Ήταν ένας που είχε το αριστερό του αρ**δι ξύλινο και το δεξιό του σιδερένιο. Πάει λοιπόν στο γιατρό... Να γιατρέ μου έχω σοβαρό πρόβλημα. Έχω ένα ξύλινο και ένα σιδερένιο αρ**δι.
- Οοο κύριε το πρόβλημα σας είναι πολύ σοβαρό, δεν το έχω ξανακούσει αυτό ποτέ.
- Να είμαι και παντρεμένος...
- Ποπο κύριε έχετε τέτοιο πρόβλημα και είστε και παντρεμένος; Μπράβο σας.
- Να με τη γυναίκα μου κάνω και έρωτα.
- Ποπο έχετε τέτοιο πρόβλημα και μπορείτε να κάνετε και έρωτα; Πολύ καλά.
- Έχω και δύο παιδιά γιατρέ μου.
- Αυτό είναι εκπληκτικό αφού έχετε αυτό το σοβαρό πρόβλημα. Και πόσο χρονών είναι τα παιδιά σας;
- Να ο Πινόκιο είναι εφτά και ο Ρομποκοπ μπαίνει στα τέσσερα!

Ήταν μια φορά, 2 μπο***λα το ένα απέναντι από το άλλο. Το ένα είχε συνέχεια δουλειά, ενώ στο άλλο βάραγαν μύγες. Αναρωτιέται η τσατσά τι τρέχει και δεν έχει δουλειά. Και καθαρό μπο***λο έχω, και ωραίες κοπέλες έχω, λέει, γιατί όμως δεν έρχεται κανείς;
Φωνάζει το μπράβο.
- "Μήτσο, πήγαινε απέναντι και κάνε τον πελάτη, να μου πεις γιατί έχει τόση δουλειά και εμείς όχι."
Πηγαίνει απέναντι λοιπόν. Χλιδή, καθαρά, και ωραίες πο***νες.
Έρχεται η τσατσά:
- "Τι θα θέλατε;"
- "Τι προσφέρετε εσείς;", ρωτάει ο Μήτσος.
- "Τα πάντα. Πισωκολλητό, απλό, παρτούζες, στάσεις 69, και φυσικά τσι***κι με τραγούδι!"
- "Τσι***κι με τραγούδι; δηλαδή", ρωτάει ο Μήτσος;
- "Θα σας παίρνει τσ***κι η κοπέλα και ταυτόχρονα θα σας τραγουδάει!"
- "Και πως γίνεται αυτό;"
- "Μυστικό!"
- "Καλά, λέει, αυτή την κοπέλα θέλω."
Μπαίνει στο δωμάτιο, έρχεται και η κοπέλα. Τον ρωτάει:
- "Τι θέλετε να ακούσετε.
- "Ρουβά", λέει αυτός.
Εντάξει λέει η κοπέλα, τον ξαπλώνει στο κρεβάτι, σβήνει το φως, αρχίζει να του παίρνει τσι****κι και να του τραγουδάει Ρουβά.
Τελειώνει, πληρώνει, και πηγαίνει στο μπο***λο που δουλεύει και λέει στην τσατσά ότι υπάρχει μια κοπέλα που του πήρε τσιμπούκι και ταυτόχρονα τραγουδούσε!
- "Πώς το έκανε", τον ρωτάει;
- "Δεν ξέρω, γιατί είχε σβήσει το φως."
- "Να πας ξανά", του λέει, "και να μάθεις."
Ξαναπηγαίνει, παίρνει την ίδια κοπέλα.
- "Τι θέλετε να ακούσετε τώρα;"
- "Καζαντζίδη."
- "Εντάξει", λέει. Αρχίζει το τσιi***κι και να τραγουδάει.
Ξαφνικά ο Μήτσος ανάβει το φως και βλέπει πάνω στο κομοδίνο ένα γυάλινο μάτι!
Δυο νάνοι κέρδισαν το Λόττο.
Το πρώτο πράμα που κάνανε ήταν να αγκαζάρουν δυο πουτ**** και να πάνε σ ένα ξενοδοχείο. Τα δωμάτιά τους είναι δίπλα-δίπλα. Παίρνουν ο καθένας από μια γυναίκα λοιπόν και αποσύρονται. Ο ένας απ τους δυο, μόλις έπεσε στο κρεβάτι, ακούει από δίπλα:
- «Ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ». Ενθουσιάστηκε που ο φίλος του άρχισε τη... γυμναστική τόσο νωρίς και βγάζει όλα τα ρούχα του. Ακόμα ακούει απ το διπλανό δωμάτιο:
- «Ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ». Μετά από κάνα τέταρτο, που ο ίδιος βρισκότανε στα προκαταρτικά ακόμη, συνεχίζει να ακούει από δίπλα:
- «Ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ» κι αναρωτιέται που τη βρίσκει τόση αντοχή ο φίλος του. Προσπαθεί να συγκεντρωθεί σ αυτό που κάνει ο ίδιος, αλλά οι φωνές του φίλου του απ το διπλανό δωμάτιο, «ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ», δεν τον αφήνουν και, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της πουτ**** , δεν καταφέρνει να σηκώσει ούτε το δάχτυλό του. Ακόμα κι όταν εγκατέλειψε τις προσπάθειες απογοητευμένος και έπεσε για ύπνο συνέχισε ν ακούει απ το διπλανό δωμάτιο τις φωνές του φίλου του, που δεν είχε σταματήσει καθόλου:
- «Ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ, ένα, δύο, τρία, ωπ». Την επομένη συναντιόνται έξω απ τα δωμάτια τους, μετά που οι πουτ**** έχουν φύγει. Ο ένας είναι κατακόκκινος στο πρόσωπο και φαίνετε τελείως εξαντλημένος - Πώς τα πέρασες τη νύχτα; ρωτάει τον πρώτο νάνο, αυτόν που δεν του έκανε κούκου.
- Απαίσια, απαντάει εκείνος. Δεν είχα στύση. Κοιμήθηκα σαν πουλάκι και δεν έκανα τίποτα με τη γυναίκα.
- Τυχερό κω**παιδο, του λέει ο άλλος. Εγώ δεν τα κατάφερα ούτε στο κρεβάτι ν ανέβω.