Ξεκίνησαν ένας Τούρκος, ένας Γερμανός και ένας Πόντιος να διασχίσουν την έρημο.
Ο Τούρκος πήρε μαζί του πιλάφι, ο Γερμανός μπύρα και ο Πόντιος μια πόρτα αυτοκινήτου.
Συναντάνε κάποιον που ρωτάει τον Τούρκο:
- Γιατί κουβαλάς μαζί σου πιλάφι;
- Α, γιατί άμα πεινάσω, να έχω κάτι να φάω, λέει ο Τούρκος.
- Εσύ γιατί κουβαλάς μαζί σου μπύρα; ρωτάει τον Γερμανό.
- Α, γιατί άμα διψάσω, να έχω κάτι να πιω, λέει ο Γερμανός.
- Εσύ γιατί κουβαλάς μία πόρτα αυτοκινήτου; ρωτά τον Πόντιο.
- Α, γιατί άμα ζεσταθώ, να ανοίξω το παράθυρο και να δροσιστώ...
Γερμανία, χειμώνας, πολύ χιόνι κι ένα λεωφορείο γεμάτο Εβραίους, που αποφάσισαν να επισκεφθούν μετά από πολλά χρόνια, τούς τόπους όπου χιλιάδες συμπατριώτες τους, τον καιρό τού πολέμου, έχασαν την ζωή τους σε κάποιο από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων.
Καθώς οδεύουν σ΄ένα από αυτά, το λεωφορείο μένει από πετρέλαιο. Τι να κάνουν, τι να κάνουν -ερημιά και το χιόνι πολύ-, αποφασίζει ο οδηγός τους που ήταν Γερμανός, να πάει να ζητήσει βοήθεια. Ξεκινάει λοιπόν να ψάχνει. Δρόμο πήρε, δρόμο άφησε και αφού περιπλανήθηκε αρκετά φτάνει κατάκοπος σε μία καλύβα κάπου μέσα στο δάσος. Χτυπάει λοιπόν την πόρτα, τίποτα. Ξαναχτυπάει και μετά από ένα λεπτό του ανοίγει μία γριούλα.
- Τι θες παιδάκι μου εδώ με τέτοιο καιρό;
- Ρε γιαγιούλα, έχω ένα λεωφορείο γεμάτο Εβραίους και έμεινα από καύσιμα. Μήπως μπορείς να τους βολέψεις πουθενά;
- Αχ, παιδάκι μου, που να τους βολέψω; Ένα φουρνάκι τόσο δα έχω!
Πάει ένας Ιταλός σε ένα ξενοδοχείο.
- Ένα δωμάτιο θα ήθελα.
- Ευχαρίστως, λέει ο ξενοδόχος, αλλά το βράδυ μπορεί να ακούσετε φωνές...
- Δεν με τρομάζουν εμένα αυτά, λέει ο Ιταλός.
Το βράδυ κοιμάται ο Ιταλός, και ξυπνάει από κάτι απειλητικές φωνές:
- Θα σε φάω! Θα σε φάω! Θα σε φάω!
Τρομοκρατημένος πέφτει από το παράθυρο!
Την επόμενη μέρα έρχεται ένας Γερμανός στο ξενοδοχείο.
- Ένα δωμάτιο θα ήθελα.
- Ευχαρίστως, λέει ο ξενοδόχος, αλλά το βράδυ μπορεί να ακούσετε φωνές...
- Δεν με τρομάζουν εμένα αυτά, λέει ο Γερμανός.
Το βράδυ κοιμάται ο Γερμανός, και ξυπνάει από κάτι απειλητικές φωνές:
- Θα σε φάω! Θα σε φάω! Θα σε φάω!
Τρομοκρατημένος πέφτει και αυτός από το παράθυρο!
Την επόμενη μέρα έρχεται ένας Έλληνας στο ξενοδοχείο.
- Ένα δωμάτιο θα ήθελα.
- Ευχαρίστως, λέει ο ξενοδόχος, αλλά το βράδυ μπορεί να ακούσετε φωνές...
- Δεν με τρομάζουν εμένα αυτά, λέει ο Έλληνας.
Το βράδυ κοιμάται ο Έλληνας, και ξυπνάει από κάτι απειλητικές φωνές:
- Θα σε φάω! Θα σε φάω! Θα σε φάω!
Σηκώνεται ο Έλληνας, και ψάχνει από πού έρχονταν οι φωνές.
Κοιτάει δεξιά, τίποτε...
Αριστερά, τίποτε...
Ανοίγει την ντουλάπα, και βλέπει μία μαϊμού να κρατάει μία μπανάνα και να της λέει:
- Θα σε φάω! Θα σε φάω! Θα σε φάω!
Ήταν ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας. Βρίσκονταν σε ένα αεροπλάνο και ο πιλότος τους πρόσταξε να πετάξουν ο καθένας ένα από τα όπλα τους πάνω απο τα σπίτια τους.
Έτσι ο Γερμανός πέταξε ένα μαχαίρι, ο Ιταλός ένα τσεκούρι και ο Έλληνας μία χειροβομβίδα.
Την επόμενη μέρα, στα σπίτια τους:
Γερμανοσ:
- Γιατί κλαις μάνα;
- Χθες, παιδί μου, ήρθε ένα μαχαιρι απο τον ουρανό, πέτυχε τον πατέρα σου στο κεφάλι και τον σκότωσε...
Ιταλοσ:
- Μάνα, γιατί κλαις;
- Παιδί μου, χθές το βράδυ, ένα τσεκούρι πέτυχε τον πατέρα σου στο κεφάλι και τον σκότωσε...
Ελληνασ:
- Γιατί γελάς, μάνα;
- Να... Έκλασε ο παππούς και ανατινάχτηκε το σπίτι!
Ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας: παίρνουν την θαρραλέα απόφαση να ζητήσουν σε γάμο (με την ανάλογη προίκα Φυσικά) την κόρη του βασιλιά.
Ο βασιλιάς όμως, δεν θέλει να τη δώσει απλώς, αλλά τους ζητά να περάσουν από μια δοκιμασία.
- «Από την κορυφή του πύργου θα πετάξετε αυτό το ρολόι. Όποιος προλάβει και το πιάσει πριν ακουμπήσει κάτω στο χώμα θα πάρει τη κόρη μου αλλιώς... χλαπ!».
Δεν μπορούσαν να κάνουν πίσω, τέλος πάντων, ο Γερμανός πετά το ρολόι, τρέχει, τρέχει,
Κατεβαίνει σκαλοπάτια (ψηλός ο άτιμος ο πύργος), φτάνει κάτω, τον περιμένουν οι φρουροί και το ρολόι χάμω, χλαπ! Ο Ιταλός, πετά το ρολόι πολύ ψηλά, τρέχει, τρέχει, τρέχει, φτάνει κάτω, το ρολόι έχει φτάσει προ πολλού, χλαπ! Ο
Έλληνας,
Παίρνει το ρολόι, το σκαλίζει, το ρίχνει από το πύργο, κατεβαίνει άνετος, πιάνει το ρολόι, και ξανανεβαίνει στην κορυφή. «Μπράβο μπράβο!», λέει ο βασιλιάς.
- «Μα, πώς τα κατάφερες;»
- «Απλό. Το έβαλα 10 λεπτά πίσω»
Ήταν ένας Έλληνας,
Ένας Αγγλος,
Ένας Πακιστανός,
Ένας Ρώσος,
Ένας Γερμανός,
Ένας Αλβανός,
Ένας Πόντιος,
Ένας Βορειοηπειρώτης,
Ένας Βούλγαρος,
Ένας Ασιάτης,
Ένας Αραβας
Κι ένας μαλάκας με το ποντίκι στο χέρι που περιμένει να ακούσει ανέκδοτο!...