Εν αρχή εποίησηε ο Θεός τον Αδάμ και του είπε «Κατέβα στην κοιλάδα» -«Τι είναι  κοιλάδα ;» ρώτησε ο Αδάμ και ο Θεός του εξήγησε -«Ανέβα στο βουνό που είναι στο τέλος της κοιλάδας» του είπε ο Θεός -«Τι είναι βουνό;» ρώτησε ο Αδάμ και ο Θεός του εξήγησε -«Εκεί θα βρεις μια σπηλιά» του είπε ο Θεός -«Τι είναι  σπηλιά ;» ρώτησε ο Αδάμ και ο Θεός του εξήγησε -«Μέσα στη σπηλιά υπάρχει μιά γυναίκα» του είπε ο Θεός -«Τι είναι  γυναίκα ;» ρώτησε ο Αδάμ και ο Θεός του εξήγησε (μέσες-άκρες) -«Αυξάνεσθε και πληθύνεστε» του είπε ο Θεός -«Τι είναι  Αυξάνεσθε και πληθύνεστε ;» ρώτησε ο Αδάμ και ο Θεός του εξήγησε Ξεκίνησε λοιπόν ο Αδάμ, κατέβηκε την κοιλάδα, ανέβηκε στο βουνό, βρήκε τη σπηλιά, μπήκε στη σπηλιά, βρήκε τη γυναίκα, και μετά από 15 λεπτά βγήκε από τη σπηλιά, κατέβηκε το βουνό, διέσχισε την κοιλάδα και πλησίασε τον Κύριο και τον ρώτησε:
- «Τι είναι  πονοκέφαλο «

Ένας δραπέτης , καταδικασμένος σε ισόβια για φόνο , έχει εκτίσει 25 χρόνια . Ενώ προσπαθεί να κρυφτεί , μπαίνει σε ένα σπίτι νεόνυμφων , δένει τον άντρα σε μια καρέκλα στη μια άκρη του δωματίου και δένει και τη γυναίκα στο κρεβάτι . Ανεβαίνει στο κρεβάτι , πάνω από τη γυναίκα , και φαίνεται να της φιλάει το λαιμό . Μετά σηκώνεται και φεύγει από το δωμάτιο . Αμέσως ο σύζυγος σέρνεται με την καρέκλα του μέχρι το κρεβάτι και ψιθυρίζει στη γυναίκα του : – Αγάπη μου , αυτός ο τύπος δεν έχει δει γυναίκα για πολλά χρόνια . Τον είδα που σου φίλησε το λαιμό και μετά έφυγε βιαστικά . Απλά συνεργάσου και κάνε ό,τι σου ζητήσει . Αν θέλει να κάνει σεξ μαζί σου απλά συμφώνησε και προσποιήσου ότι σου αρέσει . Ότι κι αν κάνεις , μην του πας κόντρα και μην τον εκνευρίσεις . Πάνω σου κρέμονται οι ζωές και των δυο μας . Δείξε δύναμη και να θυμάσαι ότι σε αγαπώ . Μόλις η ημίγυμνη γυναίκα ξεπερνά το σοκ από αυτά που ακούει , λέει :
- Γλυκέ μου , αισθάνομαι πολύ ανακουφισμένη που το βλέπεις έτσι . Έχεις δίκιο , αυτός ο τύπος δεν έχει δει γυναίκα για χρόνια αλλά δεν μου φιλούσε το λαιμό . Μου ψιθύριζε στο αυτί . Είπε ότι σε βρίσκει πολύ γλυκούλη και με ρώτησε αν έχουμε βαζελίνη στο μπάνιο . Δείξε δύναμη και να θυμάσαι ότι κι εγώ σε αγαπώ . Ένας δραπέτης , καταδικασμένος σε ισόβια για φόνο , έχει εκτίσει 25 χρόνια . Ενώ προσπαθεί να κρυφτεί , μπαίνει σε ένα σπίτι νεόνυμφων , δένει τον άντρα σε μια καρέκλα στη μια άκρη του δωματίου και δένει και τη γυναίκα στο κρεβάτι . Ανεβαίνει στο κρεβάτι , πάνω από τη γυναίκα , και φαίνεται να της φιλάει το λαιμό . Μετά σηκώνεται και φεύγει από το δωμάτιο . Αμέσως ο σύζυγος σέρνεται με την καρέκλα του μέχρι το κρεβάτι και ψιθυρίζει στη γυναίκα του : – Αγάπη μου , αυτός ο τύπος δεν έχει δει γυναίκα για πολλά χρόνια . Τον είδα που σου φίλησε το λαιμό και μετά έφυγε βιαστικά . Απλά συνεργάσου και κάνε ό,τι σου ζητήσει . Αν θέλει να κάνει σεξ μαζί σου απλά συμφώνησε και προσποιήσου ότι σου αρέσει . Ότι κι αν κάνεις , μην του πας κόντρα και μην τον εκνευρίσεις . Πάνω σου κρέμονται οι ζωές και των δυο μας . Δείξε δύναμη και να θυμάσαι ότι σε αγαπώ . Μόλις η ημίγυμνη γυναίκα ξεπερνά το σοκ από αυτά που ακούει , λέει :
- Γλυκέ μου , αισθάνομαι πολύ ανακουφισμένη που το βλέπεις έτσι . Έχεις δίκιο , αυτός ο τύπος δεν έχει δει γυναίκα για χρόνια αλλά δεν μου φιλούσε το λαιμό . Μου ψιθύριζε στο αυτί . Είπε ότι σε βρίσκει πολύ γλυκούλη και με ρώτησε αν έχουμε βαζελίνη στο μπάνιο . Δείξε δύναμη και να θυμάσαι ότι κι εγώ σε αγαπώ .
Μια φορά ήταν ένας άνθρωπος που είχε 2 αγάπες στη ζωή του. Τις γυναίκες και τα γρήγορα αμάξια. Όταν πέθανε λοιπόν, ο Αγιος Πέτρος αποφάσισε να τον πάρει στον παράδεισο. Οπότε, λέει στον Αγιο Πέτρο: – «Εγώ Αγιε Πέτρο μου, είχα 2 αγάπες στη ζωή μου. Τα αμάξια, και τις γυναίκες.» Και του λέει ο Αγιος Πέτρος: – «Για τις γυναίκες, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Όσο για τα αμάξια…» Και τσουπ, εμφανίζεται ένα αμαξάκι μπροστά στον άνθρωπο. – «Πάρε αυτό το αμάξι, για να βολτάρεις, αλλά δε θα πηγαίνεις με πάνω από 40 χλμ. την ώρα», είπε ο Αγιος Πέτρος. – «Μα 40 χιλιόμετρα Αγιε Πέτρο μου, δεν είναι τίποτα.» – «Δεν χωράει συζήτηση! Τι το περάσαμε εδώ πέρα;», είπε θυμωμένος ο Αγιος Πέτρος. Έτσι λοιπόν, παίρνει το αμαξάκι του και οδηγούσε σταθερά κάτω από 40 χιλιόμετρα, ώσπου μια μέρα άκουσε ένα δυνατό θόρυβο. Βλέπει μια τεράστια αμαξάρα, να τρέχει με τρομερή ταχύτητα. Τα έπαιξε ο άνθρωπος. Διαβάζει την πίσω πινακίδα του αυτοκίνητου που μόλις τον είχε περάσει και έγραφε «Ναζ». – «Για δες πως τρέχουν οι ναζί στον παράδεισο», σκέφτηκε αμέσως. Την επόμενη μέρα, έγινε πάλι το ίδιο, με το ίδιο αυτοκίνητο. – «Ε την επόμενη φορά, θα του κάνω κόντρα», είπε ο άνθρωπος. Την επόμενη μέρα, άκουσε πάλι τον ίδιο θόρυβο, βλέπει το αυτοκίνητο με την πινακίδα «Ναζ» και πατάει γέρα το γκάζι του. – «Τώρα θα δεις παλιοναζί», είπε. Όμως, όταν ο δείκτης πέρασε τα 40 χιλιόμετρα, εξαφανίστηκε το αυτοκίνητό του. Τότε, εμφανίστηκε ο Αγιος Πέτρος, λέγοντας του: – «Τί έκανες εκεί βρε; Δε σου είπα να μην ξεπεράσεις τα 40 χιλιόμετρα;» είπε νευριασμένος ο Αγιος Πέτρος. – «Ασε μας και συ τώρα! Εδώ έχεις τους κωλοναζί να τρέχουν σαν δαιμονισμένους στους δρόμους και εμένα που υπήρχα καλός άνθρωπος σε όλη μου τη ζωή, με έχεις μόνο στα 40 χλμ.», λέει ο άνθρωπος. Τα παίζει ο Αγιος Πέτρος. – «Ποιους ναζί ρε;» τον ρωτάει. – «Εδώ είναι ένας βρωμοναζί με μια αμαξάρα και τρέχει με 200 χιλιόμετρα και γράφει πίσω η πινακίδα του «Ναζ» !», λέει ο άνθρωπος. Τρελαίνεται ο Αγιος Πέτρος. «Ποιος ναζί ρε; «Ναζ» σημαίνει «Ο Ναζωραίος»! Είναι ο γιος του αφεντικού και κάνει ότι θέλει εδώ πέρα!»

Ο φίλοι κάνουν ένα ταξίδι με αερόστατο. Κάποια στιγμή αρχίζει να βρέχει. Σε πολύ λίγο η βροχή γίνεται καταιγίδα και το αερόστατο κομμάτια. Πυξίδες και χάρτες χάνονται. Οι δύο φίλοι κρατιούνται από κάτι σκοινιά και καταφέρνουν να προσγειωθούν σώοι και αβλαβείς σε ένα λιβάδι. Η καταιγίδα έχει πια σταματήσει και περίπου στο κέντρο του λιβαδιού μπορούν να διακρίνουν έναν άντρα να διαβάζει. Πάνε λοιπόν προς το μέρος του και τον ρωτάνε: – «Συγνώμη, μήπως ξέρετε που βρισκόμαστε;» Ο άντρας κοιτάει για λίγο γύρω του, σκέφτεται και λέει:
– «Βρίσκεστε στη μέση ενός λιβαδιού.» Οι φίλοι τον ευχαριστούν και φεύγουν. Όταν απομακρύνονται κάπως λέει ο ένας στον άλλο:
– «Αυτός ήταν μαθηματικός!».
– «Πού το κατάλαβες;» ρωτάει ο άλλος.
– «Πρώτον σκέφτηκε πριν απαντήσει και δεύτερον έδωσε μια σωστή απάντηση με ακίβεια, που όμως δε μας χρησιμεύει σε τίποτa!
O Κυριάκος ήταν ένας Έλληνας μετανάστης που είχε δουλέψει όλη τη ζωή του. Ό,τι έβγαζε, το έκανε κομπόδεμα αλλά ήταν απίστευτα τσιγκούνης και δε χαιρόταν τα χρήματά του.
Κάποτε αρρώστησε σοβαρά και λίγο πριν πεθάνει λέει στη σύζυγό του.
- Κούλα, όταν πεθάνω, θέλω να μαζέψεις όλα μου τα χρήματα και να τα βάλεις στην κάσα. Θέλω να πάρω τα λεφτά μαζί μου στην επόμενη ζωή.
Έτσι έπεισε τη Κούλα να του υποσχεθεί, με όλη της την καρδιά, πως όταν εκείνος θα πέθαινε, αυτή θα φρόντιζε να βάλει όλα τα χρήματα στην κάσα μαζί του.
Όταν λοιπόν κάποια στιγμή πέθανε, ο Κυριάκος ήταν ξαπλωμένος στο φέρετρο, η γυναίκα του καθόταν εκεί δίπλα μαυροντυμένη φωνάζοντας «Κυριάκο, αγάπη μου, πού πας;» και η κολλητή της φίλη Λίτσα καθόταν δίπλα της.
Όταν τελείωσε η τελετή, και την ώρα που ο παπάς ετοιμαζόταν να κλείσει το φέρετρο, η σύζυγος φωνάζει:
- «Μια στιγμή!». Η Κούλα τότε έβαλε ένα μικρό μεταλλικό κουτί μέσα στο φέρετρο. Και μετά ο παπάς έκλεισε το φέρετρο και άρχισαν να το κατεβάζουν.
Λέει λοιπόν η Λίτσα:
- Κούλα, ξέρω ότι δε θα ήσουν τόσο χαζή ώστε να βάλεις όλα τα λεφτά του μέσα στο φέρετρο μαζί του.
- Άκου Λίτσα μου. Είμαι Χριστιανή Ορθόδοξη και δε μπορώ να αθετήσω τον λόγο μου. Υποσχέθηκα στον Κυριάκο ότι θα του έβαζα τα χρήματά του στην κάσα του.
- Μου λες δηλαδή ότι έβαλες όλα τα λεφτά στην κάσα του;
- Φυσικά και το έκανα. Τα μάζεψα όλα μαζί, τα έβαλα στον λογαριασμό μου, και του έκοψα μία επιταγή. Αν μπορεί να την εξαργυρώσει, θα μπορεί να τα ξοδέψει κιόλας.