Έγινε το κουτσομπολιό της μικρής πόλης, το γεγονός ότι ένας ογδοντάχρονος παντρεύτηκε μια εικοσάχρονη. Μετά από ένα χρόνο ευτυχισμένου έγγαμου βίου, η νεαρή σύζυγος έμεινε έγκυος και μια μέρα εισήχθη στο μαιευτήριο για να γεννήσει.
Η νοσοκόμα μετά από κάποια ώρα βγήκε για να συγχαρεί τον πατέρα λέγοντάς του:
- Συγχαρητήρια! Να σας ζήσει ο γιος! Αυτό είναι απίστευτο. Πώς το κάνατε αυτό στην ηλικία σας;
- Πρέπει να κρατάμε τη μηχανή σε καλή κατάσταση, απάντησε αυτός.
Τον επόμενο χρόνο η γυναίκα του γέρου γεννά ξανά.
Η ίδια νοσοκόμα κι αυτή τη φορά του ανακοινώνει τα καλά νέα:
- Συγχαρητήρια! Να σας ζήσει η κόρη! Αυτό είναι πραγματικά απίστευτο. Πώς τα καταφέρατε; ρωτά η νοσοκόμα.
- Ε, δεν θέλω να το παινευτώ αλλά πρέπει να κρατάμε τη μηχανή σε καλή κατάσταση, ξαναπάντησε ο γέρος.
Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και την επόμενη χρονιά.
Η ίδια νοσοκόμα και πάλι του λέει:
- Συγχαρητήρια! Πρέπει πραγματικά να είστε πολύ καλός.
- Πρέπει να κρατάμε τη μηχανή σε καλή κατάσταση, απαντά και πάλι ο γέρος και του λέει η νοσοκόμα:
- Καλύτερα όμως να αλλάξετε λάδια στη μηχανή γιατί αυτό το μωρό βγήκε μαύρο!
Ένας ψευδός βρίσκει στην Ομόνοια ένα ψόφιο άλογο με άπειρες μύγες πάνω του. Τρελάθηκε ο άνθρωπος και καλεί το αστυνομικό τμήμα σε έξαλλη κατάσταση.
- Πρώτο Αστυνομικό Τμήμα Αθηνών, λέγετε... απαντάει ο μπάτσος.
- Βββββββρρρήκα έεεεεεεεενα ψψψψψόφιο άλλλογο στην οδό Παπαπαπαπαπαπαπαπαπα...
- Παπάφη, λέει ο μπάτσος.
- Όοοοοχι, στην οδό Παπαπαπαπαπαπαπα...
- Παπάφη, ξαναλέει ο μπάτσος.
- Όοοοχι, στην οδό Παπαπαπα...
- Παπάρια, λέει ο μπάτσος και το κλείνει αγανακτισμένος.
Μετά μισό λεπτό ξαναπαίρνει τηλέφωνο ο ψευδός και ξαναλέει τα ίδια χωρίς να μπορεί να πει την οδό.
- Παπαδιά, ξαναλέει θυμωμένος ο μπάτσος!
Περνάει 1 ώρα, 2 ώρες, 3,4,5 και ξαναπαίρνει τηλέφωνο ο ψευδός, ξαναλέει το ίδιο σκηνικό και καταλήγει...
- Βρήκα ένα ψόφιο άλογο στην οδό Παπαπαπαπαπαπαπαπαπαπα...!
- Παπάφη, λέει ξανά ο ίδιος μπάτσος.
- Λέει και ο ψευδός... Πέεεεεντε ώωωωρες έκανα να το πάω εκεί!
Ήταν ένας γύφτος με ένα Ντάτσουν σταματημένος σε ένα φανάρι και βλέπει από τον σπασμένο του καθρέφτη να έρχεται με 1000 ένας με μία Πόρσε.
Τρέχει, τρέχει, τρέχει η Πόρσε και σταματάει χιλιοστά απο το Ντάτσουν του γύφτου.
Κατεβαίνει τρομαγμένος ο γύφτος και πηγαινει στον οδηγό της Πόρσε:
- Τι κάνεις ρε! Θα με σκοτώσεις! Πως πας έτσι;
Ανοίγει ο οδηγός της Πόρσε το ηλεκτρικό παράθυρο και του λέει:
- "Τα πάντα στην ζωή είναι ακρίβεια", ΣΑΙΞΠΗΡ.
Και κλείνει το παράθυρο.
Τον κοιτά σαστισμένος ο γύφτος και επιστρέφει στο Ντάτσουν. Ξεκινάει πάει τσούκου-τσούκου, και σταματά στο επόμενο φανάρι.
Βλέπει πάλι ο γύφτος από τον καθρέφτη την Πόρσε να τρέχει πίσω του, και πάλι να σταματά λίγα μόλις χιλιοστά από το Ντάτσουν.
Ξανακατεβαίνει κάτω:
- Τι θες ρε! Πας να με σκοτώσεις;
Ανοίγει πάλι ο οδηγός της Πόρσε το ηλεκτρικό παράθυρο και του λέει:
- "Τα πάντα στην ζωή είναι ακρίβεια", ΣΑΙΞΠΗΡ.
Και κλείνει το παράθυρο.
Νευριάζει ο γύφτος και επιστρέφει στο Ντάτσουν μονολογώντας:
- Να δεις τι θα πάθεις, μαλάκα.
Ανοίγει το φανάρι, ξεκινάει ο γύφτος και κάνει στην άκρη στην διαδρομή, αφήνοντας να τον προσπεράσει η Πόρσε.
Σταματάει η Πόρσε στο φανάρι, γκαζώνει ο γύφτος το Ντάτσουν, και πέφτει πάνω στην Πόρσε.
Κατεβαίνει ο οδηγός της Πόρσε και πάει κοντά στον γύφτο φωνάζοντας:
- Τι έκανες ρε; Ξέρεις τι ζημιά είναι αυτή; Ξέρεις πόσο έχουν τα ανταλλακτικά της Πόρσε;
Ανοίγει ο γύφτος το παράθυρο και λέει νευριασμένος:
- "Το μου.. της μάνας σου!" ΜΗΤΣΟΣ.

Ένας μεσόκοπος καουμπόη, κλασικά ντυμένος με καρό πουκάμισο, τζιν, δερμάτινο μπουφάν, καπέλο και μπότες με σπιρούνια, μπαίνει σε ένα κεντρικό μπαρ της Νέας Υόρκης, κάθεται στον πάγκο και παραγγέλνει ένα ουίσκι.
Εκεί που απολάμβανε το ποτό του, μπαίνει μια κοπελίτσα στο μπαρ και κάθεται δίπλα του. Αφού παρήγγειλε κι εκείνη ένα ποτό, γυρίζει στον καουμπόη, τον κοιτάζει από πάνω ως κάτω, και μιας κι ήταν περίεργο για έναν καουμπόη στο κέντρο της Νέας Υόρκης, τον ρωτάει:
- Είσαι αληθινός καουμπόη;
- Κοίτα... της λέει αυτός, ... Έχω περάσει όλη μου τη ζωή στους στάβλους, βόσκοντας αγελάδες, καβαλώντας άλογα, φτιάχνοντας φράχτες... Μάλλον είμαι λοιπόν αληθινός καουμπόη.
Περνάνε λίγα λεπτά αμηχανίας, χωρίς να βγάλουνε κουβέντα, ώσπου αυτός παίρνει το θάρρος να ρωτήσει:
- Εσύ τι είσαι;
- Κοίτα... Ποτέ δεν έχω πάει σε στάβλο, ούτε έχω βοσκήσει αγελάδες, άρα δεν είμαι καουμπόη, απαντάει εκείνη. Όλη μου τη μέρα την περνάω να σκέφτομαι γυναίκες. Όταν κάνω μπάνιο, όταν τρώω, όταν βλέπωτηλεόραση, συνέχεια σκέφτομαι γυναίκες, και πολλές φορές μάλιστα τις σκέφτομαι γυμνές. Αρα είμαι λεσβία.
Μετά από λίγο εκείνη έφυγε, κι ο καουμπόη, λίγο σκεπτικός αυτή τη φορά, παρήγγειλε κι άλλο ποτό. Αυτή τη φορά κάθισε δίπλα του ένα νεαρό ζευγάρι, το οποίο επίσης παραξενεύτηκε με την παρουσία του καουμπόη, και τον ρώτησαν:
- Είσαι αληθινός καουμπόη;
- Κοίτα... λέει εκείνος, πάντα νόμιζα ότι ήμουνα ένας αληθινός καουμπόη, αλλά μόλις σήμερα ανακάλυψα ότι είμαι λεσβία.