Ο γαμπρός , ετών 70 + , και η νύφη , ετών 25 , μπαίνουν στο ξενοδοχείο για να περάσουν τον μήνα του μέλιτος ...
Δεδομένης της διαφοράς στην ηλικία , όλοι στο προσωπικό του ξενοδοχείου σκέφτηκαν το προφανές ( ... ναι , αυτό που σκεφτήκατε και εσείς ... όχι ο έρωτας , το άλλο ... ) Λοιπόν φαντάζεστε την έκπληξη όλων το άλλο πρωί : Ο γαμπρός κατεβαίνει κατά τις 8 το πρωί , με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του , γεμάτος αυτοπεποίθηση και φοβερά ευδιάθετος . Καταβροχθίζει μερικές φέτες ψωμί με βούτυρο και μαρμελάδα , αυγά , μπέικον κλπ κλπ και όταν τελειώνει κατευθύνεται στο σαλόνι του ξενοδοχείου για το πρωινό του πούρο ... Η νύφη κατεβαίνει κατά τις 9 ... Όταν λέμε κατεβαίνει , σέρνεται η κοπέλα ,
Παραπατάει , παραμιλάει ... Τέλος πάντων , φτάνει στην σερβιτόρα :
" Ένα καφέ ... " , ψελλίζει , " ... σκέτο και δυνατό ... " . Πηγαίνει όπως - όπως σε ένα
Τραπέζι και σωριάζεται ... Η σερβιτόρα , έκπληκτη , πηγαίνει τον καφέ στην νύφη . Φεύγοντας όμως δεν κρατιέται ...
- " Με συγχωρείς , κοπέλα μου ... Δεν μπορώ να το χωνέψω όμως : Πώς εσύ , νέα κοπέλα , είσαι σε τέτοιο χάλι μετά την πρώτη νύχτα του γάμου με έναν γέρο που ξέχασε να πεθάνει ; "
- " Ο αλήτης ! Ο απατεώνας ! Με ξεγέλασε ... Τόσο καιρό μου έλεγε ότι κάνει οικονομίες εδώ και 50 χρόνια ... Εγώ νόμιζα ότι εννοούσε χρήματα ..."
Μια κοπέλα φέρνει σπίτι το φίλο της να τον γνωρίσει στους γονείς της , μια που αποφάσισαν να παντρευτούν .
- Ποια είναι λοιπόν τα σχέδιά σου ; ρώτησε ο πατέρας της κοπέλας .
- Έχω πάρει υποτροφία για το Πανεπιστήμιο , απάντησε ο νεαρός .
- Υποτροφία ... μμμμμ ... Αξιοθαύμαστο , αλλά πως θα μπορέσεις να παράσχεις στην κόρη μου ένα σπίτι για να ζήσει όπως έχει συνηθίσει ;
- Θα μελετήσω σκληρά κι έχει ο Θεός .
- Και τι θα κάνεις για να προσφέρεις στην κόρη μου το δαχτυλίδι αρραβώνων που της αξίζει ;
- Θα αφοσιωθώ στις σπουδές μου κι έχει ο Θεός .
- Και παιδιά ; Πως θα μπορέσεις να συντηρήσεις παιδιά ;
- Μην ανησυχείτε κύριε , έχει ο Θεός .
Η όλη συζήτηση συνεχίστηκε έτσι και κάθε φορά που ο πατέρας της κοπέλας ρωτούσε κάτι , ο ιδεαλιστής γαμπρός επέμενε ότι έχει ο Θεός .
Αργότερα η μητέρα της κοπέλας ρώτησε τον άντρα της :
- Πως πήγε η κουβέντα σας ;
- Δεν έχει δουλειά , δεν έχει σχέδια για το μέλλον αλλά τουλάχιστον πιστεύει ότι είμαι Θεός .
Πάει η πεθερά ενός τύπου στα Ιεροσόλυμα. Εκεί έπαθε εγκεφαλικό, και σύντομα πέθανε. Παίρνουν τηλέφωνο στην Αθήνα, τον γαμπρό της για τα τυπικά της κηδείας:
- Για να γίνει η κηδεία Αθήνα χρειάζονται τουλάχιστον 5000 ευρώ, ενώ εδώ μόνο 1000.
Το σκέφτεται λίγο ο γαμπρός της και απαντά:
- Αθήνα!
- Α, εσείς νοιάζεστε πολύ. Θα σας κάνουμε καλύτερη τιμή! Αθήνα 5000 ευρώ, εδώ 800.
- Όχι, να την φέρετε εδώ.
- Αθήνα 5000, εδώ 600!
- Όχι, όχι, εδώ!
- Αθήνα 5000, εδώ 200!
- Μα δεν καταλαβαίνετε τι σας λέω; Εδώ είπαμε!
- Συγνώμη ρε φίλε να σου κάνω μια ερώτηση; Τόσο πολύ την αγάπαγες την πεθερά σου;
- Κοίταξε να δεις, πριν πολλά πολλά χρόνια, ένας δικός σας κηδεύτηκε εκεί πέρα, και μετά αναστήθηκε! Δεν το διακινδυνεύω!
Γελάει καλύτερα όποιος έχει καλύτερα δόντια.
Των φρονίμων τα παιδιά, πριν πεινάσουν δεν πεινούσαν.
Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι δεν μπορείς να κοιμηθείς.
Κύλησε ο τέτζερης και χύθηκε η σούπα.
Δώσε αέρα στον χωριάτη όταν κάνει καταδύσεις.
Στου κουνγκ-φού την πόρτα υπάρχει μία τρύπα από κλωτσιά.
Όποιος βαριέται να ζυμώσει παίρνει έτοιμο ψωμί.
Όποιος βιάζεται φτάνει γρηγορότερα.
Μη μιλάς, μη γελάς, κινδυνεύει η Ελλάς.
Από την πόλη έρχομαι και πάω στο χωριό.
Όποιος δεν έχει μυαλό, είναι άμυαλος.
Ένα μήλο την ημέρα δεν μπορεί να σε χορτάσει.
Όπου ακούς πολλά κεράσια, εκεί υπάρχει κερασιά.
Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι και γοβάκι.
Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, πάνε τα λεφτά των συνταξιούχων.
Κάλλιο πέντε και στο χέρι, από το να σου βάζουν χέρι.
Όσα δεν φτάνει η αλεπού δεν τα φτάνει κι η νυφίτσα.
Το καλό το παληκάρι βοηθάει την μαμά του.
Δουλειά δεν είχε ο διάολος και γράφτηκε στον Ο. Α. Ε. Δ.
Η γριά κότα θα ψοφήσει όπου να ναι.
Ο γέρος ή από πέσιμο θα πάει ή από Θηβών.
Κάνε το καλό και δώσε το σε μένα.
Σαν (Sun) θέλει η νύφη κι ο γαμπρός, Ντέιλυ Μίρρορ (Daily mirror) θέλει ο πεθερός.
Η πολλή δουλειά απαιτεί υπερωρίες.
Όποιος νυχτοπερπατεί κοιμάται ξημερώματα.
Γύρο-γύρο όλοι, εγώ προτιμώ μπιφτέκι.
Από μικρό κι από τρελλό μαθαίνεις παραμύθια.
Στερνή μου γνώση επιτέλους ήρθες.
Έλα μπάρμπα μου να σου δείξω το INTERNET.
Μπρος γκρεμός και πίσω δρόμος.
Η αρχή είναι το ήμισυ του αρχιμανδρίτη.
Χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη βρίσκει.
Φύλαγε τα ρούχα σου βάζοντας ναφθαλίνη.
Μάρτυς γδάρτης θα σε στείλει φυλακή.
Πήγε για μαλλί (της γριάς) και βγήκε με ποπ-κορν.
Ή στραβός είναι ο γιαλός ή ίσιος.
Κάποιο λάκκο έχει ο δρόμος.
Χέσε μέσα Πολυχρόνη, γιατί δεν μπορώ να καθαρίζω άλλο.
Κι αν είσαι και παπάς μάλλον στον Παράδεισο θα πας.
Μάτια που δεν βλέπονται χρειάζονται επειγόντως λίφτιγκ.
Όταν λείπει η γάτα έχεις οικονομία στα friskies.
Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα ας τρώει καλαμπόκι.
Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κοκόρι.

Ένας Ηπειρώτης επιστρέφει στο χωριό του μετά από απουσία τριάντα ετών στην Αμερική. Μετά από λίγο χρόνο πεθαίνει ο πατέρας του και μένει με την γρια μάνα του. Η μάνα του διαρκώς τον πιέζει να βρει μια γυναίκα να παντρευτεί για να τον φροντίζει όταν αυτή πεθάνει.
Μετά από λίγο καιρό του προξενεύουν μια χωριανή του και την παντρεύεται. Το πρώτο βράδυ του γάμου πέφτει για ύπνο χωρίς να κάνει τίποτα στην γυναίκα του. Περνά ένα χρονικό διάστημα δύο τριών εβδομάδων χωρίς όμως να τις κάνει τίποτα.
Η γυναίκα του στενοχωρημένη το λέει στην πεθερά της. Η πεθερά της λέει να πέσει στο κρεβάτι και να κάνει την άρρωστη.
- Πράγματι η νύφη προσποιείται την άρρωστη. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο η κατάσταση της νύφης χειροτέρευε. Μετά από δεκαήμερο αρρώστιας η γυναίκα προσποιούνταν την ετοιμοθάνατη και τότε ο γιος ρωτά την μάνα του τι να κάνει για να σωθεί η γυναίκα του.
- Η πονηρή γριά μάνα του λέει να πάει στην εκκλησία στο ιερό και αφού πέσει στα γόνατα να προσευχηθεί στην Παναγία και αυτή πιθανόν να του φανερώσει τι πρέπει να κάνει.
- Πράγματι αυτός πηγαίνει στην εκκλησία γονατίζει μπροστά στο ιερό και ρωτά την Παναγία τι να κάνει για να σωθεί η γυναίκα του.
Ξαφνικά ακούει μέσα από το ιερό μια βαθιά φωνή που προέρχονταν από την κρυμμένη μέσα στο ιερό μάνα του να του λέει:
- Να πας γρήγορα στο σπίτι και να την γαμήσεις. Τρέχει αμέσως στο σπίτι του και γαμάει την γυναίκα του. Τότε γίνεται το θαύμα, αυτή σηκώνεται από το κρεβάτι της όλο χαρά και υγεία.
Μετά από αυτό το θαύμα ο δύστυχος Ηπειρώτης πέφτει σε βαθιά μελαγχολία, ούτε έτρωγε, σπάνια μιλούσε και δεν ενδιαφέρονταν για τίποτε. Τότε η γριά μάνα του ανησυχώντας τον ρώτησε τι τον βασάνιζε.
Αυτός της απάντα:
- Αχ ρε μάνα δεν ήξερα να γαμήσω και τον πατέρα για να μην πεθάνει.