Ήταν τρεις γιατροί ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας.
Μια μέρα που έγινε διεθνές συμβούλιο γιατρών συναντήθηκαν όλοι μαζί και ήθελαν να αποδείξουν ο ένας στον άλλο ποιος είναι ο καλύτερος γιατρός. Σηκώνεται ο Ιταλός και λέει, εγώ μπορώ να κάνω έναν που έχει καταρράκτη εντελώς καλά σε ένα μήνα. Σιγά το κατόρθωμα του έλεγαν οι άλλοι δύο και γελούσαν ειρωνικά. Σηκώνεται ο Γερμανός και λέει εγώ μπορώ να κάνω έναν που είναι εντελώς τυφλός καλά σε 15 μέρες. Σιγά το κατόρθωμα του είπε ο Έλληνας . Και λένε στον Έλληνα εσύ που κοροϊδεύεις τι μπορείς να κάνεις? Εγώ τους λέει μπορώ να κάνω έναν που είναι τυφλός καλά σε ένα δευτερόλεπτο. Γελούσαν οι άλλοι δύο και του λένε αυτό που λες δεν γίνεται. Κατά σύμπτωση εκείνη τη στιγμή περνούσε ένας τυφλός και τον φωνάξανε. Λένε λοιπόν στον Έλληνα να τον κάνει καλά. Τον βάζει ο Έλληνας στην καρέκλα και του λέει να κατεβάσει το παντελόνι του. Μετά του βάζει τα αρχίδια στα μάτια και τον ρωτάει βλέπεις τίποτα? Και λέει ο τυφλός, αρχίδια βλέπω.
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας τύπος που τον είχε 60 πόντους.
Επειδή όμως οι 60 πόντοι του ήταν κάπως ενοχλητικοί (τύλιγμα γύρω από τη μέση κλπ.) ήθελε να κοντίνει τον πούτσο του. Πήγε σε γιατρούς, χειρούργους, αφροδισιολόγους... Τίποτα! Μια μέρα όμως εκεί που συζητούσε το πρόβλημα με έναν γιατρό, του λέει ο γιατρός:
- Αφού εμείς δεν μπορούμε να σε εξυπηρετήσουμε γιατί δεν δοκιμάζεις τίποτε άλλο;
- Δηλαδή γιατρέ;
- Να... Υπάρχει ένας μάγος σε μια φυλή της Αφρικής που κάνει θαύματα. Δεν χάνεις τίποτε να δοκιμάσεις. Ενθουσιασμένος ο τύπος και ακολουθώντας τις οδηγίες του γιατρού πηγαίνει στην Αφρική. Μετά από μέρες ψαξίματος στη ζούγκλα βρίσκει επιτέλους την φυλή που ήταν ο μάγος. Μπαίνει στην σκηνή του μάγου κάθεται και του λέει το πρόβλημα.
- Aκου, λέει ο μάγος, στο ποτάμι δίπλα από το χωριό μας υπάρχει ένας βάτραχος με κόκκινο κεφάλι. Αν τον ρωτήσεις βάτραχε θες να σε γα**σω θα γίνει το εξής: Αν ο βάτραχος πει ναι μεγαλώνει 10 πόντους... Αν πει όχι μικραίνει 10. Χαρούμενος ο τύπος πηγαίνει το άλλο πρωί στο ποτάμι και όντως βλέπει τον βάτραχο με το κόκκινο κεφάλι. Πλησιάζει δήθεν αδιάφορα και ρωτάει:
- Ε βάτραχε... Θες να σε γα**σω;
- ΟΧΙ, λέει ο βάτραχος και ξαφνικά ο τύπος βλέπει το κλαρίνο του να μπαίνει 10 πόντους. Κάνει μια βόλτα και ξαναρωτάει.
- Ε βάτραχε... Θες να σε γα**σω;
- ΟΧΙ! Βλέπει το πουλί του 40 πόντους, μες τη χαρά ο τύπος. Εισπράτει αργότερα ακόμα ένα όχι και τώρα πια είναι στους 30. Όπως όμως το κοίταγε σκέφτηκε ότι οι 40 ήταν καλοί και αποφασίζει να το ριψοκινδυνεύσει σκεφτόμενος ότι (40... Αλλά και οι 20 καλοί είναι). Πλησιάζει πάλι το βάτραχο δήθεν αμέριμνος:
- Ε βάτραχε... Θες να σε γα**σω;
- Αφού σου είπα ρε φίλε... ΟΧΙ ΟΧΙ ΟΧΙ!

Στο σχολείο η δασκάλα βάζει τα παιδάκια να γράψουν μια έκθεση με θέμα "Πώς πέρασα το καλοκαίρι". Ο Τοτός έγραψε:
- "Το καλοκαίρι πήγα στο χωριό του παππού μου. Ο παππούς μου έχει ένα μεγάλο κτήμα και πολλά ζώα. Έχει και μία άσπρη και μία μαύρη αγελάδα. Μια μέρα ήρθε ένας ταύρος και γάμησε την άσπρη αγελάδα."
Η δασκάλα σοκαρισμένη σκέφτεται να μην ξαναβάλει θέμα που θα θυμίσει στον Τοτό το κτήμα του παππού του. Κι έτσι βάζει έκθεση με θέμα "Η Πελοπόννησος".
Ο Τοτός γράφει:
- "Στην Πελοπόννησο είναι η Πάτρα. Κοντά στην Πάτρα είναι τα Καλάβρυτα. Στα Καλάβρυτα ο παππούς μου έχει ένα μεγάλο κτήμα με πολλά ζώα και έχει και δύο αγελάδες. Μια μέρα ήρθε ένας ταύρος και γάμησε την άσπρη αγελάδα."
Η δασκάλα αποφασίζει να μιλήσει στον Τοτό.
- "Τοτέ δεν κάνει να λες τέτοιες κακές λεξούλες"
- "Και πώς να το λέω;", της λέει απορημένος ο Τοτός.
- "Να λές έκανε μια έκπληξη στην άσπρη αγελάδα".
- "Καλά κυρία", απαντά ο Τοτός.
Η δασκάλα μη θέλοντας να το ριψοκινδυνέψει βάζει θέμα "Η Ευρώπη".
Ο Τοτός γράφει:
- "Στην Ευρώπη είναι η Ελλάδα. Στην Ελλάδα είναι η Πελοπόννησος. Στην Πελοπόννησο είναι η Πάτρα. Κοντά στην Πάτρα είναι τα Καλάβρυτα. Στα Καλάβρυτα ο παππούς μου έχει ένα μεγάλο κτήμα με πάρα πολλά ζώα. Και έχει και δύο αγελάδες, μία άσπρη και μία μαύρη. Και μία μέρα ήρθε ένας ταύρος και έκανε μια έκπληξη στην άσπρη αγελάδα! Γάμησε την μαύρη!"
Ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας πήγαν στις ΗΠΑ για αναζήτηση τύχης και εργασίας! Μετά από ένα μήνα αποτυχημένων προσπαθειών και ενώ τους είχε θερίσει η πείνα αποφασίζουν να εφαρμόσουν το εξής σχέδιο:
Γιωρίκας:
"Λοιπόν Κωστίκα θέλεις να τρώμε δωρεάν στα καλύτερα εστιατόρια;"
Κωστίκας:
"Έ και το ρωτάς!"
Γιωρίκας:
"Ακου τι θα κάνουμε! Θα αγοράσουμε έναν πλαστικό πούτσο και όταν θα τρώμε στα καλύτερα εστιατόρια, αφού τελειώσουμε το φαγητό, θα βγάζω έξω τον πλαστικό πούτσο και εσύ θα σκύβεις για να κάνεις ότι μου παίρνεις πίπα!. Έτσι όταν μας βλέπουν θα μας πετάνε έξω χωρίς να προλαβαίνουμε να πληρώσουμε το λογαριασμό!"
Κωστίκας:
"Φοβερό! Συμφωνώ!"
Ξεκινάνε λοιπόν με τα καλύτερα εστιατόρια της Νέας Υόρκης. Μόλις τελείωσαν το φαγητό στο πρώτο εστιατόριο βγάζει ο Γιωρίκας τον πλαστικό πούτσο και σκύβει ο Κωστίκας για να κάνει πως του παίρνει πίπα! Μόλις τους βλέπουν οι μπράβοι του μαγαζιού τους πετάνε έξω δέρνοντας τους. αυτό συνεχίστηκε για ένα μήνα ώσπου τα καλύτερα εστιατόρια τελείωσαν! αποφασίζουν λοιπόν να πάνε σε πιο χαμηλή κατηγορία εστιατορίων.
Κωστίκας:
"Ρε `συ Γιωρίκα τώρα που θα πάμε σε άλλη κατηγορία να αλλάξουμε λίγο!. Δώσε σε `μένα τον πλαστικό πούτσο και κάνε εσύ πως μου παίρνεις πίπα.!"
Γιωρίκας:
"Ποιον πλαστικό πούτσο; αυτόν το ξέχασα στο πρώτο εστιατόριο!"
Ήταν ένας επιχειρηματίας, πάμπλουτος.
Κάποια στιγμή, του τυχαίνει μια στραβή και χάνει τα πάντα. Απελπισμένος, πηγαίνει σε μια γέφυρα με σκοπό να βάλει τέρμα στη ζωή του. Εκεί που είναι έτοιμος να πέσει στο κενό, τον αρπάζει ένα χέρι και τον τραβάει. Εκνευρισμένος, κοιτάζει πίσω του και βλέπει ένα γέρο.
- Παιδί μου, λέει ο γέρος. Τι είναι αυτό που πας να κάνεις; Τρελάθηκες;
- Τι θες ρε γέρο; Παράτα μας.
- Παιδί μου, ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Ο Αϊ-Βασίλης. Ίσως μπορώ να σε βοηθήσω!
- Ασε με, ρε Αϊ-Βασίλη! Είχα λεφτά, είχα αμάξια, γκόμενες! Τώρα δεν έχω τίποτα.
- Και γι αυτό ανησυχείς; του λέει ο Αϊ-Βασίλης. Αύριο, στις 10 το βράδυ, κάτω από αυτή τη γέφυρα θα σε περιμένει μια κόκκινη Ρολς-Ρόυς, όλη δική σου.
Χαρά ο επιχειρηματίας:
- Αχ, Αϊ-Βασίλη μου, να σε φιλήσω!
Ματς - μουτς, ξαναμελαγχολεί.
- Τι είναι τώρα; ρωτάει ο Αϊ - Βασίλης.
- Αχ, Αϊ-Βασίλη μου, είχα αμάξι, αλλά είχα και γκόμενες! Πέντε πέντε τις έβγαζα.
- Γι αυτό ανησυχείς; Αύριο, μέσα στη Ρολς-Ρόυς θα είναι και έξι γκόμενες, όλες δικές σου.
Τρελαίνετε ο επιχειρηματίας, αγκαλιές, φιλιά κλπ. μα ξαναμελαγχολεί.
- Τι έπαθες πάλι; ρωτάει ο Αϊ-Βασίλης.
- Αχ, Αϊ-Βασίλη μου. Είχα αμάξι, είχα γκόμενες, αλλά είχα και λεφτά. Τα πετούσα στο δρόμο, τα έδινα δεξιά κι αριστερά. Τώρα είμαι άφραγκος!
- Μην κάνεις έτσι, του λέει ο Αϊ-Βασίλης. Αύριο, μέσα στο αμάξι, η πιο ξανθιά από τις έξι γκόμενες θα κρατάει μια βαλίτσα με 90 τρις, όλα δικά σου!
Πετάει ο επιχειρηματίας!
- Αχ, Αϊ-Βασίλη μου, πώς θα στο ξεπληρώσω!
- Να μου πάρεις μια π*πα.
Κόκαλο ο επιχειρηματίας.
- Εντάξει, Αϊ-Βασίλη μου, τόσα έκανες για μένα. Είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω.
Φεύγουν μαζί, πηγαίνουν σε ένα μοτέλ, νοικιάζουν ένα δωμάτιο, μπαίνουν μέσα, τα κατεβάζει ο Αϊ-Βασίλης, ξεκινάει τη δουλειά του ο επιχειρηματίας.
Ενώ γίνεται ότι γίνεται, ρωτάει ο Αϊ-Βασίλης:
- Πώς σε λένε νεαρέ μου;
- Αλέξη, απαντάει εκείνος και συνεχίζει.
- Και τι δουλειά είπαμε ότι κάνεις Αλέξη;
- Επιχειρηματίας, και συνεχίζει.
Μετά από μια παύση, ρωτάει ξανά ο Αϊ-Βασίλης:
- Πόσο χρονών είσαι Αλέξη;
- Τριάντα πέντε.
- Καλά, ρε Αλέξη! Είσαι τριάντα πέντε χρονών και ακόμα πιστεύεις ότι υπάρχει Αϊ-Βασίλης;
Σε ένα αεροπλάνο, αφού έκανε την καθιερωμένη ανακοίνωση ο πιλότος, ξέχασε να κλείσει το μικρόφωνο. Μετά από λίγη ώρα λέει στον άλλο πιλότο:
- Λοιπόν, πάω να χέσω και μετά θα γ... Σω μετά την αεροσυνοδό.
Το ακούν λοιπόν όλοι οι επιβάτες και αρχίζουν τα κρυφόγελα. Ακούγοντας το και η αεροσυνοδός, αρχίζει να τρέχει, για να τους πει να κλείσουν το μικρόφωνο. Εκεί που έτρεχε, έπεσε πάνω στην τσάντα μιας γριάς. Βλέποντας την αεροσυνοδό, η γριά γελάει και της λέει:
- Σιγά-σιγά κόρη μου. Είπε ότι θα πάει να χέσει πρώτα!
Ο σύζυγος γνωρίζοντας ότι η γυναίκα του τον απατάει αποφασίζει να την πιάσει στα πράσα. Λέει στη γυναίκα του λοιπόν ότι πάει ταξίδι και θα λείψει για τρεις μέρες.
Πριν προλάβει να στρίψει το στενό μπάζει η γυναίκα του τον γκόμενο.
Τους αφήνει κανένα μισάωρο για να έχουν μπει στα καλά και μπαίνει στο σπίτι...
- Αμαααααν ! Τρεχα ο αντρασ μουυυυ.
- Που να παω;
- Βγεσ απ` το παραθυρο του μπανιου γρηγορααα!
Σφηνώνει όμως ο εραστής, πάει και ο άντρας στο μπάνιο και του κατεβάζει τα παντελόνια.
- Τωρα θα δεισ ρε μαλακα πωσ γαμανε!
Ηταν λίγο ψηλά το παραθυράκι όμως και δεν τον έφτανε καλά. Παίρνει μια καρέκλα, δεν βολεύεται, παίρνει ένα σκαμπό δεν βολεύεται, γυρνάει από δω γυρνάει από κει, δεν βολεύεται..
Τα παίρνει στο κρανίο και λέει:
- Τωρα θα δεισ ρε πουστη, παω να παρω το χασαπομαχερο απο την κουζινα να σου τα κοψω!
Κι ακούγεται ο εραστής να φωνάζει:
- Οχι ρε μαστορα! Κανε μια προσπαθεια ακομααααα!

Μια καθαρίστρια καθάριζε τα παράθυρα σε ένα κτίριο. Ξαφνικά όπ ως ήταν επάνω στη σκάλα και μπροστά σε ένα παράθυρο, αυτό ξαφνικά ανοίγει και η καθαρίστρια πέφτει στον ακάλυπτο μέσα σε ένα βαρέλι στο οποίο και σφηνώνει.
Αφού προσπάθησε πολύ ώρα να ελευθερωθεί τελικά κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.
Κατά το βραδάκι βγαίνει στον ακάλυπτο από την πίσω πόρτα ενός bar ένας σουρωμένος για κατούρημα.
Εκεί που κατουρούσε βλέπει το βαρέλι με τα δύο πόδια όρθια και ανοικτά, πάει κοντά και της ρίχνει ένα γαμήσι.
Γυρίζει μέσα στα bar να συνεχίσει το ποτό του αλλά η ψωλή του ήταν σηκωμένη χωρίς να θυμάται το γιατί.
Σκέφτεται:
"Η ψωλή μου γιατί είναι σηκωμένη; Σα να θυμάμαι να γάμησα κάτι εκεί πίσω αλλά δε θυμάμαι τι ήταν. Για να πάω να ρίξω μια ματιά."
Πηγαίνει πίσω στο ακάλυπτο ξανά.
- "Καλά θυμόμουν ότι γάμησα εδώ πίσω, για να ξαναρίξω ένα."
Αφού ξαναγαμάει πάει πάλι μέσα να συνεχίσει το ποτό του.
Μετά καμμιά ώρα η ψωλή του ακόμα σηκωμένη ήταν.
- "Ρε γαμώτο σα να θυμάμαι να γάμησα εκεί πίσω. Τι κακό είναι αυτό πολύ ξεχνάω τώρα τελευταία. Για να πάω να ρίξω μια ματιά".
Ξαναπάει πίσω στον ακάλυπτο και αφού ρίχνει ακόμα ένα γαμήσι, κάθεται και σκέφτεται βλέποντας το βαρέλι.
- "Ρε συ αυτό καλό μουνί είναι, γιατί το πετάξανε;"
Ήταν ένας που ήθελε να γραφτεί στο κλαμπ των πουτσαράδων και πάει στα γραφεία. Εκεί βλέπει έναν που τον είχε ακουμπισμένο πάνω του μέχρι το λαιμό. Ε λέει αυτός είναι ο πρόεδρος και τον χαιρετά.
- Τι γίνεται πρόεδρε;
- Ο κλητήρας είμαι. Ο πρόεδρος είναι πάνω.
Ανεβαίνει πάνω ενώ σκέφτεται τι ήρθε να κάνει στο κλαμπ. Στον πάνω όροφο βλέπει έναν που τον είχε απλωμένο πάνω στο γραφείο. Ε αυτός θα είναι ο πρόεδρος σκέφτεται.
- Τι κάνουμε πρόεδρε; του λέει.
- Ο γραμματέας είμαι. Ο πρόεδρος είναι πάνω, του απαντάει.
Ανεβαίνει πάνω απελπισμένος και βλέπει έναν που τον είχε απλωμένο σ΄ όλο το δωμάτιο. Επιτέλους λέει ο πρόεδρος λέει.
- Τι γίνεται πρόεδρε; του λέει.
- Α εγώ είμαι ο αντιπρόεδρος πάνω να πας.
Ανεβαίνει στο πάνω γραφείο που γράφει απέξω "ΠΡΟΕΔΡΟΣ" και εκεί βλέπει έναν ανεβασμένο πάνω στο παράθυρο και να κοιτάει με τα κιάλια.
- Χαίρετε.
- Μισό λεπτό, γαμάω Κάιρο.