Η τύπισσα, μέλος του φεμινιστικού κινήματος, πάει στο χωριό να μιλήσει για την ισότητα.
"Πρέπει, επιτέλους, η γυναίκα να πάρει τη θέση που της αξίζει στην οικογένεια, στο κύτταρο της κοινωνίας",
Λέει. Οι χωριάτισσες την ακούνε με προσοχή, αλλά δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Και συνεχίζει η φεμινίστρια:
"... Και πρέπει, επιτέλους, η γυναίκα ν αποκτήσει τη δική της οντότητα. Να βρεθεί πάνω από τον άντρα"
. Οπότε μια χωριάτισσα πετάγεται και της λέει:
"Να με συμπαθάς, κορίτσι μου, αλλά εμείς αυτό το λέμε συντριβανάτο"!
Μπαίνει ένας άνθρωπος σε ένα λεωφορείο. Κοιτάει από εδώ κοιτάει από εκεί στο τέλος βλέπει δυο άδειες θέσεις και κάθεται στη μία.
Στην επόμενη στάση μπαίνει κάποιος άλλος στο λεωφορείο και κάθεται δίπλα του. Έλα όμως που σε λίγο αρχίζει να φτύνει. Φτόυ από εδώ φτού από εκεί τον κοιτάει διακριτικά ο πρώτος τίποτα αυτός. Συνεχίζει φτού από εδώ φτου από κει.
Τέλος αγανακτεί ο διπλανός του και του λέει:
- Συγνώμη κύριε αλλά μας έχετε καταφτύσει. Τέλος πάντων υπάρχουν και μικρά παιδιά εδώ μέσα αν μη τι άλλο σεβαστείτε αυτά.
- Έχεις δίκιο άνθρωπε μου, του λέει ο άλλος, αλλά να πολέμησα στο Βιετνάμ και από τα τοξικά απόβλητα πάθανε ζημιά οι λεμφαδένες μου, ορίστε και το χαρτί του γιατρού.
- Άμα είναι παθολογικό το πρόβλημα, εντάξει.
Μετά από λίγο κατεβαίνει αυτός και ανεβαίνει ένας άλλος. Σε λίγο αρχίζει να ρεύεται. Ρεύεται από εδώ ρεύεται από εκεί τον κοιτάει ο άνθρωπος διακριτικά τίποτα αυτός συνεχίζει απτόητος.
Τέλος μην αντέχοντας άλλο ο διπλανός του, του λέει:
- Συγνώμη κύριε αλλά η κατάσταση αυτή είναι αφόρητη σταματήστε επιτέλους να ρεύεστε, σεβαστείτε τους συνανθρώπους σας.
- Φιλαράκο μου έχεις δίκιο, του λέει εκείνος ντροπιασμένος, αλλά να πολέμησα στο Βιετνάμ και από τα τοξικά απόβλητα έχω πρόβλημα στο στομάχι, ορίστε και το χαρτί του γιατρού.
- Με συγχωρείτε, του λέει, άμα είναι παθολογικό το ζήτημα δεν πειράζει.
Μετά από λίγο κατεβαίνει αυτός και μπαίνει ένας άλλος κάθεται δίπλα του κρατώντας μια τρίχα αυτή τη φορά. Την τραβάει από εδώ την τραβάει από εκεί την κάνει έτσι την κάνει αλλιώς τον κοιτάει διακριτικά ο διπλανός του τίποτα αυτός συνεχίζει ακάθεκτος.
Τέλος ο πρώτος του λέει:
- Από το Βιετνάμ;
Και του απαντάει εκείνος:
Όχι απταρχίδια μου.
Μια μέρα η δασκάλα στο σχολείο βάζει έκθεση με θέμα "Μια συνηθισμένη μέρα".
Ο Τοτός έγραψε:
"Το πρωί ξυπνάω, πλένομαι, ντύνομαι, τρώω πρωινό, πηδάω τη βεράντα, πάω σχολείο, γυρνάω σπίτι, τρώω μεσημεριανό, κάνω τα μαθήματά μου, βλέπω τηλεόραση, τρώω βραδινό και κοιμάμαι. Την επόμενη μέρα ξυπνάω, πλένομαι, ντύνομαι τρώω πρωινό, πηδάω τη βεράντα, πάω σχολείο, γυρνάω σπίτι, τρώω μεσημεριανό, κάνω τα μαθήματά μου, βλέπω τηλεόραση, τρώω βραδινό και κοιμάμαι."
Μόλις το βλέπει αυτό η δασκάλα του Τοτού λέει ότι κάτι δεν πάει καλά και κρίνει ότι πρέπει να δει τους γονείς του Τοτού για να καταλάβει τι του συμβαίνει.
Αποφασίζει λοιπόν να πάει σπίτι του.
Φτάνει στο σπίτι και χτυπά το κουδούνι. Ανοίγει τη πόρτα μια κυρία.
- Καλησπέρα. Εσείς είστε ασφαλώς η μητέρα του Τοτού, λέει η δασκάλα.
- Όχι, εγώ είμαι η Βεράντα! λέει η κυρία.
Μια κοπέλα, μετά από πολύ και αποτυχημένο ψάξιμο για άντρα, αποφασίζει να καταφύγει στην παλιά καλή μέθοδο του δονητή.
Αγοράζει λοιπόν τα απαραίτητα σύνεργα και κατόπιν κλείνετε στο δωμάτιο της για να βρει την πολυπόθητη ικανοποίηση που τόσο καιρό είχε στερηθεί.
Για κακή της τύχη όμως, πάνω στο καλύτερο σημείο, ο πατέρας της ακούει τους αναστεναγμούς και τις κραυγές και μπαίνει στο δωμάτιο της.
Ξαφνιασμένος από την σκηνή που έβλεπε ο άνθρωπος, ρωτάει την κόρη του τι κάνει εκεί με τον δονητή.
Η μικρή σκέφτεται λίγο και μετά με φυσικότατο ύφος λέει στον πατέρα της:
"Καλά ρε πατέρα, με όλες αυτές τις ασθένειες που κυκλοφορούν τι θες να κάνω; Να πάω με κανέναν και να κολλήσω ένα σωρό αρρώστιες;"
Ο πατέρας το σκέφτεται για λίγο και φεύγει αμίλητος.
Την δεύτερη μέρα πάλι το ίδιο σκηνικό."Μα καλά κόρη μου, πάλι τα ίδια;" ρωτά απορημένος ο πατέρας.
Η κόρη, με πιο τσαμπουκαλίστικο ύφος αυτή την φορά, γυρνά στον πατέρα της και του λέει ότι του είχε πει και την προηγούμενη φορά.
Ο πατέρας το σκέφτεται για λίγο και φεύγει και πάλι αμίλητος.
Την τρίτη μέρα, για να μην τα πολυλογώ, εκτυλίσσεται η ίδια ιστορία.
Την τέταρτη μέρα, η κόρη ψάχνει για τον δονητή της αλλά μάταια. Έχει αναστατώσει όλο το δωμάτιο χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά αποφασίζει να ρωτήσει τον πατέρα της.
Πάει στο σαλόνι για να τον βρει και τότε βλέπει τον πατέρα της καθισμένο σε μιά καρέκλα, από την άλλη μεριά του τραπεζιού τον δονητή της και επάνω στο τραπέζι δύο ποτήρια κρασί.
Απορημένη γυρίζει στον πατέρα της και τον ρωτάει:
"Μα καλά βρε πατέρα, Τι κάνεις εκεί;"
Και ο πατέρας με φυσικότατο ύφος:
"Δεν βλέπεις κόρη μου; ΤΑ ΠΙΝΩ ΜΕ ΤΟΝ ΓΑΜΠΡΟ ΜΟΥ"