Στην κεντρική πλατεία ενός χωριού ήταν δύο αγάλματα. Ένα αντρικό και ένα γυναικείο.
Επειδή λοιπόν τα αγάλματα αυτά ήταν πολύ αγαθά και θεοσεβούμενα, μια μέρα ο Θεός έστειλε έναν άγγελο να τους πραγματοποιήσει μια ευχή. Αυτά απο κοινού αποφασίσαν ότι θα ήθελαν μισή ώρα μόνα τους, ύστερα από αιώνες απόλυτης ακινησίας.
Κοιτάχτηκαν ντροπαλά στα μάτια και προχωρήσαν προς κάτι θάμνους.
Μέσα σε δευτερόλεπτα οι θάμνοι εκεί άρχισαν να σείονται στο ρυθμό τους.
Μετά από δεκαπέντε λεπτά, τα αγάλματα επέστρεψαν μπροστά στον άγγελο.
"Εχετε ακόμη δεκαπέντε λεπτά", τους είπε ευγενικά.
Και τότε γυρνάει ο άντρας στη γυναίκα και λέει:
"Ωραία, σειρά σου να κρατάς το περιστέρι ενώ εγώ θα χέζω πάνω του."
Κάποια ηλιόλουστη μέρα, η Κοκκινοσκουφίτσα αποφάσισε (σύμφωνα με το λαϊκό μύθο) να επισκεφτεί τη γιαγιά της.
Ο δρόμος ο οποίος περνούσε μέσα από το δάσος, ήταν γεμάτος αγριολούλουδα, και ήταν φυσικό να προσελκύσει το ενδιαφέρον της μικρής Κοκκινοσκουφίτσας. Έτσι, ενώ πέρναγε μέσα από το δάσος, έψαχνε πίσω από δέντρα και θάμνους για να βρει αγριολούλουδα να πάει στη γιαγιά της.
Σε κάποια στιγμή, στρίβει πίσω από μία οξιά και αντικρίζει τον κακό λύκο. Με αφελές ύφος, τον ρωτάει...
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα μάτια;
- Για να σε βλέπω καλύτερα, απαντάει βιαστικά ο λύκος και την κοιτάει αγριεμένα.
Η Κοκκινοσκουφίτσα διστάζει λίγο, αλλά γρήγορα φεύγει προς την αντίθετη κατεύθυνση, για να ξαναρχίσει την συλλογή αγριολούλουδων. 20 μέτρα πιο κάτω, και ενώ ακολουθεί μια συστάδα αγριολούλουδων πίσω από ένα πουρνάρι, ξαναπέφτει πάνω στον κακό λύκο. Και πάλι με αφελέστατο ύφος, η Κοκκινοσκουφίτσα ρωτάει...
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα αυτιά;
- Για να σε ακούω καλύτερα, λέει με ακόμα πιο αγριεμένο ύφος ο κακός λύκος.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, και η Κοκκινοσκουφίτσα επιστρέφει στο μάζεμα. Λίγο πιο κάτω, πίσω από κάτι βράχους, η Κοκκινοσκουφίτσα συναντάει για ακόμα μία φορά τον κακό λύκο. Έχει αρχίσει να ψυλλιάζεται τη δουλειά, και μπαίνει γρήγορα στο νόημα...
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλη μύτη;
- Για να σε μυρίζω καλύτερα, απαντάει ο λύκος που με δυσκολία πλέον κρατούσε την οργή του!
Η Κοκκινοσκουφίτσα, συνηθισμένη πλέον, φεύγει αδιάφορη για να ασχοληθεί και πάλι με τα αγριολούλουδα. Σε κάποια στιγμή, και ενώ το καλάθι της είχε σχεδόν γεμίσει, βλέπει μία σπηλιά και μπαίνει μέσα. Εκεί, (για φαντάσου) συναντά και πάλι τον κακό το λύκο, ο οποίος έδειχνε προκλητικά τα δόντια του. Η Κοκκινοσκουφίτσα αμέσως ρωτάει...
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα δόντια;
Και ο λύκος...
- Θα με αφήσεις, γα** το φελέκι μου, να χέσω με την ησυχία μου επιτέλους;
Ειναι ένας άνθρωπος ο οποίος πηγαίνει στη δουλειά του και περνά με τα πόδια έξω από ένα μαγαζί πτηνών.
Έξω από το μαγαζί είναι ένας παπαγάλος ο οποίος βλέπει τον άνθρωπο και λέει:
- Γειά σου, βλάκα.
"Μπα, δεν θα το είπε σε εμένα", λέει από μέσα του και φεύγει.
Την άλλη μέρα το ίδιο.
Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο ώσπου μπαίνει στο μαγαζί και λέει ότι αν τον ξαναπεί ο παπαγάλος έτσι, θα κάνει μήνυση.
Την άλλη μέρα τον ξανάλέει ο παπαγάλος "βλάκα" εκείνος μπαίνει στο μαγαζί και τον αγοράζει.
Τον βάζει σε ένα σακί και τον κλείνει στο πορτμπαγκάζ.
Αρχίζει να τρέχει κάνοντας μανούβρες και απότομα φρεναρίσματα.
Φτάνει σε μία ερημιά, βγάζει το σακί και αρχίζει να κοπανάει τον παπαγάλο στα βράχια.
Κοπανάει μέχρι να κουραστεί, μετά ανοίγει το σακί και βγαίνει ο παπαγάλος ξεπουπουλιασμένος και λέει:
- Για δες μετά από τέτοιο σεισμό μόνο εγώ και ο βλάκας μείναμε!
Είναι τώρα ο λαγός στο δάσος και πάει με το μηχανάκι στη δουλειά του, στο δρόμο συναντάει τον τροχονόμο του δάσους την αλεπού που τον έχει άχτι, τον σταματάει και το ρωτάει:
" Λαγέ γιατί δεν φοράς κράνος; Μα δεν έχεις;" του λέει και τον αρχίζει στης καρπαζιές. Την επόμενη φορά το ίδιο, το ίδιο και το ίδιο, τον είχε ταράξει στη φάπα το λαγό. Μια και δυο ο λαγός πάει και το λέει στο λιοντάρι... "
Λιοντάρι μου το και το η αλεπού, όπου με βλέπει χωρίς κράνος με βαράει και το κάνει μόνο σε μένα, όλα τα άλλα ζώα τα αφήνει ελεύθερα να τριγυρνούν μες στο δάσος, κάνε κάτι να με βοηθήσεις. Πιάνει το λιοντάρι την αλεπού και της λέει:
"Αλεπού αν θες να βαράς το λαγό κάνε το πιο διακριτικά..."
"Δηλαδή;" λέει η αλεπού. "Να την επόμενη φορά που θα σταματήσεις το λαγό στείλ’ τον για τσιγάρα αυτός θα σου φέρει σκληρό τότε βάρεσε τον γιατί ήθελες μαλακό..."
"Εντάξει"
Λέει η αλεπού. Την άλλη μέρα σταματάει η αλεπού το λαγό και του λέει:
"Λαγέ πήγαινε και πάρε μου τσιγάρα"
"Σκληρό η μαλακό;"
Λέει ο λαγός και του λέει η αλεπού:
"Ρε πούστη γιατί δε φοράς κράνος; άρπατες..."

Ένας τύπος μισούσε θανάσιμα τον γάτο της γυναίκας του και αποφάσισε να τον ξεφορτωθεί πηγαίνοντάς τον με το αυτοκίνητο 20 οικοδομικά τετράγωνα μακριά και να τον αφήσει στο πάρκο.
- Καθώς επέστρεφε στο σπίτι, ο γάτος ερχόταν από τον δρόμο.
Την επόμενη ημέρα αποφάσισε να τον ξεφορτωθεί πηγαίνοντάς τον με το αυτοκίνητο 40 οικοδομικά τετράγωνα μακριά και να τον αφήσει.
- Καθώς επέστρεφε στο σπίτι, ο γάτος ερχόταν από τον δρόμο.
Συνέχισε αφήνοντας τον γάτο όλο και πιο μακριά, αλλά ο κωλόγατος πάντοτε επέστρεφε στο σπίτι.
- Τελικά, αποφάσισε να τον οδηγήσει πολλά χιλιόμετρα μακριά, να στρίψει δεξιά, να οδηγήσει πολλά χιλιόμετρα, να στρίψει αριστερά, να οδηγήσει πολλά χιλιόμετρα, να περάσει την γέφυρα, να στρίψει δεξιά, να οδηγήσει πολλά χιλιόμετρα, μέχρις όπου έφτασε σε ασφαλή απόσταση, κατά την γνώμη του,
Και εγκατέλειψε τον γάτο εκεί πέρα.
Μερικές ώρες αργότερα, τηλεφώνησε στο σπίτι του:
- Τζένη, ο γάτος είναι εκεί;
- Ναι, γιατί ρωτάς;
Έξω φρενών ο τύπος απαντά:
- Για φέρτον στο τηλέφωνο τον πού**η, χάθηκα και θέλω οδηγίες.