Ανέκδοτα για καουμπόηδες και Ινδιάνους

Πέφτει ένα αεροπλάνο και σώζετε ένας μόνο βιολιστής μαζί με το βιολί του στην Αφρική.
Εκεί που περπατούσε ξαφνικά ακούει σαματά πίσω του γυρνάει και βλέπει μια αγέλη λιοντάρια να τρέχουν προς τα πάνω του(πολύ πεινασμένα).
- Αρχίζει λοιπόν το τρέξιμο και τα λιοντάρια από πίσω. Τι θα κάνω σκέφτεται . Θα με φάνε τα θηρία!
- Του έρχεται ξαφνικά η ιδέα να παίξει βιολί μήπως και ηρεμήσουν.
- Όντως μετά από λίγο βλέπει τα λιοντάρια να σταματούν, σταματάει και αυτός και παίζει.
- Ξαφνικά από μακριά τρέχει ένα λιοντάρι και τον κατασπαράζει τον βιολιστή.
Δυο ινδιάνοι από την κορυφή του βουνού που παρακολουθούσαν όλη τη φάση.
- Λέει ο ένας στον άλλον, δεν σου είπα ότι θα έρθει το κούφο λιοντάρι όπου να νάνε;

Κάποτε σ` ένα σαλούν στην άγρια δύση, μπαίνει ένας τύπος με μία άγρια φάτσα, ζωσμένος κουμπούρια γύρω γύρω και γεμάτος σκόνη. Πάει στο μπαρ και λέει στο μπάρμαν που τον κοιτούσε έντρομος:
- "Βάλε ρε ουίσκι να πιω να ξεδιψάσει το λαρύγγι μου."
Του βάζει ουίσκι, το κατεβάζει μονορούφι και του ξαναλέει:
- "Αύριο που θα έρθω, θα μου βάλεις το πιο δυνατό που έχεις. Το κατάλαβες;"
- "Μμμάλιστα κύριε, ότι πείτε", απαντάει έντρομος ο μπάρμαν.
Πάει την επόμενη μέρα και του βάζει ο μπάρμαν το πιο δυνατό ουίσκι που υπήρχε σ` όλη την άγρια δύση. Παίρνει το μπουκάλι και το πίνει και αυτό μονορούφι!
- "Αυτό που μου έβαλες, δεν είναι ούτε για πρωινό. Θα τα πούμε αύριο πάλι, με πιο δυνατό πράμα. Το κατάλαβες;"
- Απαντάει καταφατικά ο μπάρμαν, και μην έχοντας κάτι καλύτερο και δυνατότερο, αγοράζει ασβέστη για να τον αραιώσει με το ουίσκι!
Την επόμενη μέρα, ξανά ο κάου-μπόυ, πίνει αυτό που του έφτιαξε ο μπάρμαν μονορούφι και φεύγει.
Αμα ξαναπατήσει εδώ αυτός, εμένα να με κρεμάσουν από το δέντρο, σκεφτόταν ο μπάρμαν και γέλασε. Την επόμενη μέρα όμως, ξανά πάλι ο κάου-μπόυ, δεν πίστευε στα μάτια του ο μπάρμαν, του ζητάει κάτι πιό δυνατό από το χθεσινό. Φανερά εκνευρισμένος ο μπάρμαν, του δίνει ναι πιεί υδροχλωρικό οξύ.
Παίρνει το μπουκάλι, το πίνει μονορούφι και φεύγει.
- "Σίγουρα δε θα ζήσει για πολύ", σκέφτηκε ο μπάρμαν.
Την επόμενη μέρα, όταν ήρθε πάλι ο κάου-μπόυ, ο μπάρμαν μόλις και μετά βίας δεν λιποθύμησε.
- "Βάλε μου το χθεσινό, ήταν πολύ καλό. Τα τελευταία που μου έβαλες τι ήταν;"
- "Ασβέστης και υδροχλωρικό οξύ", του απαντάει ο μπάρμαν.
- "Α, για αυτό χέζω αγαλματάκια και τρυπάω το σώβρακό μου κλάνοντας!"
Ένας άνδρας επιβιβάζεται στο αεροπλάνο, κάθεται στη θέση του και καθώς βάζει τη ζώνη του, βλέπει να μπαίνει στο αεροπλάνο η πιο όμορφη γυναίκα που έχει δει ποτέ στη ζωή του. Αντιλαμβάνεται ότι έρχεται κατ’ευθείαν σ’αυτόν και τον πιάνει κρύος ιδρώτας βλέποντας την γυναίκα να κάθεται στη διπλανή θέση.
Ανυπομονώντας να αρχίσει κουβεντούλα μαζί της, τη ρωτά:
- Επαγγελματικό ή ταξίδι αναψυχής;
- Συνέδριο Νυμφομανών στο Σικάγο, του απαντά η γυναίκα.
- «Θεούλη μου», σκέφτεται ξεροκαταπίνοντας, «Η πιο όμορφη γυναίκα που έχω δει, κάθεται μερικά εκατοστά παραπέρα και πάει σε συνέδριο νυμφομανών!» Προσπαθώντας να κρατήσει την ψυχραιμία του της λέει:
- Πολύ συναρπαστικό. Και με πια ιδιότητα πηγαίνετε εκεί;
- Είμαι εισηγήτρια. Χρησιμοποιώ τις εμπειρίες μου για να απομυθοποιήσω μερικούς δημοφιλείς μύθους για την σεξουαλικότητα, απαντά αυτή.
- Αλήθεια, και ποιοι είναι αυτοί οι μύθοι; ρωτά ο άνδρας.
- Ένας από αυτούς είναι ότι οι άνδρες της Αφρικανικής φυλής έχουν μεγάλο πέος, ενώ στην πραγματικότητα είναι οι Ινδιάνοι της Αμερικής που ξεπερνούν τις περισσότερες προσδοκίες. Ένας άλλος μύθος είναι ότι οι Γάλλοι είναι οι καλύτεροι εραστές, όμως οι ελληνικής καταγωγής άνδρες είναι οι καλύτεροι.
Ξαφνικά, η γυναίκα κοκκινίζει από ντροπή και του λέει:
- Συγνώμη, δεν θα έπρεπε να συζητώ αυτά τα πράγματα μαζί σας μιας και δεν ξέρω ούτε το όνομά σας.
- Καθιστή Αρκούδα Παπαδόπουλος, λέει ο άνδρας απλώνοντας το χέρι του να συστηθεί.
Ένας κοντός cowboy, γύρω στο 1.60, μπαίνει αγριεμένος στο σαλούν και χτυπώντας το χέρι του στο μπαρ ουρλιάζει:
- Ποιός από εσάς ρε, έβαψε το άλογό μου πράσινο;
Τότε πετάγεται ένας τύπος γύρω στα δύο μέτρα και 120 κιλά, τον βουτάει απ’τον γιακά, τον σηκώνει στη μούρη του και τον ρωτάει:
- Εγώ ρε! Τραβάς κανένα ζόρι;
Κι ο άλλος, πανικόβλητος και με τρεμάμενη φωνή του απαντά:
- Όχι ρε φίλε. Απλώς ήθελα να ρωτήσω πότε θα περάσεις το δεύτερο χέρι γιατί η μπογιά έχει σχεδόν στεγνώσει…