Ένας τύπος από την πόλη με την κοπελιά του οδηγούσαν στην αμερικανική έρημο.
Κάπου εκεί πέρα έπαθαν λάστιχο και σταμάτησαν να το αλλάξουν.
Τότε ο τύπος παρατήρησε ένα καουμπόι, που φορούσε όλα τα γνωστά αξεσουάρ, να κάθεται στο άλογό του και να στρίβει τσιγάρο.
Ο τύπος είπε στο κορίτσι ότι θα έβαζε τον καουμπόι να τους αλλάξει το λάστιχο και αυτοί απλά θα κάθονταν και θα περίμεναν.
- Ε, βλάκα, κατέβα από το άλογο και έλα εδώ να αλλάξεις το λάστιχο.
Ο καουμπόι τους αγνόησε.
- Ε, παλιόπουστα, σου είπα να έρθεις εδώ και να αλλάξεις το λάστιχο, θες να σε γαμήσω;
Τότε ο καουμπόι τον κοίταξε και του είπε:
- Θα σου πω φιλαράκο, πρώτα θα τελειώσω το τσιγάρο μου.
Μετά θα κατέβω από το άλογό μου, θα σε δείρω, θα σε βάλω να αλλάξεις το λάστιχό σου.
Κατόπιν θα πηδήσω το κορίτσι σου, και θα σε βάλω να βαστάς τα αρχίδια μου για να μην ακουμπάνε στην καυτή άμμο, ενώ θα πηδάω.
Αργότερα, ενώ οδηγούσαν πάλι, είπε το κορίτσι:
- Πώπω, ο καουμπόι ήταν πολύ σκληρός μάγκας, ε;
- Όχι μωρέ, σιγά, δεν είδες τι μορφασμούς πόνου έκανε όταν άφηνα τα αρχίδια του και έπεφταν στην καυτή άμμο;
Ο δικαστής προς την ηλικιωμένη Κυρία -σας παρακαλώ, μπορείτε να μας πείτε την ηλικία σας;
- Φυσικά, κύριε δικαστά, είμαι 91 ετών -μπορείτε να μας πείτε με ηρεμία τι σας συνέβη;
- Καθόμουνα σε μια καρέκλα, στο πεζοδρόμιο, μπροστά στο σπίτι μου, ήταν ένα ανοιξιάτικο απόγεμα, έκανε ωραίο καιρό. Ένας νεαρός ήρθε και κάθισε δίπλα μου -τον γνωρίζατε;
- Όχι, αλλά μού φάνηκε συμπαθητικός -μετά, τι έγινε;
- Άρχισε να μού χαϊδεύει το μπούτι -και εσείς τον σταματήσατε;
- Όχι, κύριε δικαστά -γιατί, όχι;
- Ε, να, ήταν ευχάριστο. Από τότε που πέθανε ο μακαρίτης ο άντρας μου, εδώ και τριάντα χρόνια, κανένας δεν μού είχε κάνει τέτοια χειρονομία -μετά;
- Μετά άρχισε να μου χαϊδεύει τα βυζιά -τού ζητήσατε να σταματήσει;
- Όχι -γιατί, όχι;
- Να, κύριε δικαστά, αυτά τα ερεθιστικά χάδια σαν να μού έδωσαν νέα ζωή, χρόνια είχα να νοιώσω έτσι -μετά;
- Νοιώθοντας λοιπόν πολύ σέξι, άνοιξα τα γέρικα μπούτια μου και τού είπα -νεαρέ, πάρε με, κάνε με δική σου!
- Και αυτός τι έκανε, "σας έκανε δική του";
- Κάθε άλλο! άρχισε να φωνάζει Πρωταπριλιά! Πρωταπριλιά! χαχανίζοντας και τότε πήγα μέσα, πήρα το περίστροφο του άντρα μου και τον καθάρισα τον καθικη!
Είναι τρία σκυλιά, ένα κανίς, ένα ντόπερμαν και ένας "κοπρόσκυλος", στο θάλαμο αναμονής ενός κτηνιατρείου και συζητούν για τους λογούς που βρίσκονται εκεί. Λέει το κανίς:
- Εγώ ήμουν μια πολύ καλή και υπάκουη σκυλίτσα, αλλά όταν έφυγε η κυρία μου για διακοπές, με ξέχασε στο σπίτι με λίγο νερό και λίγο φαγητό, είχε κλείσει και τα πατζούρια και το σπίτι ήταν σκοτεινό. Τι να κάνω κι εγώ η σκυλίτσα, τις δύο πρώτες μέρες άντεξα, αλλά την τρίτη μέρα τρελάθηκα: έσκισα τα υφάσματα στους καναπέδες και τις κουρτίνες, έφαγα τα κρόσια των χαλιών, γενικά έκανα το σπίτι άνω-κάτω... Όταν γύρισε η κυρία μου, εκνευρίστηκε με το χάλι που δημιούργησα και μ΄ έφερε εδώ για ευθανασία. Κατόπιν λέει το ντόπερμαν:
- Εμένα το αφεντικό μου με πήρε μαζί του στην εξοχή, όπου πέρασα πολύ ωραία: έτρεχα ελεύθερος στα χωράφια, έπαιζα με τ΄ άλλα ζώα και ανέπνεα καθαρό αέρα. Αλλά όταν μ΄ έφερε εδώ στην Αθήνα και με πήγε μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο του σπιτιού μας, "σάλταρα" εντελώς. Ακουγα τις κόρνες των αυτοκινήτων, ανέπνεα τα καυσαέρια τους, δεν μπορούσα να τρέξω λόγω της πολυκοσμίας, με πάτησε κατά λάθος κι ένας κύριος. Ε τότε, λύσσαξα και δάγκωσα το αφεντικό μου στο πόδι. Κι έτσι μ΄ έφερε εδώ για ευθανασία. Εσένα ρε κοπρόσκυλε τι σου συνέβη; Και απαντά ο "κοπρόσκυλος":
- Εγώ τώρα τελευταία συχνάζω σε μια γειτονιά, όπου μένει μια πολύ καλή κυρία και μου αφήνει φαγητό στα σκαλοπάτια του σπιτιού της κάθε μεσημέρι. Προχθές το μεσημέρι, λοιπόν, που έβρεχε πολύ, βγήκε έξω με το νυχτικό της και άφησε το φαγητό μου στα σκαλοπάτια του σπιτιού της. Εγώ, έτσι όπως την είδα με το νυχτικό της που είχε ήδη βραχεί και με τις ωραίες καμπύλες, τα βυζάκια και το κωλαράκι της να διαγράφονται κάτω από το βρεγμένο νυχτικό, τι να έκανα, ο κοπρόσκυλος, κάβλωσα και της τον κάρφωσα. - Ε, και τι έγινε μετά; Σ΄ έφερε εδώ για ευθανασία; τον ρώτησαν τα άλλα σκυλιά. -Όχι, για να μου κόψει τα νύχια ! απάντησε ο κοπρόσκυλος.
Ένας τύπος μπαίνει σ ένα μπαρ Κάθεται, παραγγέλνει το ποτό του και βλέπει ότι στο μπαρ υπάρχει μόνο μία γυναίκα, καθισμένη, μόνη της κι αυτή, λίγο παραπέρα Την πλησιάζει από πίσω και απλώνει τα χέρια του, την αγκαλιάζει κι αρχίζει να της φιλάει τα μαλλιά Η γυναίκα γυρνάει ξαφνικά και του αστράφτει ένα χαστούκι "Συγνώμη", λέει αυτός "μου φάνηκε ότι είσαι η γυναίκα μου"
"Ανόητε, μεθύστακα, ηλίθιο, ανίκανο ζώο!", φωνάζει αυτή "Για δες πλάκα . . . ", λέει αυτός, "δεν της μοιάζεις μόνο . .. Ακούγεσαι και ίδια μ αυτήν!"
Ένας άντρας πάει στο γιατρό και του λέει:
- "Γιατρέ έχω ένα πρόβλημα, δε μπορώ να ικανοποιήσω σεξουαλικά τη γυναίκα μου. Τι μου συστήνετε να κάνω;"
- "Θα αγοράσεις Βιάγκρα και θα παίρνεις ένα χάπι πριν κάνεις έρωτα με τη γυναίκα σου.", του απαντά ο γιατρός.
Ένα βράδι, μετά από μια βδομάδα, γυρίζει σπίτι του μεθυσμένος και παίρνει όλο το κουτί, ορμάει στη γυναίκα του και την αφήνει λιπόθυμη. Μετά ορμάει και στον πεθερό του και τον αφήνει κι αυτόν λιπόθυμο. Οπότε πάει στο γιατρό την επόμενη μέρα και του λέει:
- "Γιατρέ σώσε με, πήρα υπερβολική δόση και όρμισα στη γυναίκα μου και μετά στο πεθερό μου και τους άφησα λιπόθυμους. Τι να κάνω;
- "Μια είναι η θεραπεία τώρα, να χώσεις την ψωλή σου σε ένα μπουκάλι γάλα", του λέει ο γιατρός.
Όπως πήγαινε σπίτι του βλέπει στο δρόμο ένα γαλατά, του παίρνει δια της βίας ένα μπουκάλι γάλα και χώνει την ψωλή του μέσα. Εκείνη τη στιγμή μόλις είχε συνέλθει ο πεθερός του, τον βλέπει από το παράθυρο και λέει:
- "Ωχ! την ξαναγεμίζει και έρχεται."