Μια μέρα κάποιος που είχε αποκλεισθεί σε ένα ερημονήσι, μετά το ναυάγιο και ήταν εκεί για δέκα χρόνια, βλέπει μια άσπρη κουκίδα στον ορίζοντα.
- «Σίγουρα δεν είναι πρόβατο» σκέφτεται φωναχτά.
Καθώς η κουκίδα πλησιάζοντας πλησιάζει, απορρίπτει την εκδοχή να είναι καραβάκι, ακόμη ούτε βάρκα.
Όταν πλησίασε πολύ κοντά, μια όμορφη ξανθιά με στολή καταδυτών βγαίνει από τον ωκεανό. Πλησιάζει τον ναυαγό ανοίγει μια τσέπη στη στολή της και βγάζει ένα πακέτο τσιγάρα, του προσφέρει ένα και ρωτάει «πόσο καιρό έχεις να καπνίσεις» Ο ναυαγός λέει «δέκα χρόνια, όσο καιρό είμαι εδώ» καθώς άναψε το τσιγάρο και ήπιε μια καλή ρουφηξιά ,λέγοντας «ο κύριε τι απολαυστική μυρωδιά!» Η ξανθιά τον ρωτάει «πόσο καιρό έχεις να πιεις ουίσκι» Τρέμοντας ο ναυαγός τραυλίζει «Δε -δε -κα . . Δέκα χρόνια» Αυτή ανοίγει μια άλλη τσέπη και βγάζει ένα μπουκάλι και του το προσφέρει.
Βάζει το μπουκάλι στο στόμα ο ναυαγός ρουφάει μια μεγάλη ρουφηξιά, και λέει, «ΥΟΑΑΟΥΟΥΟΥ. . . είναι φανταστικό» Έπειτα η ξανθιά ανοίγει το μεγάλο μπροστινό φερμουάρ, που κατεβαίνει λίγο πιο κάτω από τη μέση, κοιτάζοντας τον ναυαγό παιχνιδιάρικα ρωτάει, «και πόσο καιρό έχεις να παίξεις στη γύρα?» ο άνδρας ανοίγει καλά τα μάτια του, και απαντάει, «Ο θεέ μου!» «Μη μου πεις ότι έχεις μπαστουνάκια του γκολφ εκεί μέσα?»
Κάποτε το λιοντάρι πάτησε ένα αγκάθι. Τότε φωνάζει:
- Αχ, πονάω...
Τότε περνούσε ένας λαγός και ακούει το λιοντάρι και του λέει:
- Τι μου δίνεις αν σε βοηθήσω;
- Το βασίλειο μου για μια μέρα!
Ο λαγός του βγάζει το αγκάθι και γίνεται βασιλιάς για μια μέρα. Μετά από λίγο σαλπάνε οι σάλπιγγες:
- Τα, τα, τα!
Μαζεύονται όλα τα ζώα. Ο λαγός λέει:
- Ανάπαυση, προσοχή. Λύκος, ένα βήμα μπροστά.
- Γιατί δεν φοράς κράνος;
- Παφ, παφ, του δίνει πέντε σφαλιάρες.
Μετά από λίγο ξανά οι σάλπιγγες:
- Τα, τα, τα!
Μαζεύονται όλα τα ζώα. Ο λαγός λέει:
- Ανάπαυση, προσοχή. Λύκος, ένα βήμα μπροστά.
- Γιατί δεν φοράς κράνος;
Παφ, παφ, του δίνει πέντε σφαλιάρες.
Μετά από λίγο ξανά οι σάλπιγγες:
- Τα, τα, τα!
Μαζεύονται όλα τα ζώα. Ο λαγός λέει:
- Ανάπαυση, προσοχή. Λύκος, ένα βήμα μπροστά.
- Γιατί δεν φοράς κράνος;
Παφ, παφ, του δίνει πέντε σφαλιάρες.
Τέλος πάντων ο λύκος καταματωμένος πάει στο λιοντάρι.
- Βρε, γιατί έδωσες αυτού του τρελού το βασίλειο και μας έχει ταράξει στις σφαλιάρες;! Μίλησε του.
Πάει το λιοντάρι στο λαγό και του λέει.
- Εντάξει, είσαι ο βασιλιάς, αλλά χρειάζεται λίγη διπλωματία. Την επόμενη φορά ζήτα του λύκου τσιγάρα. Αν σου φέρει μαλακά πέστου "γιατί μου έφερες μαλακά;" σφαλιάρισε τον. Αν σου φέρει σκληρά πες του "γιατί μου έφερες σκληρά;" και μετά σφαλιάρισε τον πάλι.
Εντάξει λέει ο λαγός.
Μετά από λίγο σαλπάνε ξανά οι σάλπιγγες:
- Τα, τα, τα!
Μαζεύονται όλα τα ζώα. Ο λαγός λέει:
- Ανάπαυση, προσοχή. Λύκος, ένα βήμα μπροστά.
- Πήγαινε να μου φέρεις τσιγάρα!
- Μαλακά ή σκληρά, λέει ο λύκος;
- Γιατί δεν φοράς κράνος;
Παφ, παφ του δίνει πέντε σφαλιάρες!