει να φτιάξουμε χαλιά τόσο απαλά και με τέτοιο πάχος.. που πατάς και βουλιάζει το πόδι σου.. και το ευχαριστιέσαι.. Είναι γνωστό πλέον ανά τον κόσμο ότι τίποτα δεν συγκρίνεται με τα Περσικά χαλιά!
Ο Γάλλος και ο Γερμανός, παρόλο που θέλουν να βγουν παραπάνω, παραδέχονται ότι τα Περσικά χαλιά είναι άφταστα. Ο Έλληνας δεν μιλάει, αλλά ακούει σιωπηλά τα σχόλια. Ο Γάλλος όμως που θέλει να παινευτεί για την χώρα του με τη σειρά του, σηκώνει τη φωνή του και λέει..
- Ναι αλλά, είναι γνωστό πως η Γαλλία έχει τις ομορφότερες γυναίκες στον κόσμο. Λυγερά κορμιά, αλογίσια πόδια, αγγελικά πρόσωπα, πλούσια μαλλιά και ατελείωτη κρεβατabilite. Γι αυτό και αν κουνηθεί Γαλλίδα σε οποιονδήποτε, αυτός κολλάει 100%.
Ο Γερμανός και ο Πέρσης, παραδέχονται την ομορφιά των Γαλλίδων. Ο Έλληνας ξανά σιωπάει. Ο Γερμανός που περίμενε υπομονετικά τη σειρά του, υψώνει τη φωνή και λέει στην παρέα:
- Όμως αγαπητοί φίλοι μου, η Γερμανία έχει αναπτύξει τόσο την τεχνολογία της που πλέον όλα λειτουργούν με απίστευτη ταχύτητα. Τηλεπικοινωνίες, συγκοινωνίες, μαζική παραγωγή. Τα πάντα είναι ταχύτατα.. είναι πλέον φημισμένη η Γερμανική ταχύτητα!
Ο Γάλλος και ο Πέρσης, κουνάνε καταφατικά το κεφάλι τους. Εκείνη τη στιγμή, γυρίζουν στον Έλληνα που δεν είχε βγάλει κουβέντα μέχρι εκείνη τη στιγμή και τον ρωτάνε:
- Εσύ λοιπόν, δεν έχεις κάτι να μας πεις για την Ελλάδα; Τόση ώρα δεν λες τίποτα.. τόσο άχρηστοι είστε;
Ο Έλληνας με ήρεμο τόνο, σκύβει μπροστά και τους λέει...
- Κοιτάτε να δείτε φίλοι μου, εμείς στην Ελλάδα παίρνουμε την μουνάρα Γαλλίδα με το λυγερό κορμί, τα αλογίσια πόδια, το αγγελικό πρόσωπο, τα πλούσια μαλλιά και την ατελείωτη κρεβατabilite, την πετάμε πάνω στο μαλακό και παχύ Περσικό χαλί που βουλιάζει το πόδι σου και το ευχαριστιέσαι, και της σκίζουμε τα βάρδουλα.. με Γερμανική ταχύτητα!
Μια ξανθιά, η Γιούλη, πάει εκδρομή στη Γερμανία. Όταν επέστρεψε συνάντησε μια μελαχρινή φίλη της, κουλτουριάρα αλλά και σπασίκλο, ξέρετε από αυτές που και καλά θέλουν να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή τις γνώσεις τους. Της λέει λοιπόν η μελαχρινή:
- Πήγες Γερμανία, έμαθα, πώς είναι οι Τεύτονες; Γιούλη: Ποιοι;
- Καλά πήγες στη Γερμανία και δεν έμαθες ποιοι είναι οι Τεύτονες; Φτου σου αμόρφωτη.
Η Γιούλη αισθάνθηκε άσχημα για την εντύπωση που έκανε στη μελαχρινή φίλη της και μόλις πήγε σπίτι της άνοιξε το λεξικό.
Τεύτονες= αρχαίο γερμανικών φύλων και κατ’ επέκτασιν οι Γερμανοί γενικώς.
Η Γιούλη έσκασε από το κακό της.
Μετά από λίγο καιρό πηγαίνει ταξίδι στην Ιταλία. Όταν επέστρεψε συνάντησε και πάλι τη σπαστική μελαχρινή (χίλιες φορές καλύτερα μια χαζή ξανθιά παρά μια μελαχρινή σπασίκλο αν και το ιδανικό βέβαια είναι η έξυπνη που κάνει τη χαζή για να μας αρέσει).
- Πήγες Ιταλία; Πώς είναι οι Αυσόνιοι;
Γιούλη: Ποιοι είναι αυτοί;
- Τι να σου πω. Φτου σου. Πήγες στην Ιταλία και δεν έμαθες ποιοι είναι οι Αυσόνιοι;
Πάει η Γιούλη ντροπιασμένη στο σπίτι και ανοίγει το λεξικό:
Αυσόνιοι= ποιητική ονομασία των Ιταλών.
- Α, τη τσούλα πάλι μου την έφερε.
Μετά από λίγο καιρό η Γιούλη πάει ταξίδι στην Αίγυπτο. Επιστρέφει και πάει να βρει τη μελαχρινή φίλη της με σκοπό αυτή τη φορά να τη βάλει μια και καλή στη θέση της.
- Γιούλη μου τι μου κάνεις; Πήγες στην Αίγυπτο έμαθα. Πώς είναι οι πυραμίδες;
Γιούλη: Είναι λίγο παράξενοι στις συνήθειες και στο ντύσιμο αλλά στο κρεβάτι είναι πρώτοι.

Σε ένα κουπέ 4 ατόμων στο τραίνο κάθονται ένας γερμανό ακαθορίστου ηλικίας, μια πανέμορφη γαλλίδα τουρίστρια, ένας πιτσιρικάς έλληνας και μια γριά ελληνίδα.
Μέσα σε ένα τούνελ και ενώ επικρατεί σκοτάδι ακούγεται ένα αχχχχ, ένα φιλί ματς μουτς και ένας βροντερός μπάτσος.
Με την έξοδο από το τούνελ ο γερμανός τρίβει το κατακόκκινο μάγουλο του και σκέφτεται ρε τον τσόγλανο τον Έλληνα αυτός φίλησε εγώ έφαγα τον μπάτσο
Ο έλληνας σκέπτεται μπράβο τον γερμανό, χαλάλι ο μπάτσος
Η γαλλιδούλα σκέπτεται ρε τον λάκα τον γερμανό φίλησε την γριά αντί σε εμένα.
Και η γριά σκέπτεται φίλησα το χέρι μου και έριξα και ένα χαστούκι στον κολογερμανό που μας κλέβανε στην κατοχή!
Διαγωνισμός σκύλων. Ο Γερμανός βγαίνει μ ένα λύκο-"όνειρο". Βγάζει 10 μάρκα, του τα βάζει στο στόμα και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου. Κάνε αυτό που ξέρεις". Φσσστ, βολίδα ο σκύλος, εξαφανίζεται.
Ύστερα από δύο λεπτά γυρίζει με… τσιγάρα, εφημερίδα, καραμέλες και τα… ρέστα. Ο Αγγλος βγαίνει μ ένα υπέροχο σέτερ. Του δίνει 30 λίρες και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου, κάνε αυτό που ξέρεις"
. Ο σκύλος γυρίζει ύστερα από 10 λεπτά με… τσιγάρα, εφημερίδα, δύο σακούλες σούπερ μάρκετ γεμάτες αλλαντικά, τα ρέστα και την… απόδειξη. Ο Έλληνας βγαίνει μ ένα μούργο… Του δίνει δύο πεντοχίλιαρα και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου, κάνε αυτό που ξέρεις". Περνάει μισή ώρα, μία, δύο, ρε που ναι ο σκύλος, τέλος πάντων, βγαίνουν να τον ψάξουν και τι να δουν; "Καβάλα"
Σε μια σκύλα ο μούργος, κάνει… αμέριμνος τη δουλειά του. Οπότε πετιέται ο Έλληνας και λέει:
"Γι αυτό, ρε γαμώ το, δεν του δίνω λεφτά. Όλα οι… πουτάνες του τα τρώνε…".

Ήταν ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας και πήγαν σε ένα ξενοδοχείο να βρούν δωμάτιο. Ρωτούν τον ξενοδόχο:
- "Μήπως έχετε τρία ελεύθερα δωμάτια;"
Μετά από πολύ σκέψη, τους απαντάει πως έχει μόνο ένα. Αλλά είναι στοιχειωμένο. Όλοι όσοι έχουν προσπαθήσει να διανυκτερεύσουν σ` αυτό, είτε έχουν αυτοκτονήσει, είτε έχουν μυστηριωδώς εξαφανιστεί.
- "Επειδή είμαστε πάρα πολύ κουρασμένοι, θα το πάρουμε. Τρεις είμαστε, δεν πρόκειται να πάθουμε τίποτα."
Μπαίνουν στο δωμάτιο, πολύ ωραίο και άνετο σκέφτονται. Θα περάσουμε ευχάριστα το βράδυ μας. Οπότε πηγαίνουν για ύπνο. Καθώς είχαν αποκοιμηθεί ακούει μια φωνή ο Ιταλός, που έλεγε:
- "Είμαι το μαύρο μάτι... Ήρθα να σε σκοτώσω.." Ακούγοντας όλα αυτά ο Ιταλός, μαζεύει ότι θάρρος του είχε απομείνει και πέφτει κάτω από το παράθυρο. Μετά από μια ώρα, ακούει ο Γερμανός την ίδια φωνή:
- "Είμαι το μαύρο μάτι... και ήρθα να σε σκοτώσω.."
Ξυπνάει τρομοκρατημένος. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι κάποιο φάντασμα τον κυνηγούσε για να τον σκοτώσει. Ακούγοντας ξανά τη φωνή, μαζεύει ότι θάρρος του είχε απομείνει και πέφτει κάτω από το παράθυρο. Μετά από μια ώρα περίπου, ακούει την ίδια φωνή και ο Έλληνας:
- "Είμαι το μαύρο μάτι.."
Πριν προλάβει η φωνή να ολοκληρώσει την πρότασή της, ακούει τον Έλληνα να λέει:
- "Σκάσε, γιατί θα σου μαυρίσω και το άλλο μάτι. Έχουμε να κοιμηθούμε δύο ολόκληρες μέρες!"
Την εποχή του πολέμου το 40 , τρεις επίλεκτοι Πόντιοι κομάντος , ανέλαβαν να ανατινάξουν μία γέφυρα από την οποία θα περνούσαν Γερμανοί . Πραγματικά πηγαίνουν στη γέφυρα , και στήνουν τα εκρηκτικά . Την ώρα που το Γερμανικό τάγμα περνάει πάνω από τη γέφυρα , οι Πόντιοι την ανατινάζουν . Η αποστολή στέφεται από επιτυχία , αλλά όχι απόλυτη . Μία μερίδα Γερμανών γλιτώνει από την έκρηξη και παίρνει τους Πόντιους στο κυνήγι .
Οι Πόντιοι , ενώ έχουν πάρει προβάδισμα έναντι των Γερμανών , φτάνουν σε ένα πηγάδι . Χωρίς να το καλοσκεφτούν , πηδάνε μέσα και κρύβονται . Μετά από λίγο , καταφθάνουν και οι Γερμανοί , όπου σταματάνε πάνω από το πηγάδι και συσκέπτονται . Οι Πόντιοι μέσα στο πηγάδι , αποφασίζουν να προσποιηθούν την ηχώ των Γερμανών μπας και τη γλιτώσουν .
Ένας από τους Γερμανούς αναρωτιέται :
- Λέτε να κρύφτηκαν στο δάσος ;
- .. στο δάσος .. στο δάσος .. δάσος .. σος .. , απαντάνε οι Πόντιοι προσποιούμενοι την Ηχώ .
- Λέτε να κρύφτηκαν στο βουνό ;
- .. στο βουνό .. στο βουνό .. βουνό .. νό .. , ξαναπατάνε οι Πόντιοι .
- Η μήπως να κρύφτηκαν στο Πηγάδι ;
- .. στο βουνό .. στο βουνό .. βουνό .. νό .