Ήταν 2 κουμπάροι, ο ένας από το χωριό, και ο άλλος από την πόλη. Ο κουμπάρος από το χωριό πήγε να επισκεφτεί τον κουμπάρο από την πόλη. Ο κουμπάρος από την πόλη λέει:
- "Κοίτα κουμπάρε, εμείς εδώ χέζουμε και κάνουμε τις ανάγκες μας στις τουαλέτες. Έλα να σου δείξω!", και του δείχνει.
Το βράδυ που κοιμούνται, του κουμπάρου από το χωριό, του έρχεται να φτύσει. Λέει:
- "Πρέπει να βρω την τουαλέτα!", ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα. Λέει:
- "Θα φτύσω στο τασάκι και το πρωί θα το καθαρίσω", φτύνει στο τασάκι και κοιμάται. Μετά του έρχεται να κατουρήσει. Λέει:
- "Πρέπει να βρω την τουαλέτα", ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα, Λέει:
- "Θα κατουρίσω στο χάλι. Ως το πρωί θα έχει εξατμιστεί", κατουράει στο χάλι και κοιμάται.
Μετά από λίγο του έρχεται να χέσει και λέει:
- "Τώρα πρέπει οπωσδήποτε να βρω την τουαλέτα", ανοίγει πόρτες κλείνει πόρτες, πουθενά η τουαλέτα. Κατεβαίνει στο σαλόνι, βγάζει ένα φυτό από τη γλάστρα του, χέζει και το ξαναβγάζει. Το άλλο πρωί σηκώνεται και φεύγει. Μετά από 3 μήνες παίρνει τηλέφωνο ο κουμπάρος από την πόλη και λέει:
- "Ρε κουμπάρε, το τασάκι μας έφτυσες το βρήκαμε, το χάλι μας κατούρησες το βρήκαμε, πού στο διάολο έχεσες; Δύο σπίτια αλλάξαμε και ακόμα βρομάει."
Παρασκευή, 16 Φεβρουαρίου, 1996, Μάνα και πατέρα, ο γιος σας χαιρετά!
Είναι τώρα ένα εξάμηνο που έφυγα στη Σάμο για να σπουδάσω και σας ζητώ συγγνώμη που καθυστέρησα τόσο να επικοινωνήσω μαζί σας. Θα σας ενημερώσω τώρα, μόνο που πριν σας παρακαλώ να καθίσετε κάπου.
Λοιπόν, είμαι αρκετά καλύτερα τώρα. Το βαρύ κρανιοεγκεφαλικό κάταγμα και η αμνησία που έπαθα όταν έπεσα από την ταράτσα του σπιτιού μου προσπαθώντας να γλιτώσω από τη φωτιά που ξέσπασε στο κτίριο, αμέσως με το που έφτασα, είναι πια σχεδόν παρελθόν. Παρότι πέρασα ένα μήνα στην εντατική, μπορώ τώρα να δω αρκετά καλά και κάνω μόλις δύο μικροεπεμβάσεις την ημέρα, έτσι ώστε η ανάπλαση των οστών του προσώπου μου να επιτρέψει την προσέγγιση της αρχικής μου μορφής.
Οι γιατροί πιστεύουν ότι-το πολύ-σε δύο μήνες θα είμαι και πάλι σε θέση να τρώω μόνος μου. Πάω δε στοίχημα ότι, παρά το ότι σας γράφω με το νέο μηχανικό μου χέρι, ούτε που καταλάβατε τη διαφορά στον γραφικό μου χαρακτήρα.
Ευτυχώς, την ώρα του ατυχήματος με είδε κάποιος από το απέναντι κτίριο και ειδοποίησε την πυροσβεστική και το ασθενοφόρο. Με επισκεπτόταν καθημερινά στο νοσοκομείο και, εφόσον δεν είχα πού να μείνω μετά τη φωτιά, προσφέρθηκε να με φιλοξενήσει σπίτι του. Πρόκειται για ένα ημιυπόγειο μικρό αλλά χαριτωμένο. Ο ίδιος είναι πολύ καλό αγόρι και ερωτευτήκαμε αμέσως κεραυνοβόλα.
Έκανα αλλαγή γεννητικών οργάνων και σχεδιάζουμε να παντρευτούμε, πριν αρχίσει να φαίνεται η εγκυμοσύνη μου. Ναι, αγαπητοί μου γονείς, είμαι έγκυος. Ξέρω πόσο ανυπομονείτε να αποκτήσετε ένα εγγονάκι και ξέρω πως θα καλοδεχτείτε το παιδί και θα του δώσετε την ίδια αγάπη όπως με μένα όταν ήμουν παιδί.
Ο λόγος που καθυστερούμε το γάμο είναι επειδή το αγόρι μου έχει μια μικρή μόλυνση στο αίμα και καθυστερούν τα αποτελέσματα από το τεστ για AIDS που έχει κάνει. Προσπαθώ κι εγώ να καταπολεμήσω τη σύφιλη που έχω με καθημερινές ενέσεις.
Ξέρω ότι, όταν αποφυλακιστεί, θα τον καλοδεχτείτε στην οικογένειά μας με ανοιχτές αγκάλες. Μπορεί εκ πρώτης όψεως να δείχνει απότομος και ευέξαπτος, αλλά κατά βάθος είναι ευγενικός, αν και δεν είναι πολύ μορφωμένος ούτε και τόσο φιλόδοξος. Παρόλο που δεν έχει την ίδια Θρησκεία με μας, ούτε το ίδιο ανοιχτό χρώμα δέρματος, είμαι σίγουρος ότι η ανωτερότητά σας και η ηθική σας καλλιέργεια δε θα σας επιτρέψει να κρίνετε τόσο επιφανειακά. Αλλωστε, αν μπορούσατε να συνεννοηθείτε μαζί του (γιατί δεν μιλάει καθόλου Ελληνικά), θα τον αγαπούσατε αμέσως όσο τον λατρεύω κι εγώ. Προέρχεται από πολύ πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια-όπως έμαθα, ο θείος του είναι αρχηγός της φυλής στο χωριό της Αφρικής απ` όπου προέρχεται ενώ ο ίδιος ο πατέρας του είναι διεθνώς ένας πολύ σημαντικός έμπορος αναισθητικών ουσιών σε μορφή σκόνης για ενδοφλέβια έξω-νοσοκομειακή χρήση.
Τώρα που σας είπα τα νέα πρέπει να σας ομολογήσω ότι δεν έπιασε ποτέ φωτιά το σπίτι μου, δεν έπεσα από καμία ταράτσα, δεν έπαθα ποτέ κρανιακό κάταγμα και αμνησία, δεν έκανα αλλαγή φύλλου, δεν είμαι τραβεστί, δεν τα έχω με κανέναν αράπη, δεν πρόκειται να παντρευτώ, δεν είμαι έγκυος και δεν έχω σύφιλη.
Παρ` όλα αυτά, πέρασα μόνο ένα μάθημα στην εξεταστική και θα ήθελα αυτό να το δείτε από τη σωστή του οπτική γωνία και να (μη)δώσετε την δέουσα σημασία.
Ο γιος σας
Υ. Γ. Στείλτε λεφτά
Είμαστε λοιπόν λίγο πριν τον εορτασμό του ερχομού της νέας χιλιετίας στη Γαλλία, κάτω από τον πύργο του Αιφελ, μαζί με τον Δήμαρχο του Παρισιού. Ο πύργος του Αιφελ είναι όμορφα στολισμένος με αμέτρητα λαμπάκια.
Ξαφνικά, εμφανίζεται ένας ουρακουτάγκος κοντά στον πύργο του Αιφελ, ο οποίος περιφερόταν πότε από εδώ και πότε από εκεί. Ο Δήμαρχος μόλις είδε τον ουρακουτάγκο, πανικοβλήθηκε. Ο ουρακουτάγκος, μπορούσε να σκαρφαλώσει στον Πύργο του Αιφελ και να καταστρέψει τα λαμπάκια!
Έντρομος ο Δήμαρχος, τηλεφώνησε στο επιτελείο του, για να φωνάξουν κάποιο που να πιάνει ουρακοτάγκους.
Μετά από πολλές προσπάθειες, βρήκαν μια ομάδα ουρακουταγκοπιαστών. Την ομάδα αποτελούσαν ένας μικρόσωμος τυπάκος, ένας μποντιμπιλντεράς ο οποίος κρατούσε ένα δίκανο και ένας σκύλος, κατάλληλα εκπαιδευμένος για να πιάνει τους ουρακουτάγκους. υΟ Δήμαρχος, ζήτησε από την ομάδα αυτή, να του εξηγήσουν με ποιο τρόπο, πιάνουν έναν ουρακουτάγκο. Ο μικρόσωμος άνδρας του είπε:
- "Η μέθοδος μας είναι απλή. Εγώ εντοπίζω τον ουρακοτάγκο και αν αυτός για παράδειγμα είναι σ` ένα δέντρο, τότε πλησιάζω εγώ σιγά-σιγά το δέντρο, στη συνέχεια αρχίζω να σκαρφαλώνω στο δέντρο και προσπαθώ να τον περιορίσω έτσι ώστε να μην έχει που αλλού να πάει. Τότε ο μποντιμπιλντεράς πάει ακριβώς κάτω από το δέντρο και το κουνάει με πολλή δύναμη, για να πέσει ο ουρακουτάγκος. Όταν πέσει, ο σκύλος πιάνει τον ουρακουτάγκο από τα αχαμνά και έτσι πιάνουμε τον ουρακουτάγκο."
- Δήμαρχος:
"Α! Τρομέρη η μέθοδός σας. Μόνο που δεν κατάλαβα ένα πράγμα. Ο μποντιμπιλντεράς τί το θέλει το δίκανο;"
- "Κοιτάξτε, υπάρχει και η περίπτωση εκείνη, κατά την οποία όταν κουνάει ο μποντιμπιλνταράς το δέντρο, να πέσω εγώ αντί για τον ουρακουτάγκο."
- Δήμαρχος:
"Ε και λοιπόν;"
- "Ε, σ` αυτήν την περίπτωση, ο μποντιμπιλντεράς σκοτώνει το σκύλο!"
Ήταν ένας έξυπνος και ένας βλάκας. Όπως προχωρούσαν στο δρόμο:
- "Δεν παίζουμε ένα παιχνίδι να περάσει η ώρα όπως περπατάμε;", λέει ο έξυπνος στον βλάκα.
- "Παίζουμε", λέει ο βλάκας.
- "Ωραία", απαντά ο έξυπνος και συνεχίζει. "Θα σου κάνω ερωτήσεις και όσες δεν ξέρεις να απαντάς θα μου δίνεις ένα δεκάρικο για να σου λέω την απάντηση. Μετά θα μου κάνεις εσύ ερωτήσεις και αν δεν ξέρω την απάντηση θα σου δίνω ένα χιλιάρικο, εντάξει;"
- "Εντάξει", απαντά ο βλάκας.
- "Τι είναι αυτό που κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια", ρωτά ο έξυπνος.
- "Δεν ξέρω, πάρε ένα δεκάρικο. Τι είναι;"
- "Η γάτα."
- "Αααα", λέει ο βλάκας.
- "Τι είναι αυτό που κάνει γαβ γαβ έξω στο δρόμο;" ρωτά πάλι ο έξυπνος.
- "Δεν ξέρω, πάρε ένα δεκάρικο. Τι είναι;"
- "Ο σκύλος, απαντά ο έξυπνος. Αντε τώρα κάνε μου εσύ ερωτήσεις."
- "Τι είναι αυτό που κάνει τσιου τσιου μπάμ;" ρωτά ο βλάκας.
Ο έξυπνος τα βρήκε σκούρα. Προχωρούσαν προχωρούσαν, σκεφτόταν ξανασκεφτόταν, ίδρωσε στο τέλος, τι να κάνει βγάζει ένα χιλιάρικο και το δίνει στον βλάκα.
- "Τι είναι ρε αυτό και δεν το ξέρω;"
- "Ούτε εγώ ξέρω πάρε ένα δεκάρικο!"
Ένα απόγευμα που ο διάβολος βαριόταν λέει:
- "Θα κατέβω στη γη, να πειράξω κάποιον, έτσι για να περάσει η ώρα μου."
Πάει σ` ένα πάρκο και βρίσκει κάποιον να καπνίζει ένα μεγάλο τσιγάρο με χασίς. Τον σκουντάει και του λέει:
- "Θα μου δώσεις μια τζούρα;"
- "Αμέ", του απαντάει εκείνος.
Μόλις κάνει την τζούρα ο διάβολος, αρχίζει και βγάζει καπνούς, κέρατα, ουρές, του πετάγονται τα μάτια έξω. Ο χασικλίς άνετος, παρακολουθούσε.
- "Τι έγινε εδώ;", αναρωτήθηκε ο διάβολος.
Τον ξανασκουντάει και του λέει:
- "Μου δίνεις άλλη μία τζούρα;"
- "Ναι", του λέει ο χασικλής.
Και πάλι τα ίδια. Καπνοί, αφροί, κλπ.
Ο χασικλής κοιτούσε, χωρίς να αντιδρά. Ο διάβολος, τα είχε παίξει. Αποφασίζει να ξαναδοκιμάζει. Τον σκουντάει άλλη μία φορά και του λέει:
- "Μου δίνεις άλλη μία;"
- "Εγώ βρε φίλε να σου δώσω, αλλά εσύ, αφού βλέπεις ότι σε πειράζει, γιατί το παίρνεις;"
Τη θεία λειτουργία να πιει λιγάκι από το νάμα, (ξέρετε, το κρασί από το οποίο φτιάχνεται η θεία κοινωνία) και θα είναι εντάξει. Πράγματι, ο νέος το δοκιμάζει αλλά επειδή είναι γλυκόπιοτο κατεβάζει ολόκληρο το απόθεμα. Αφού τελειώνει τη λειτουργία, ρωτάει τον παλιό:
- Πώς τα πήγα;
- Κοίτα, αν εξαιρέσεις μερικά λαθάκια, τα πήγες πολύ καλά.
- Δηλαδή τι λαθάκια;
- Να, πρώτα πρώτα ο Αρχάγγελος είπε στην Παρθένο "Χαίρε κεχαριτωμένη", όχι "Γειά σου πιπίνι". Το Χριστό μας Τον σταυρώσανε, δεν Τον σφάξανε μπαμπέσικα μια νύχτα χωρίς φεγγάρι. Ο Ιούδας ήταν προδότης, όχι "σκατορουφιάνος του κερατά" που είπες εσύ στους χριστιανούς. Ο Χριστός μας είπε στον Πέτρο ότι "πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις, θα με αρνηθείς", δεν του είπε "Μέχρι να λαλήσουν τα κοκόρια θα μ έχεις γράψει στ αρχίδια σου". Τις σκάλες του άμβωνα τις κατεβαίνουμε κανονικά, όχι τσουλήθρα στο κάγγελο. Και τέλος, την λειτουργία την τελειώνουμε με "Αμήν", όχι με "Ολέ!"