Ένας πατέρας μπαίνει ένα μεσημέρι σπίτι του και ακούει ένα περίεργο θόρυβο. ΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ! Τι στο καλό, λέει, γίνεται; Από πού ακούγεται αυτή η φασαρία; Ψάχνει σε όλα τα δωμάτια και μπαίνει και στης κόρης του. Την βλέπει με το δονητή. Σόκ ο πατέρας! Αρχίζει να φωνάζει και να βρίζει. Τον ακούει η γυναίκα του που φωνάζει και του λέει να ηρεμήσει και να το σκεφτεί καλύτερα. Ο άνθρωπος σοκάρετε αλλά αυτή του λέει ότι αν το σκεφτεί καλύτερα θα το δει θετικά. Του λέει λοιπόν ότι από το να γυρνάει με τον ένα και τον άλλο έξω με τόσες αρρώστιες και εγκυμοσύνες καλύτερα δεν είναι έτσι και είναι και στο σπίτι και ακίνδυνα. Τελικά τον πείθει και αρχίζει να το βλέπει θετικά. Την επόμενη μέρα πηγαίνει η μητέρα στο σπίτι και ακούει το θόρυβο του δονητή πάλι. Αμάν λέει και αυτή η κόρη μου είπαμε ότι το βλέπουμε θετικά αλλά όχι και κάθε μέρα αυτό παραπάει. Μπαίνει στο δωμάτιο της για να τη μαλώσει αλλά άδειο το δωμάτιο. Τι στο καλό λέει από που ακούγεται αυτός ο θόρυβος; Αντιλαμβάνεται ότι ακούγεται ό θόρυβος από την κουζίνα και κατευθύνεται προς τα εκεί και τι βλέπει; Τον άντρα της μια δύο μπύρες και το δονητή πάνω στο τραπέζι να δουλεύει. Τι κάνεις αγάπη μου του λέει τρελάθηκες; Και λέει και αυτός: Να μωρέ δεν είχα παρέα και είπα να πιω μια μπύρα με το γαμπρό μου.
Ήταν δυο στρατιώτες στα σύνορα Ελλάδας-Αλβανίας. Μια μέρα λοιπόν φωνάζει ο Έλληνας τον Αλβανό και του λέει:
- Ε φίλε ξέρεις την Ελένη;
- Ποια Ελένη;
- Την πούτσα μου την καυλωμένη, απάντησε ο Έλληνας και άρχισε να γελάει.
Την επόμενη μέρα φωνάζει πάλι ο Έλληνας τον Αλβανό και του λέει:
- Ε φίλε ξέρεις την Ελένη;
- Ποια Ελένη;
- Την πούτσα μου την καυλωμένη, είπε πάλι ο Έλληνας και άρχισε να γελάει!
Αυτό γινόταν κάθε μέρα για μια εβδομάδα. Νευριασμένος ο Αλβανός πήγε σε έναν φίλο και του λέει:
- Ρε συ είναι ένας μαλάκας Έλληνας στα σύνορα και μου λέει κάθε μέρα:
"Ξέρεις την Ελένη;"
Του λέω εγώ:
"Ποια Ελένη;"
Και μου λέει:
"Την πούτσα μου την καυλωμένη".
- Ε εσύ πες του:
"Ξέρεις τον Ηλία;"
Θα σου πει:
"Ποιον Ηλία;" και θα του πεις "Τον πούτσο μου τον καρχαρία"
Την επόμενη μέρα πάει λοιπόν ο Αλβανός και φωνάζει τον Έλληνα:
- Ε φίλε ξέρεις τον Ηλία;
- Ποιον Ηλία τον αδερφό της Ελένης;
- Ποιας Ελένης;
- Της πούτσας μου της καυλωμένης!

Ήταν που λέτε 2 ναυαγοί (ένας Κινέζος και ένα μαύρος) σε ένα νησί πολλά χρόνια ξεχασμένοι. Τόσα χρόνια χωρίς γυναίκα καταλαβαίνεται τώρα!
Μια μέρα λοιπόν λέει ο Κινέζος στον μαύρο να τη βρουν μεταξύ τους και ο ένας να πη**ξει τον άλλο. Καλή ιδέα σκέφτηκε και ο μαύρος, και συμφωνούν να το κάνουν. Πριν ξεκινήσουν όμως λέει ο Κινέζος στον μαύρο πως θέλει εκείνος να τον πη**ξει πρώτος! Δέχεται ο μαύρος για να μην αργοπορούν και όπως κάθεται στα τέσσερα βλέπει τον Κινέζο να βγάζει ένα βαζάκι. Ρωτάει με περιέργεια ο μαύρος τον Κινέζο :
- Ρε τι έχεις στο βαζάκι;
Και απαντά ο Κινέζος: είναι βαζελίνη να σου βάλω λίγο για μα μην σε πονέσει ο κώλος.
Τον αλείφει ο Κινέζος με τη βαζελίνη και τον πηδ*ει κανονικά και άσχημα μάλιστα!
Έρχεται τώρα η σειρά του μαύρου! κάθεται στα τέσσερα ο Κινέζος και βλέπει τον μαύρο να βγάζει εκείνος ένα βαζάκι με τη σειρά του!
Ρωτάει ο Κινέζος τον μαύρο με περιέργεια:
- Ρε τι έχεις στο βαζάκι; και απαντά ο μαύρος "βιξ".
Και ξαναρωτά ο Κινέζος "καλά ρε τι το θες το βιξ;"
Και του απαντά ο μαύρος "να μωρέ να σε αλείψω λίγο να μην σε πονέσουν οι αμυγδαλές !
Ο Γιωρίκας και η Σουμέλα πάνε στο παζάρι να ψωνίσουν. Εκεί βλέπει ο Γιωρίκας ένα κόκορα ωραίο και φουσκωμένο και ρωτάει τον ιδιοκτήτη του πόσο κάνει.
- "20.000 δρχ." απαντά ο χωρικός.
- "Γιατί ρε μάστορα τόσο ακριβός;" Ρωτάει όλο απορία ο Γιωρίκας.
- "Γιατί πηδάει τις κότες 20 φορές την ημέρα."
- "Τα `κουσες άντρα μου;" Του λέει η Σουμέλα σπρώχνοντας τον με τον αγκώνα στα πλευρά. Πιο κάτω ένας άλλος κόκορας πιο ωραίος και πιο καμαρωτός περιμένει να πουληθεί.
- "Πόσο κάνει ο κόκορας σου;" Ρωτά πάλι ο Γιωρίκας.
- "30.000 δρχ." απαντά εκείνος.
- "Γιατί τόσα πολλά;" απορεί ξανά ο Γιωρίκας.
- "Γιατί πηδάει τις κότες 30 φορές την ημέρα."
- "Τα `κουσες άντρα μου;" Του λέει η Σουμέλα και πάλι.
Πιο κάτω ένας άλλος κόκορας μάλλον αδύνατος, και με το λυρί κατεβασμένο, τραβά την προσοχή του Γιωρίκα .
- "Αυτός ο κόκορας πόσο έχει φιλαράκι;"
- "50.000δρχ."του λέει.
- "Και γιατί;"
- "Γιατί πηδάει τις κότες 50-φορές την ημέρα."
- "Τα `κουσες άντρα μου;" του λέει η Σουμέλα ρίχνοντας ματιές όλο ζήλια στον κόκορα.
- "Δεν μου λες πατριώτη και οι 50-φορές με την ίδια κότα;"
- "Όχι φυσικά."
- "Τα `κουσες Σουμέλα;" Γυρίζει και της λέει όλο νόημα ο Γιωρίκα.