Μετά τον γάμο, μαζεύονται οι συγγενείς στο σπίτι του γαμπρού για το τραπέζι. Δίπλα στους νεόνυμφους κάθεται η γιαγιά της νύφης και ο σκύλος της ο Έκτορας κάθεται κοντά στον γαμπρό. Κάποια στιγμή λέει ο γαμπρός στην νύφη:
- Γυναίκα δεν αντέχω άλλο, δεν κρατιέμαι, θέλω να κλάσω...
- Τι να σου πω άντρα μου, θα σε ακούσουν, αλλά αν είναι να μου σκάσεις πρώτη νύχτα γάμου... κλάσε και μετά κάνε τον κινέζο.
Την αμολάει λοιπόν και μετά κάνει ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Ακούει την πορδή η γριά και φωνάζει στον σκύλο:
- Έκτωρα φύγε!
Χαίρεται λοιπόν ο γαμπρός ότι η γριά πιστεύει ότι είναι ο σκύλος που τις αφήνει. Μετά από λίγο, την αμολάει ξανά..
Ξαναφωνάζει η γριά:
- Έκτωρα δεν ακούς; Φύγε!
Δεν πρόλαβαν να περάσουν 2 λεπτά και ο γαμπρός ρίχνει μια κλανιά που εκτός ότι βρωμίζει όλο το τραπέζι, ακούγεται και πολύ δυνατά. Αυτή τη φορά όμως η γριά δεν αντέχει και φωνάζει στον σκύλο:
- Έκτωρα φύγεεεεε! τι περιμένεις; να σε χέσει;
Η σκηνή είναι κλασική. Βραδάκι, εκείνος γύρω στα 45 είναι αραχτός στη τηλεόραση και βλέπει το ματς. Εκείνη σιδερώνει πίσω του.
Δίπλα στη πολυθρόνα, στο τραπεζάκι, ένα μπολ με στραγάλια και ένα ποτήρι ουίσκι με πάγο, που κατεβαίνει αργά-αργά όσο η ώρα περνάει, καταλήγοντας στο λαρύγγι του ποδοσφαιρόφιλου φίλου μας. Έχει μια χούφτα στραγάλια στο χέρι και κάθε τόσο πετάει ένα στον αέρα και μια κίνηση σαν το λιοντάρι της MGM, το πιάνει με το στόμα του και το μασουλάει αφηρημένα. Ξαφνικά ακούγεται το κλειδί στην εξώπορτα.
- Το παιδί, τσιρίζει με ανακούφιση η μαμά γυρνώντας το κεφάλι προς την πόρτα.
Γυρίζει τρομαγμένος και ο πατέρας, βγαίνοντας από την αγωνιστική του χαύνωση, με αποτέλεσμα το στραγάλι αντί για το στόμα να του μπει μέσα στ αφτί!
- Τι φωνάζεις γαμ*** σαν υστερική και μου μπήκε αυτή η μαλα*** μεσ τ αφτί;
Και βάζοντας το μικρό του δάχτυλο προσπαθεί να βγάλει το στραγάλι, το οποίο όμως πεισματικά χώνεται ακόμα πιο βαθιά. Αρχίζει να τον λούζει κρύος ιδρώτας και σκέφτεται νοσοκομεία και τέτοια.
Στο μεταξύ έχει ανοίξει η εξώπορτα και έχει μπει η κόρη του ζευγαριού, ένα έξαλλο πιπίνι γύρω στα 17, ακολουθούμενη από τον νεαρό συνοδό της με μοντέρνο ξυρισμένο-γυαλοχαρτισμένο κεφάλι.
- Μαμά, μπαμπά αυτός είναι ο Χάρης, πετάει η μικρή μασουλώντας θορυβωδώς την Trident της.
Σε λίγο το πρόβλημα με το στραγάλι γίνεται το κεντρικό θέμα συζήτησης.
- Αφήστε με να σας βοηθήσω, λέει ο Χάρης και χώνοντας δυο δάχτυλα στα ρουθούνια του πατέρα τον παρακινεί να φυσήξει δυνατά. Με τα πολλά και αφού η φάτσα του φίλου μας έχει γίνει σαν παντζάρι από το ζόρι, ακούγεται ένα «πλοπ» και το στραγάλι κατρακυλάει στο πάτωμα.
- Μπράβο, μπράβο παιδί μου-ακούγεται η μαμά-δεν ξέρω πώς να σ ευχαριστήσω.
Ο νεαρός σωτήρας, με ύφος "μα τι κάνουμε, αχιβάδες βόσκουμε;", λέει πως δεν έκανε τίποτα και καληνυχτίζοντας μικρούς και μεγάλους φεύγει για το σπίτι του.
Η μικρή κλειδώνεται στο δωμάτιο της γιατί αρχίζει το Beverly Hills, ενώ ο μπαμπάς κι η μαμά ξαναγυρίζουν στα συνηθισμένα τους πόστα.
- Καλέ τι έξυπνο παιδί που είναι αυτός ο Χάρης!, λέει εκείνη συνεχίζοντας τον μισοσιδερωμένο γιακά. Τι λες να γίνει όταν μεγαλώσει;
Κι εκείνος κουνώντας το κεφάλι του με νόημα, λέει με αφηρημένο ύφος χαζεύοντας τον Οφορίκουε:
- Αν κρίνω από το πως μύριζαν τα δάχτυλά του μάλλον γαμπρός μας!