Τρεις τύποι είναι έξω από τον παράδεισο. Επειδή ο Aγιος Πέτρος είχε πολύ δουλειά, λέει:
- "Σήμερα θα περάσουν μόνο όσοι είχαν φριχτό θάνατο."
Πλησιάζει ο πρώτος και λέει:
- "Γυρίζω από την δουλειά σήμερα το μεσημέρι νωρίτερα έχοντας την υποψία ότι η γυναίκα μου με απατάει! Ψάχνω όλο το σπίτι, δεν βρίσκω τίποτα. Βγαίνω στην βεράντα για να καπνίσω και βλέπω ένα τύπο να κρέμεται από τα κάγκελα, αρχίζω να του χτυπάω τα χέρια για να πέσει από τον 5ο που μένουμε, δεν έπεφτε και περνώ ένα σφυρί, πέφτει στο κενό αλλά σώζεται γιατί έπεσε σε κάτι θάμνους, αρπάζω το ψυγείο τότε και του το πετάω... εε τότε παθαίνω καρδιακή προσβολή και πεθαίνω!"
Τότε του λέει ο Aγιος Πέτρος:
- "Aσχημη μέρα, άσχημος θάνατος" και τον αφήνει να περάσει.
Πάει και ο δεύτερος και λέει την ιστορία του:
- "Εγώ κάθε μεσημεράκι γυμνάζομαι στην βεράντα του σπιτιού μου στον 6ο όροφο, σήμερα γλίστρησα και καθώς έπεφτα πιάστηκα από τα κάγκελα του 5ου, απελπίστηκα μέχρι που είδα ένα κύριο να έρχεται να με βοηθήσει, αλλά άρχισε να μου χτυπά τα χέρια με ένα σφυρί και έπεσα στο κενό, σώθηκα από κάτι θάμνους αλλά μου έριξε το ψυγείο και σκοτώθηκα..."
- "Χμ," λέει ο Aγιος "άσχημη μέρα, άσχημος θάνατος πέρνα μέσα." Πάει και ο τρίτος και λέει στον Aγιο:
- "Εγώ το μόνο που θυμάμαι είναι ότι κρύφτηκα στο ψυγείο!"
Ένας κύριος μπαίνει σε ένα μπακάλικο και ζητά δύο κονσέρβες φαί για σκύλο...
- Συγνώμη, του λέει ο ηλίθιος υπάλληλος, αλλά πριν σας πουλήσω σκυλοτροφή, πρέπει να βεβαιωθώ ότι έχετε σκύλο...
Πάει ο κύριος σπίτι του, βάζει στο αυτοκίνητο τον σκύλο του και γυρίζει στο μπακάλικο.
- Ευχαριστώ πολύ, λέει ο υπάλληλος και του δίνει δύο κονσέρβες σκυλοτροφή.
Την άλλη μέρα, ξαναπάει στο μπακάλικο και ζητά δύο κονσέρβες φαί για γάτες...
- Συγνώμη, του λέει ο ηλίθιος υπάλληλος, αλλά πριν σας πουλήσω γατοτροφή, πρέπει να βεβαιωθώ ότι έχετε γάτα...
Πάει ο κύριος σπίτι του, μες τα νεύρα, βάζει στο αυτοκίνητο τον γάτο του και γυρίζει στο μπακάλικο.
- Ευχαριστώ πολύ, λέει ο υπάλληλος και του δίνει δύο κονσέρβες γατοτροφή...
Την άλλη μέρα, πηγαίνει πάλι ο κύριος στο ίδιο μπακάλικο κρατώντας ένα κουτί γεμάτο τρύπες...
- Τι είναι αυτό; ρωτά ο υπάλληλος.
- Βάλε το δάκτυλο μέσα, λέει ο κύριος.
- Μα...
- Β α λ τ ο...
Βάζει σιγά-σιγά το δάκτυλο μέσα ο υπάλληλος.
- Βγάλτο έξω και πες μου με τι μοιάζει, λέει ο κύριος.
- Σ Κ Α Τ Α Ε Ι Ν Α Ι ! Φωνάζει ο υπάλληλος !
- Ακριβώς, λέει ο κύριος! Μπορώ να έχω τώρα δύο ρολά χαρτί τουαλέτας;
Πήγε ο Πόμπος να εξομολογηθεί:
- Πάτερ μου, αμάρτησα.
- Τι έκανες, παιδί μου;
- Έκανα σχέση με μία κοπέλα. Πήγα να την δω σπίτι της, και η μάνα της έλειπε για ψώνια, ο κύρης της ήταν στην δουλειά και η αδερφή της ήταν στα καταστήματα. Είμασταν μόνοι μας. Και έξω έβρεχε πολύ... Ε, και το κάναμε...
- Τι λες ρε; Μια βδομάδα νηστεία, και να μην το ξανακάνεις.
Την άλλη βδομάδα ξαναπάει ο Πόμπος.
- Πάτερ μου, αμάρτησα.
- Τι έκαμες πάλι, ρε;
- Ε, πήγα να δώ την κοπέλα στο σπίτι της, και έλειπε. Και η μάνα της έλειπε για ψώνια, ο κύρης της ήταν στην δουλειά. Είμασταν μόνοι μας με την αδερφή της. Και έξω έβρεχε πολύ... Ε, και το κάναμε...
- Τι έκανες λέει; Κωλόπαιδο. Δύο βδομάδες νηστεία, βρε! Και να μην το ξανακάνεις.
Μετά από τις δύο βδομάδες ξαναπάει ο Πόμπος.
- Πάτερ μου, αμάρτησα.
- Τι έκαμες πάλι, ρε;
- Ε, πήγα να δώ την κοπέλα στο σπίτι της, και έλειπε. Και η αδερφή της έλειπε και ο κύρης της ήταν στην δουλειά. Είμασταν μόνοι μας με την μάνα της. Και έξω έβρεχε πολύ... Ε, και το κάναμε...
- Τι έκανες λέει; Δεν ντρέπεσαι καθόλου; Ένα μήνα νηστεία, βρε! Και να μην το ξανακάνεις!
Σε ένα μήνα ξαναπάει ο Πόμπος.
- Πάτερ μου, αμάρτησα.
- Τι έκαμες πάλι, σκύλου γέννα;
- Ε, πήγα να δώ την κοπέλα στο σπίτι της, και έλειπε. Και η μάνα της έλειπε για ψώνια, και η αδερφή της έλειπε. Είμασταν μόνοι μας με τον κύρη της. Και έξω έβρεχε πολύ... Ε, και το κάναμε...
- Ρε κωλόπαιδο! Αρχίδι! Δεν μου έρχονται λέξεις να σε περιγράψω! Φύγε να μην σε βλέπω!
- Μα που να πάω, παπά μου; Είμαστε και μόνοι μας... Και έξω βρέχει πολύ...
Ο Τοτός κάνει πάρτυ στο σπίτι του για τα γενέθλια του. Η μητέρα του είναι στην κουζίνα και ετοιμάζει λιχουδιές για τα παιδιά. Εκείνη την ώρα έρχεται ο πατέρας του Τοτού από τη δουλειά και λέει στη γυναίκα του.
- Γυναίκα έχω ορμές και θέλω να κάνουμε έρωτα τώρα αμέσως.
- Μα αντρούλη, έχουμε πάρτυ, καλεσμένους και θα γίνουμε ρεζίλι.
- Δεν αντέχω ούτε λεπτό και πρέπει να κάνουμε κάτι για να τα βολέψουμε.
- Δηλαδή σαν τι;
- Να, εσύ θα κοπείς λίγο με το μαχαίρι, θα σπάσουμε και ένα πιάτο και θα πούμε ότι έσπασε ένα πιάτο και κόπηκες όταν μάζευες τα σπασμένα και ότι θα πάμε πάνω για να στο δέσω.
Πράγματι κόβεται λίγο η μητέρα του Τοτού, πετάνε και ένα πιάτο κάτω για να σπάσει. Ακούει ο Τοτός το θόρυβο και τρέχει στην κουζίνα.
- Τι έγινε;
- Τίποτα σημαντικό, απαντάει ο πατέρας του, έσπασε ένα πιάτο η μαμά σου και κόπηκε όταν τα μάζευε και θα πάμε πάνω να το δέσουμε.
- Καλά, λέει ο Τοτός και ξαναγυρίζει στους φίλους του, ενώ οι γονείς του πήγανε επάνω.
Η ώρα περνούσε, οπότε ο Τοτός ανησύχησε και πήγε επάνω να τι γίνεται. Περνώντας έξω από την κρεβατοκάμαρα των γονιών άκουσε βογκητά. Σκύβει και βλέπει τους γονείς του να κάνουν έρωτα. Αμέσως αλλάζει χρώμα και γίνεται άσπρος, κατεβαίνει με τα τέσσερα τα σκαλοπάτια, τρέχει κλείνει τη μουσική και γυρίζει προς τους φίλους του και τους λέει:
- Μην τολμήσει κανένας να σπάσει πιάτο γιατί θα τον γαμήσει ο πατέρας μου.