Διαγωνισμός σκύλων. Ο Γερμανός βγαίνει μ ένα λύκο-"όνειρο". Βγάζει 10 μάρκα, του τα βάζει στο στόμα και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου. Κάνε αυτό που ξέρεις". Φσσστ, βολίδα ο σκύλος, εξαφανίζεται.
Ύστερα από δύο λεπτά γυρίζει με… τσιγάρα, εφημερίδα, καραμέλες και τα… ρέστα. Ο Αγγλος βγαίνει μ ένα υπέροχο σέτερ. Του δίνει 30 λίρες και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου, κάνε αυτό που ξέρεις"
. Ο σκύλος γυρίζει ύστερα από 10 λεπτά με… τσιγάρα, εφημερίδα, δύο σακούλες σούπερ μάρκετ γεμάτες αλλαντικά, τα ρέστα και την… απόδειξη. Ο Έλληνας βγαίνει μ ένα μούργο… Του δίνει δύο πεντοχίλιαρα και του λέει:
"Αντε, αγόρι μου, κάνε αυτό που ξέρεις". Περνάει μισή ώρα, μία, δύο, ρε που ναι ο σκύλος, τέλος πάντων, βγαίνουν να τον ψάξουν και τι να δουν; "Καβάλα"
Σε μια σκύλα ο μούργος, κάνει… αμέριμνος τη δουλειά του. Οπότε πετιέται ο Έλληνας και λέει:
"Γι αυτό, ρε γαμώ το, δεν του δίνω λεφτά. Όλα οι… πουτάνες του τα τρώνε…".
Ο Γιώργης ζει σε ένα χωριό και αποφασιζει να βαλει δορυφορικο πιατο.
Κατεβαίνει στην πόλη για να αγοράσει ένα. Πάει λοιπόν στην πόλη, το αγοράζει, επιστρέφει στο χωριό, το εγκαθιστά στην ταράτσα του, αλλά σκέφτεται:
"Πωπώ, αν μάθουν στο χωριό ότι πιάνω δορυφορική τηλεόραση θα έρχονται συνέχεια να βλέπουν σπίτι μου και θα με πρήξουν. Καλύτερα να κάνω ένα τοιχάκι γύρω του, για να μην βλέπουν τί υπάρχει στην ταράτσα μου."
Χτίζει το τοιχάκι.
Την άλλη μέρα περνά ένας χωριανός, βλέπει το τοιχάκι και ρωτάει.
- Ρε Γιώργη, τί είναι αυτό το τοιχάκι που έχεις βάλει στην ταράτσα σου;
- Α, αγόρασα έναν σκύλο, αλλά επειδή είναι πολύ μεγάλος και άγριος τον έχω περιφράξει για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο.
Φεύγει ο χωριάτης, το λέει στους χωριανούς, και θέλουν όλοι να δουν τον σκύλο.
Μία μέρα ο Γιώργης κατεβαίνει στην πόλη πάλι, πάνε οι χωριανοί, και ανεβαίνει ένας στην ταράτσα να δει τί έχει τελικά αυτό το τοιχάκι μέσα.
Ρίχνει αυτός μία ματιά και κατεβαίνει τρέχοντας.
- Τί έγινε ρε; Τί είδες; Τί έχει μέσα το τοιχάκι;
- Τί να σας πω ρε παιδιά! Πρέπει να είναι τεράστιος. Δεν ήταν ο σκύλος μέσα, αλλά είδα το πιάτο που ΤΡΩΕΙ!
Ένας τύπος έχει σχέση με κοπέλα από σπίτι.
Όλα πάνε καλά, εκτός από το ότι ο τύπος έχει πρόβλημα με την κλανοβαλβίδα του και κλάνει ασύστολα.
Αυτό τον κάνει να μην μπορεί να πάει να γνωρίσει τους γονείς της κοπέλας, επειδή ντρέπεται για το πρόβλημά του.
Από την άλλη όμως και η κοπέλα έχει πρόβλημα με τους γονείς της, οι οποίοι με το δίκιο τους θέλουν να γνωρίσουν τον φίλο της κόρης τους.
Έτσι μια μέρα, η κοπέλα πάει στον τύπο και του λέει:
- Ή θα έρθεις σπίτι να σε γνωρίσουν οι δικοί μου, ή τέλος.
- Καλά, πώς θα έλθω; Δεν ξέρεις το πρόβλημά μου;
- Tο ξέρω, αλλά κι εσύ πρέπει να κάνεις κάτι για τη σχέση μας.
Tι να κάνει κι αυτός, τελικά αποφάσισε να πάει. Πήρε τα απαραίτητα δώρα και κτυπάει την πόρτα.
Μπαίνει μέσα στο σπίτι και βλέπει μαζεμένους συγγενείς και φίλους για το χαρμόσυνο γεγονός.
Tον βάζουν και κάθεται σε μια πολυθρόνα στο σαλόνι.
Στο σπίτι υπάρχει κι ένας σκύλος ονόματι Skot, ο οποίος πάει και κάθεται κάτω από την πολυθρόνα του.
Eνώ όλα πάνε καλά, σε κάποια στιγμή του έρχεται η γνωστή ενόχληση για κλάσιμο.
Προσπαθεί να κρατηθεί αλλά μάταια. Κάνει τον αδιάφορο και την μπουμπουνάει. Αθόρυβη και μυρωδάτη...
Όλοι κρατούν τις μύτες τους και κοιτάζονται μεταξύ τους.
H μητέρα της κοπέλας είναι στην κουζίνα και κάτι ετοιμάζει όταν της έρχεται η μπόχα.
- Σκοοοοοοτ! φωνάζει στο σκυλί.
- Ωραία, λέει ο τύπος, νομίζουν ότι έκλασε ο σκύλος. Κλάνουμε ελεύθερα δηλαδή.
Kαι ξεκινάει το «πανηγύρι».
Kάθε τόσο που αμολάει και μία, η γνωστή φωνή από την κουζίνα επαναλαμβάνεται.
- Σκοοοοοοτ!
H ώρα έχει περάσει και πρέπει να φεύγει σιγά σιγά.
Όλα έχουν πάει καλά, είναι χαρούμενος για την κατάληξη της βραδιάς και σκέφτεται να ρίξει και την τελευταία και να την κοπανήσει.
Tην μπουμπουνάει λοιπόν, όλοι πιάνουν τις μύτες τους και ακούγεται πάλι η φωνή της μάνας.
- Σκοοοοοοτ! Tι περιμένεις αγόρι μου; Nα σε χέσει για να φύγεις;
Μια φήμη κυκλοφορεί στο δάσος ότι μια αγριεμένη αρκούδα έχει κάνει μια λίστα στην οποία έχει βάλει όλα τα ζώα τα οποία πρόκειται να κατασπαράξει.
Έντρομα τα ζώα αρχίζουν και πανικοβάλλουν το ένα το άλλο. Οι μέρες περνάνε, οι επιθέσεις ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει και τα νεύρα όλων των ζώων έχουν σπάσει. Κάποια από αυτά δεν θέλουν να ζουν πλέον με την αβεβαιότητα και παίρνουν την απόφαση να πάνε στην αρκούδα. Πάει πρώτα η αλεπού.
- Αρκούδα, έμαθα ότι έχεις μια λίστα με τα ζώα που θα κατασπαράξεις. Είναι αλήθεια;.
- Ναι, έτσι είναι, απαντάει η αρκούδα.
- Δεν μου λες κάτι; Κάνε μου μια χάρη. Δεν μπορώ να ζω άλλο με την αβεβαιότητα. Είσαι πιο δυνατή, το ξέρω, αλλά τουλάχιστον θα μου πεις αν είμαι κι εγώ στη λίστα;.
- Για κάτσε να τσεκάρω... Αλφα, αλεπού, ναι, μέσα είσαι.
- Αμάν, γαμώτο, τι ατυχία είναι να τελειώσω έτσι. Ας το κάνεις γρήγορα.
Χραπ, της τρώει το κεφάλι, πάει η αλεπού.
Πάει μετά ο σκύλος και λέει στην αρκούδα:
- Πες μου αν έχεις και μένα στη λίστα. Κοιτάει η αρκούδα...
- Π, ρ, σ, σκύλος, μέσα είσαι, φίλε.
- Οχι, ρε γαμώτο, εγώ που έχω τρομάξει τόσες γάτες να πεθάνω από μια αρκούδα;
Δεν θέλω να ταπεινωθώ μπροστά στους άλλους. Ο,τι είναι να κάνεις κάν το τώρα. Παπ, με μια δαγκωνιά πάει και ο σκύλος.
Μπαίνει μετά ο λαγός...
- Αρκούδα, κυκλοφορεί η φήμη και το ξέρουμε όλοι. Ας τελειώνει εδώ η ιστορία. Είμαι κι εγώ στη λίστα;.
- Ι, κ, λ, ναι, είσαι.
- Να σου πω κάτι, μπορείς να με σβήσεις;
- Ναι, αμέ, και τον σβήνει.