Δύστροπος ο πελάτης, μπαίνει στην τράπεζα και λέει στην ταμία:
- Θέλω ν ανοίξω ένα γαμημένο λογαριασμό!
Σοκαρισμένη η ταμίας, του λέει:
- Δεν πρέπει να σας κατάλαβα καλά, κύριέ μου. Μήπως θα μπορούσατε να επαναλάβετε;
- Ανοιξε τ αυτιά σου, γαμώ το! λέει ο δύστροπος. Είπα ότι θέλω ν ανοίξω ένα
Γαμημένο λογαριασμό τώρα αμέσως.
- Λυπάμαι πολύ, κύριε, αλλά δε δεχόμαστε τέτοιου είδους συμπεριφορά και τέτοια γλώσσα
Στην τράπεζά μας, λέει η ταμίας και φεύγει, να φέρει τον προϊστάμενο.
Μετά από λίγο φτάνουν και οι δύο και ο προϊστάμενος, με τον αέρα της εξουσίας, λέει:
- Ποιο είναι πρόβλημα εδώ;
- Δεν υπάρχει κανένα γαμημένο πρόβλημα, λέει ο δύστροπος. Μόλις κέρδισα 50.000.000
Γαμημένα δολάρια και θέλω ν ανοίξω ένα γαμημένο λογαριασμό σ αυτή την τράπεζα.
- Κατάλαβα, λέει ο προϊστάμενος. Κι αυτή η σκρόφα προσπαθεί να σας κάνει τη ζωή
Δύσκολη;
Ήτανε ένας ζητιάνος έξω από μία πολυκατοικία, και κανείς δεν του έδινε λεφτά.
Μόνο ένας κύριος, κάθε φορά που τον έβλεπε του έδινε 2 ευρώ.
Μετά από έναν χρόνο όμως, ο κύριος το μείωσε και του έδινε 1,5 ευρώ.
Μετά από κάνα εξάμηνο μειώθηκε στο 1 ευρώ, και...
Μετά πάλι μειώθηκε, ώσπου τελικά δεν του έδινε τίποτε.
Τον πιάνει λοιπόν μία μέρα ο ζητιάνος και τον ρωτάει:
- Γιατί δεν μου δίνεις πια καθόλου λεφτά;
- Κοίτα, λέει ο κύριος, στην αρχή παντρεύτηκα και στριμώχτηκα λίγο. Ύστερα ήρθε και το πρώτο παιδί και ξόδεψα πολλά λεφτά... Ε, μετά έκανα και το δεύτερο, και...
- Καλά ρε μ..., τον διακόπτει ο ζητιάνος, με τα δικά μου τα λεφτά θα κάνεις εσύ παιδιά;
Πεθαίνει ένας πλούσιος πατέρας και αφήνει μια μεγάλη κληρονομιά στους δυο γιους του.
Συναντιέται, λοιπόν, ο μεγάλος με το μικρό να συζητήσουν τη μοιρασιά:
Μεγάλος: Λοιπόν αδελφάκι μου, εγώ δεν θέλω να σ αδικήσω. Ακου, λοιπόν, την πρότασή μου κι αν διαφωνείς τη ξανασυζητάμε. Λοιπόν, τη βίλλα στην Κηφισιά θα την πάρω εγώ, τη γκαρσονιέρα στην Καλλιθέα θα την πάρεις εσύ.
Μικρός: Εντάξει, φιλάκια!
Μεγάλος: Τη Φεράρι του μπαμπά, θα την πάρω εγώ, το φιατάκι εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Τη Χάρλευ του μπαμπά θα την πάρω εγώ, τη βέσπα εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Το κότερο του μπαμπά θα το πάρω εγώ. Το φουσκωτό εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Την πολυκατοικία στο Χολαργό, θα την πάρω εγώ. Τη μονοκατοικία στον Ταύρο, εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Τα μαγαζιά στη στοά της Πανεπιστημίου θα τα πάρω εγώ, τα μαγαζιά στο Μπουρνάζι εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Τους λογαριασμούς στην Ελβετία θα τους πάρω εγώ. Τους λογαριασμούς στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Το εξοχικό στη Μύκονο θα το πάρω εγώ. Το σπιτάκι στο Αγκίστρι εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Μεγάλος: Τα κτήματα στην Κρήτη θα τα πάρω εγώ. Τα ξερικά στη Μάνη εσύ.
Μικρός: Εντάξει φιλάκια!
Ο μεγάλος βρήκε από την αρχή παράξενη τη συμπεριφορά του αδελφού του και τον κοιτούσε παράξενα κάθε φορά που έστελνε φιλάκια. Στο τέλος δεν συγκρατήθηκε και ρώτησε περίεργος:
Μεγάλος: Καλά βρε αδελφάκι μου, εγώ τόση ώρα σε αδικώ κι εσύ το μόνο που έχεις να μου πεις είναι "φιλάκια".
Μικρός: Ναι βρε αδελφάκι μου, το κατάλαβα ότι θα γαμηθούμε για την περιουσία και είπα ν αρχίσω τα προκαταρκτικά μια ώρα αρχύτερα.
Ένας φρέσκος απόφοιτος του Harvard στα οικονομικά, πάει για συνέντευξη σε μια τράπεζα προκειμένου να τον προσλάβουν.
Εκεί που τελείωνε η συνέντευξη, τον ρωτάει ο διευθυντής:
"Και για να κλείσουμε, σε τι επίπεδο θα ήθελες να κυμαίνεται ο μισθός σου;"
"Κοιτάξτε, γύρω στα 2.000.000 δρχ το μήνα, καθαρά, λαμβάνοντας υπ όψη και τα διάφορα προνόμια που θα μου παρέχετε."
"Ωραία κοίτα, τι θα έλεγες για 5 εβδομάδες το χρόνο άδεια, 14 μισθούς το χρόνο,
Πλήρης ασφαλιστική κάλυψη και αυτοκίνητο της εταιρείας, μια BMW Ζ3 καμπριολέ;"
"Ουάου, θα αστειεύεστε!"
"Ναι, αλλά εσύ άρχισες!"