Ο Γιωρίκας, ναυτικός από τα γεννοφάσκια του, αποφάσισε να παντρευτεί το καλύτερο κορίτσι του χωριού. Στην πρώτη τους νύχτα μαζί, της δείχνει το "τέρας" του και της λέει πως είναι μοναδικό στον κόσμο. Αυτή φυσικά τον πιστεύει.
Ο καιρός περνάει, ο Γιωρίκας μπαρκάρει για ένα ταξίδι Αμερική.
- Βραζιλία και όταν γυρνάει σπίτι του μετά από μήνες, βλέπει την γυναίκα του. Ορεξάτος όπως ήταν την πάει κατευθείαν στην κρεβατοκάμαρα. Εκεί αυτή του λέει:
- Γιωρίκα μ , δεν μου είχες πει πως αυτό είναι μοναδικό στον κόσμο;
- Ναι, μόνο εγώ έχω τέτοιο...
- Εγώ όμως ξέρω ότι έχει και ο Κωστίκας ένα τέτοιο.
- Α, κοίτα ο Κωστίκας δεν είχε, αλλά ήμασταν μαζί στρατό και επειδή εγώ είχα δύο του έδωσα το ένα...
- Μα καλά βρε Γιωρίκα, ήταν ανάγκη να του δώσεις το *καλύτερο*;
Ένα πλοίο βουλιάζει στη μέση του ωκεανού. Όλες οι βάρκες έχουν γεμίσει και έχουν φύγει, εκτός από μία, η οποία όμως χωράει τρία άτομα. Πάνω στο πλοίο έχουν μείνει ο καπετάνιος, δύο λευκοί και ένας μαύρος. Όταν φτάνουν στη βάρκα ο καπετάνιος λεει:
- Ως καπετάνιος του πλοίου, δικαιούμαι μία θέση. Ένας λοιπόν από εσάς δεν θα έρθει με τη βάρκα.
Μόλις το ακούει αυτό ο μαύρος, αρχίζει να γκρινιάζει:
- Ξέρω, εγώ θα μείνω γιατί είμαι μαύρος.
- Όχι, λεει ο καπετάνιος, εγώ δεν είμαι ρατσιστής και δεν θα επιτρέψω να γίνει κάτι τέτοιο. Θα γίνει κλήρωση με ερωτήσεις. Όποιος δεν απαντήσει σωστά θα μείνει πίσω. Σύμφωνοι;
- Σύμφωνοι! λένε όλοι.
- Λοιπόν, ποιο ήταν το μεγαλύτερο ναυάγιο στην ιστορίας; ρωτάει τον έναν λευκό.
- Ο Τιτανικός, ο Τιτανικός, απαντάει εκείνος.
- Σωστά, ανέβα στη βάρκα, του λέει όλο χαρά ο καπετάνιος. Πόσοι άνθρωποι πνίγηκαν; ρωτάει τον δεύτερο λευκό ο καπετάνιος.
- Χίλιοι πεντακόσιοι, απαντάει εκείνος.
- Σωστά! Κι εσύ, λέει ο καπετάνιος στον μαύρο, δώσε μου τα ονόματα και τις διευθύνσεις τους..
Μια ξανθιά Σουηδέζα που είχε έρθει στην Ελλάδα για διακοπές , θέλει να γυρίσει στην πατρίδα της αλλά δεν έχει καθόλου χρήματα .
Γνωρίζει τυχαία κάποιο ναυτικό , ο οποίος της υπόσχεται να την πάρει μαζί του στο πλοίο που δουλεύει και να την κατεβάσει στη Σουηδία , χωρίς να πληρώσει εισιτήριο . Με μια προϋπόθεση : σε κάθε λιμάνι που θα πιάνουν , εκείνη θα πρέπει να κάθεται να την πη ***.
Την παίρνει λοιπόν μαζί του στο καράβι , τη βάζει στην καμπίνα του και σε λίγο το πλοίο φεύγει .
Μετά από λίγη ώρα το πλοίο σφυρίζει , ακούγεται η άγκυρα που κατεβαίνει και η Σουηδέζα βλέπει από το φινιστρίνι το πλοίο να μπαίνει σε λιμάνι . Μετά από λίγο το πλοίο αναχωρεί και έρχεται ο ναυτικός στη καμπίνα να πη**** τη Σουηδέζα , όπως συμφώνησαν .
Δεν είχαν περάσει 15 από το πή*** και είχαν πιάσει πάλι λιμάνι . Μόλις το πλοίο αναχώρησε ο ναυτικός γύρισε πάλι στην καμπίνα και την πη*** για δεύτερη φορά . Κάθε 1/2 ώρα έπιαναν λιμάνι και ο ναυτικός γύριζε στην καμπίνα για να εισπράξει από τη Σουηδέζα . Η συμφωνία-συμφωνία .
Αυτό συνεχίστηκε όλη την ημέρα . Κάποια στιγμή η Σουηδέζα άρχισε να κουράζεται . " Δεν είναι δυνατόν ", σκεφτόταν , " τόσα πηδ*** σε μια μέρα ; Μέχρι να φτάσουμε στη Σουηδία θα έχω πεθάνει ! " Και αποφασίζει να ρωτήσει τον καπετάνιο , αφού ο ναυτικός απέφευγε να της απαντήσει .
" Πόσα λιμάνια είναι , καπετάνιε , μέχρι τη Σουηδία "
Και ο καπετάνιος :
" Δεν ξέρω , κοπέλα μου . Δεν έχω πάει ποτέ . Εγώ χρόνια τώρα κάνω μόνο Ρίο - Αντίρριο ! ".