Ένας τύπος από την πόλη με την κοπελιά του οδηγούσαν στην αμερικανική έρημο.
Κάπου εκεί πέρα έπαθαν λάστιχο και σταμάτησαν να το αλλάξουν.
Τότε ο τύπος παρατήρησε ένα καουμπόι, που φορούσε όλα τα γνωστά αξεσουάρ, να κάθεται στο άλογό του και να στρίβει τσιγάρο.
Ο τύπος είπε στο κορίτσι ότι θα έβαζε τον καουμπόι να τους αλλάξει το λάστιχο και αυτοί απλά θα κάθονταν και θα περίμεναν.
- Ε, βλάκα, κατέβα από το άλογο και έλα εδώ να αλλάξεις το λάστιχο.
Ο καουμπόι τους αγνόησε.
- Ε, παλιόπουστα, σου είπα να έρθεις εδώ και να αλλάξεις το λάστιχο, θες να σε γαμήσω;
Τότε ο καουμπόι τον κοίταξε και του είπε:
- Θα σου πω φιλαράκο, πρώτα θα τελειώσω το τσιγάρο μου.
Μετά θα κατέβω από το άλογό μου, θα σε δείρω, θα σε βάλω να αλλάξεις το λάστιχό σου.
Κατόπιν θα πηδήσω το κορίτσι σου, και θα σε βάλω να βαστάς τα αρχίδια μου για να μην ακουμπάνε στην καυτή άμμο, ενώ θα πηδάω.
Αργότερα, ενώ οδηγούσαν πάλι, είπε το κορίτσι:
- Πώπω, ο καουμπόι ήταν πολύ σκληρός μάγκας, ε;
- Όχι μωρέ, σιγά, δεν είδες τι μορφασμούς πόνου έκανε όταν άφηνα τα αρχίδια του και έπεφταν στην καυτή άμμο;
Κλασικός λαϊκός χασάπης (μουστακαλής, μάγκας κτλ) ξεκοκαλίζει ένα μοσχάρι. Φωνάζει τον μικρό του μαγαζιού και τον λέει επιτακτικά:
Πάρε αυτά τα φιλέτα και πήγαινε τα στην κυρά σου για να τα φάμε το μεσημέρι.
Σφήνα ο μικρός πηγαίνει στο σπίτι του αφεντικού, ανοίγει την πόρτα, ακούει θορύβους από την κρεβατοκάμαρα. Σιγά σιγά πηγαίνει και βλέπει την γυναίκα του αφεντικού να πηδ**ται με έναν άγνωστο τύπο. Τροχάδην επιστροφή στο χασάπικο το οποίο σημειώτεον είναι γεμάτο πελάτες και λέει στο αφεντικό:
Αφεντικό τρέχα τρέχα σου γα**νε την γυναίκα. Ο χασάπης προσβεβλημένος σηκώνει το κεφάλι και φωνάζει:
Βρε τσόγλ**** τι είπες, θα πεθάνεις επί τόπου.
Ο πιτσιρικάς επιμένει και φωνάζει ότι αφεντικό άμα δεν με πιστεύεις πάμε σπίτι να δεις ότι σου γα**νε την γυναίκα.
Πλέον ο χασάπης εκνευρισμένος παίρνει ένα μαχαίρι και ένα τσεκούρι και μαζί με τον πιτσιρικά πηγαίνει σπίτι του όπου ανοίγοντας την πόρτα βλέπει όντας την γυναίκα του να πη***ται στην κρεβατοκάμαρα του με ένα κρεμανταλά. Ωρυόμενος ο χασάπης φωνάζει:
Που**να θα σε σκίσω, πούστη θα πεθάνεις και ορμάει εναντίον του εραστή.
Σηκώνει το μαχαίρι με το αριστερό χέρι και το κατεβάζει προς τον εραστή αλλά αυτός σηκώνει το ένα του χέρι και το ακινητοποιεί.
Σαστισμένος ο χασάπης σηκώνει το δεξί του χέρι και με το τσεκούρι προσπαθεί να χτυπήσει τον εραστή αλλά αυτός χειροδύναμος όπως ήταν σηκώνει το άλλο του χέρι και τον σταματά.
Πλέον ο χασάπης νοιώθει τον κόσμο να χάνεται, στα μάτια του υπάρχει απελπισία αλλά ξαφνικά ακούει τον πιτσιρικά να φωνάζει:
Αφεντικο χτυπα τον με τα κερατα, με τα κερατα

Ο δικαστής προς την ηλικιωμένη Κυρία -σας παρακαλώ, μπορείτε να μας πείτε την ηλικία σας;
- Φυσικά, κύριε δικαστά, είμαι 91 ετών -μπορείτε να μας πείτε με ηρεμία τι σας συνέβη;
- Καθόμουνα σε μια καρέκλα, στο πεζοδρόμιο, μπροστά στο σπίτι μου, ήταν ένα ανοιξιάτικο απόγεμα, έκανε ωραίο καιρό. Ένας νεαρός ήρθε και κάθισε δίπλα μου -τον γνωρίζατε;
- Όχι, αλλά μού φάνηκε συμπαθητικός -μετά, τι έγινε;
- Άρχισε να μού χαϊδεύει το μπούτι -και εσείς τον σταματήσατε;
- Όχι, κύριε δικαστά -γιατί, όχι;
- Ε, να, ήταν ευχάριστο. Από τότε που πέθανε ο μακαρίτης ο άντρας μου, εδώ και τριάντα χρόνια, κανένας δεν μού είχε κάνει τέτοια χειρονομία -μετά;
- Μετά άρχισε να μου χαϊδεύει τα βυζιά -τού ζητήσατε να σταματήσει;
- Όχι -γιατί, όχι;
- Να, κύριε δικαστά, αυτά τα ερεθιστικά χάδια σαν να μού έδωσαν νέα ζωή, χρόνια είχα να νοιώσω έτσι -μετά;
- Νοιώθοντας λοιπόν πολύ σέξι, άνοιξα τα γέρικα μπούτια μου και τού είπα -νεαρέ, πάρε με, κάνε με δική σου!
- Και αυτός τι έκανε, "σας έκανε δική του";
- Κάθε άλλο! άρχισε να φωνάζει Πρωταπριλιά! Πρωταπριλιά! χαχανίζοντας και τότε πήγα μέσα, πήρα το περίστροφο του άντρα μου και τον καθάρισα τον καθικη!
Είναι τρία σκυλιά, ένα κανίς, ένα ντόπερμαν και ένας "κοπρόσκυλος", στο θάλαμο αναμονής ενός κτηνιατρείου και συζητούν για τους λογούς που βρίσκονται εκεί. Λέει το κανίς:
- Εγώ ήμουν μια πολύ καλή και υπάκουη σκυλίτσα, αλλά όταν έφυγε η κυρία μου για διακοπές, με ξέχασε στο σπίτι με λίγο νερό και λίγο φαγητό, είχε κλείσει και τα πατζούρια και το σπίτι ήταν σκοτεινό. Τι να κάνω κι εγώ η σκυλίτσα, τις δύο πρώτες μέρες άντεξα, αλλά την τρίτη μέρα τρελάθηκα: έσκισα τα υφάσματα στους καναπέδες και τις κουρτίνες, έφαγα τα κρόσια των χαλιών, γενικά έκανα το σπίτι άνω-κάτω... Όταν γύρισε η κυρία μου, εκνευρίστηκε με το χάλι που δημιούργησα και μ΄ έφερε εδώ για ευθανασία. Κατόπιν λέει το ντόπερμαν:
- Εμένα το αφεντικό μου με πήρε μαζί του στην εξοχή, όπου πέρασα πολύ ωραία: έτρεχα ελεύθερος στα χωράφια, έπαιζα με τ΄ άλλα ζώα και ανέπνεα καθαρό αέρα. Αλλά όταν μ΄ έφερε εδώ στην Αθήνα και με πήγε μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο του σπιτιού μας, "σάλταρα" εντελώς. Ακουγα τις κόρνες των αυτοκινήτων, ανέπνεα τα καυσαέρια τους, δεν μπορούσα να τρέξω λόγω της πολυκοσμίας, με πάτησε κατά λάθος κι ένας κύριος. Ε τότε, λύσσαξα και δάγκωσα το αφεντικό μου στο πόδι. Κι έτσι μ΄ έφερε εδώ για ευθανασία. Εσένα ρε κοπρόσκυλε τι σου συνέβη; Και απαντά ο "κοπρόσκυλος":
- Εγώ τώρα τελευταία συχνάζω σε μια γειτονιά, όπου μένει μια πολύ καλή κυρία και μου αφήνει φαγητό στα σκαλοπάτια του σπιτιού της κάθε μεσημέρι. Προχθές το μεσημέρι, λοιπόν, που έβρεχε πολύ, βγήκε έξω με το νυχτικό της και άφησε το φαγητό μου στα σκαλοπάτια του σπιτιού της. Εγώ, έτσι όπως την είδα με το νυχτικό της που είχε ήδη βραχεί και με τις ωραίες καμπύλες, τα βυζάκια και το κωλαράκι της να διαγράφονται κάτω από το βρεγμένο νυχτικό, τι να έκανα, ο κοπρόσκυλος, κάβλωσα και της τον κάρφωσα. - Ε, και τι έγινε μετά; Σ΄ έφερε εδώ για ευθανασία; τον ρώτησαν τα άλλα σκυλιά. -Όχι, για να μου κόψει τα νύχια ! απάντησε ο κοπρόσκυλος.

Ένας άντρας πάει στο γιατρό και του λέει:
- "Γιατρέ έχω ένα πρόβλημα, δε μπορώ να ικανοποιήσω σεξουαλικά τη γυναίκα μου. Τι μου συστήνετε να κάνω;"
- "Θα αγοράσεις Βιάγκρα και θα παίρνεις ένα χάπι πριν κάνεις έρωτα με τη γυναίκα σου.", του απαντά ο γιατρός.
Ένα βράδι, μετά από μια βδομάδα, γυρίζει σπίτι του μεθυσμένος και παίρνει όλο το κουτί, ορμάει στη γυναίκα του και την αφήνει λιπόθυμη. Μετά ορμάει και στον πεθερό του και τον αφήνει κι αυτόν λιπόθυμο. Οπότε πάει στο γιατρό την επόμενη μέρα και του λέει:
- "Γιατρέ σώσε με, πήρα υπερβολική δόση και όρμισα στη γυναίκα μου και μετά στο πεθερό μου και τους άφησα λιπόθυμους. Τι να κάνω;
- "Μια είναι η θεραπεία τώρα, να χώσεις την ψωλή σου σε ένα μπουκάλι γάλα", του λέει ο γιατρός.
Όπως πήγαινε σπίτι του βλέπει στο δρόμο ένα γαλατά, του παίρνει δια της βίας ένα μπουκάλι γάλα και χώνει την ψωλή του μέσα. Εκείνη τη στιγμή μόλις είχε συνέλθει ο πεθερός του, τον βλέπει από το παράθυρο και λέει:
- "Ωχ! την ξαναγεμίζει και έρχεται."
Ήταν ένας νέος και ένας γέρος σε ηλικία και ψαρεύανε. Κάποια στιγμή πετάγεται ο νέος και λέει:Έπιασα ένα ψάρι. Πετάγεται και ο γέρος:Και εγώ έπιασα ένα. Λέει ο νέος:Καλά ρε το ίδιο πιάσαμε?αφού εγώ κατάλαβα ότι το έπιασα,με τράβηξε!Λέει ο γέρος:Δεν ξέρω παλικάρι μου ας το βγάλουμε έξω να δούμε ποιος το τσίμπησε. Συμφωνεί ο νέος.. Το βγάζουν έξω και όντως το τσίμπησε και ο ένας και ο άλλος. Λέει ο νέος:Τι θα κάνουμε τώρα?Και εγώ δικαιούμαι να το πάρω και εσύ. Να το μοιράσουμε στα δύο δεν γίνεται. Σκέφτεται ο γέρος και λέει:Λοιπόν παλικάρι μου το βρήκα. Θα κάτσουμε να γαμ***με μια ο ένας μια ο άλλος και όποιος αντέξει πιο πολύ θα πάρει το ψάρι,συμφωνείς?Λέει ο νέος:Φυσικά!Λέει ο γέρος:Εγώ σαν γεροντάκος θα αρχίσω πρώτος.. Λέει ο νέος:Οκ κανένα πρόβλημα. Αρχίζει ο γέρος πη**ει πη**ει τελειώνει κάποια στιγμή. Λέει ο νέος: Οκ τώρα η σειρά μου…. Και λέει ο γέρος:¶στο φίλε κράτα το το ψάρι. Εγώ να γαμ**σω ήθελα!
Μια φορά ένας κολλημένος τύπος με το τζόγο πάει στο Καζίνο. Μετά από 2 ώρες βγαίνει έξω ταπί και ψύχραιμος. Δεν του είχε μέινει επάνω του δεκάρα τσακιστή. Ο τύπος δεν είχε δικό του αυτοκίνητο και βγαίνοντας λοιπόν έξω από το καζίνο βλέπει ένα και μοναδικό ΤΑΧΙ. Πάει λοιπόν στον ταξιτζή και του λέει. Σε παρακαλώ πολύ, δεν έχω φράγκο επάνω μου, τα έχασα όλα απόψε, πήγαινέ με όμως σπιτι και θα σου δώσω τα διπλά από όσο θα γράψει το ΤΑΧΙ. Ο ταρίφας αναίσθητος, χωρίς καν να γυρίσει να τον κοιτάξει του λέει. Χωρίς λεφτά δεν πάω πουθενά. Ο τύπος του λέει. Πήγαινέ με και θα σου δώσω τα τριπλά από όσο θα γράψει το ΤΑΧΙ μόλις φτάσω σπίτι. Ο ταρίφας τα ίδια. Δεν κουνιότανε με τίποτα, παρά τις δελεαστικές προσφορές.! Τελικά, (και χωρίς να υπάρχει άλλο ΤΑΧΙ τριγύρω), ο τύπος αναγκάστηκε να περπατήσει όλο το βράδυ μέχρι που ξημέρωσε όταν έφτασε σπίτι του, αλλά τα πόδια του είχαν τουμπανιάσει μετά από 20 Km βάδην όλη τη νύχτα. Δεν ξέχασε όμως τον ταρίφα και ήθελε να τον εκδικηθεί. Πάει λοιπόν ξανά μετά από μερικές μέρες στο ίδιο Καζίνο. Όμως αυτή τη φορά είχε κρατήσει στην μία τσέπη του παντελονιού του 300 euro για το ΤΑΧΙ. Αφού λοιπόν έχασε και πάλι όλα του τα λεφτά, βγαίνοντας έξω από το Καζίνο, προς έκπληξή του δεν είδε 1 αλλά 10 Τ¶ΧΙ στην σειρά και ο ταξιτζής που μερικά βράδια πριν του είχε κάνει την καζούρα, να είναι ο τελευταίος στην σειρά των ΤΑΧΙ. Πάει λοιπόν ο τύπος στον πρώτο ταξιτζή, και του λέει…Τα βλέπεις αυτα τα 300 euro; Είναι όλα δικά σου υπό τον όρο ότι θα κάνεις μία στάση στην διαδρομή και θα μου πάρεις μια ΠΙΠΑ. Περιττό να πώ ότι ο Ταξιτζής τον σκυλόβρισε και τον πέταξε αμέσως έξω από το Ταξί του. Να μην τα πολυλογώ, ο τύπος έλεγε τα ίδια σε κάθε ταξιτζή μέχρι που τελικά έφτασε στο τελευταίο ταξί – (στον ταξιτζή που του είχε κάνει το καψόνι πριν μερικά βράδια)πάει λοιπόν και λέει στον ταρίφα,… Τα βλέπεις αυτά τα 300 euro; Είναι όλα δικά σου αν με πας σπίτι σε 5 λεπτά. (απόσταση 20 km). Μόλις ο ταρίφας είδε το χρήμα τρελάθηκε από χαρά. Ότι θέλει ο πελάτης, στας διαταγάς σας κλπ… Μπαίνει λοιπόν μέσα στο ταξί ο τύπος και πριν ο ταρίφας ξεκινήσει του λέει ο τύπος. Θέλω να μου κάνεις ακόμα μια μικρή χάρη, αν μπορείς. Ο ταρίφας του λέει,…. ΟΤΙ ΘΈΛΕΙ Ο ΠΕΛΑΤΗΣ …και ο τύπος του λέει….»ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΦΕΥΓΟΥΜΕ, ΚΑΙ ΘΑ ΠΕΡΝΑΜΕ ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΤΑΞΙΤΖΗΔΕΣ, ΘΈΛΩ ΝΑ ΤΟΥΣ ΧΑΜΟΓΕΛΑΣ, ΝΑ ΚΟΡΝΑΡΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΑΣ ΚΟΥΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ»!