Ανέκδοτα για αυτοκίνητα και οδηγούς

Ενας ταλαίπωρος εργαζόμενος έπαιρνε κάθε βράδυ τον Ηλεκτρικό από την Καλλιθέα που ήτανε το γραφείο του για να πάει στη Πλατεία Αττικής που έμενε. Εκείνο το βράδυ έκανε μια ξεγυρισμένη υπερωρία και ψόφιος έτρεξε να προλάβει στο τσακ το τελευταίο τρένο για Κηφισιά. Χώνεται στο κάθισμα και τον παίρνει γλυκά, γλυκά...
- Ξύπνα κύριος !, ακούει μια σπαστική φωνή μέσα στο γλυκό ύπνο του και ανοίγοντας τρομαγμένος τα μάτια του, βλέπει το σταθμάρχη να τον κουνάει από τους ώμους."
- Πως; Tι; Που;, διερωτάται φωναχτά και κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο βλέπει την επιγραφή ΚΗΦΙΣΙΑ γραμμένη με ένα νυσταλέο κοκκινο φως. "Σκατά !", ανακράζει και κατευθύνεται προς τα ταξί έξω από το σταθμό. Βάζει ενστικτώδικα το χέρι του στη τσέπη και διαπιστώνει με αγωνία ότι έχει αφήσει το πορτοφόλι του στο γραφείο. Τρέχει προς το μοναδικό ταξί που περιμένει και σκύβοντας λέει στον οδηγό:.
- Πατριώτη, έχω ξεχάσει το πορτοφόλι μου. Με πετάς μέχρι Πλατεία Αττικής στο σπίτι μου και θα πάω να σου φέρω τα λεφτά.
Ο ταξιτζής κάτι ακαταλαβίστικο μουρμουρίζει μέσα απ τα δόντια του και καταλήγει τελικά ότι δεν γίνεται αυτό που του ζητάει. Οσο κι αν επιμένει ο άνθρωπός μας, ο ταξιτζής παραμένει ανένδοτος. "Ερυθραία άμα θέλεις σε πάω", του λέει.
Ο ταλαίπωρος νυσταλέος ήρωάς μας, γίνεται Τούρκος. "Το πούστη το κωλοταρίφα", σκέφτεται και τον τρώει η λύσα για εκδίκηση. Σημειώνει αριθμό, μάρκα, φάτσα και ψάχνει για άλλο ταξί. Μετά από αρκετό ποδαρόδρομο βρίσκει τελικά έναν καλόβολο Χριστιανό και πάει στο σπιτάκι του και ξεραίνεται.
Την επόμενη μέρα από τις 9 το βράδυ την έχει στημένη στη πιάτσα της Κηφισιάς με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη. Ξαφνικά νάσου το επίμαχο ταξί αράζει τρίτο στην ουρά.
Αμέσως ο φίλος μας πλησιάζει τον πρώτο ταξιτζή και του λέει με σιγανή φωνή:
- Εχω 3 κατοστάρικα. Αμα σε αφήσω να μου πάρεις μια πίπα, με πας μέχρι Πλατεία Αττικής;
- Αει γαμήσου μαλάκα ! Να κατέβω να σου πω εγώ που θα μου πεις εμένα να σου πάρω πίπα! του απαντάει έξαλλος ο οδηγός Γρήγορα για να μην τις αρπάξει και λέγοντας ένα "Καλά, καλά", ο τύπος πάει στον δεύτερο ταξιτζή και του λέει μια από τα ίδια. Η απάντηση όπως είναι φυσικό είναι παρόμοια και χειρότερη με διάφορα συνοδευτικά "@&*\|##@)%%}!".
Οπότε έρχεται η σειρά του τρίτου ταξιτζή με την γνωστή προϊστορία. Σκυβει ο καλός μας φίλος και του λέει από το παράθυρο με σιγανή φωνή:
"Ερυθραία με πας"; "Μπες μέσα" του απαντάει ο ανυποψίαστος ταξιτζής και ξεκινάει, περνώντας μπροστά από τους δύο άλλους ταξιτζήδες που κοιτάνε κατάπληκτοι

Ένας τροχονόμος σταματά ένα αυτοκίνητο μ έναν άνδρα και μια γυναίκα μέσα και πλησιάζει για τα καθέκαστα. Ο άνδρας, που κάθεται στο τιμόνι, τον ρωτά:
"Τι έγινε, κύριε τροχονόμε; Γιατί μας σταματήσατε;"
Τροχονόμος: Τρέχατε με εκατό ενώ το όριο είναι εξήντα. Δυστυχώς, θα πρέπει να σας κόψω κλήση.
Ανδρας: Μα, πώς έτρεχα με εκατό; Το πολύ να ήμουν λίγο πάνω από τα εξήντα.
Γυναίκα: Τι λες τώρα, Κώστα μου. Έχει δίκιο ο κύριος. Τα είχες περάσει τα εκατό. Κι εγώ το πρόσεξα. [Ο άνδρας τής ρίχνει ένα δολοφονικό βλέμμα.] Τροχονόμος: Θα πρέπει να σας δώσω κλήση και για το πίσω φως που είναι σπασμένο.
Ανδρας: Ποιο σπασμένο φως; Έχω εγώ σπασμένο φως;
Γυναίκα: Πώς δεν έχεις, Κώστα μου; Κι εσύ το είδες και μου το είπες εδώ και δυο βδομάδες! [Νέο δολοφονικό βλέμμα από τον άνδρα.] Τροχονόμος: Και, για να τελειώνουμε, θα σας δώσω επίσης κλήση επειδή δεν έχετε φορέσει τη ζώνη ασφαλείας.
Ανδρας: Μα τώρα δα την έβγαλα, όταν κατεβαίνατε από τη μοτοσικλέτα!
Γυναίκα: Καλέ τι είναι αυτά που λες στον άνθρωπο, Κώστα μου! Εσύ ποτέ δεν τη φοράς τη ζώνη!
Πάνω εκεί ο άνδρας γυρνά στη γυναίκα και της φωνάζει:
"Για όνομα του θεού, δεν μπορείς να βγάλεις το σκασμό;"
Ο τροχονόμος κοιτάζει τη γυναίκα και τη ρωτά:
"Με συγχωρείτε, κυρία μου, έτσι σας μιλάει πάντα;"
Και η γυναίκα:
"Όχι, κύριε τροχονόμε. Μόνο όταν είναι πιωμένος..."
Ο μικρός Κωστάκης παίζει στο δωμάτιό του και ο πατέρας του μπαίνει και του ανακοινώνει ότι ό μπαμπάς κι η μαμά χωρίζουν.
- Γιατί, μπαμπά; ρωτάει, μπερδεμένος, ο Κωστάκης.
- Ε, να, η μαμά κι εγώ δεν αγαπιόμαστε πια, εξηγεί ο πατέρας.
- Τι εννοείς ακριβώς; ξαναρωτάει ο Κωστάκης.
- Ασε με να σου δώσω ένα παράδειγμα, για να καταλάβεις. Όταν γυρίζω απ τη δουλειά, η μαμά δεν αισθάνεται αυτή τη γλυκιά έξαψη και αναστάτωση, που έρχεται ο άντρας της στο σπίτι, ούτε έρχεται να με υποδεχτεί στην εξώπορτα.
- Μα, μπαμπά, εγώ βλέπω τη μαμά σε έξαψη, τελείως αναστατωμένη, καμιά φορά, όταν γυρίζεις στο σπίτι. Αρα πρέπει να σε αγαπάει ακόμη.
- Πότε δηλαδή; απόρησε ο πατέρας.
- Να, είναι κάτι φορές, που η μαμά κοιμάται ακόμη, με το γείτονα στο κρεβάτι κι όταν ακούει το αυτοκίνητο, που παρκάρεις στο γκαράζ, βάζει τις φωνές έξαλλη:
- «Ήρθε ο άντρας μου! Ήρθε ο άντρας μου!»
Δυο Βλάχοι, βοσκούσαν τα πρόβατά τους στην κορυφή ενός βουνού. Είχαν πολύ καιρό να πατήσουν το πόδι τους στην πεδιάδα και επομένως πολύ καιρό να δουν θηλυκιά ύπαρξη.
Για καλή τους τύχη όμως, το αυτοκίνητο μιας τουρίστριας που εξερευνούσε & θαύμαζε τις ομορφιές της φύσης, έπεσε σε ένα χαντάκι και μη μπορώντας να το βγάλει καλούσε για βοήθεια.
Οι δυο βλάχοι, αφού την πλησίασαν και τη ρώτησαν τι συμβαίνει, προσφέρθηκαν να τη βοηθήσουν ζητώντας της όμως να "κοιμηθεί" μαζί τους το βράδυ.
Η τουρίστρια δέχτηκε.
Όταν έφτασε η κρίσιμη στιγμή, η γυναίκα ζήτησε από τους βλάχους να φορέσουν τα προφυλακτικά που τους έδωσε. Αυτοί μη γνωρίζοντας για αυτά, γεμάτοι περιέργεια, τη ρώτησαν.
- Τι εν τούτα;
Η τουρίστρια τότε τους απάντησε πως πρέπει να τα φοράνε για να μη μείνει έγκυος.
Έτσι λοιπόν αφού τα φόρεσαν, ανυπόμονοι για το πότε θα φτάσει επιτέλους η στιγμή να την ορμήξουν, πέρασαν όλη νύχτα μαζί της.
Το πρωί η τουρίστρια σηκώνεται, παίρνει το αυτοκίνητό της που το είχαν ήδη βγάλει, και έφυγε.
Μετά από ένα μήνα, οι Βλάχοι ξαναβρίσκονται στην ίδια κορυφή.
Ο ένας τότε, φωνάζει στον άλλο από απόσταση:
- ΕΕΕΕΕ, Μήήτσοοοο, ρεεε, σε ενδιαφέρ εάν μείνει έγκυος η τουρίστριαααα;
- Ουόοοοοοχιιιι, απαντά ο Μήτσος.
Ε, τότε ρε, γιατί δι τα βγάζουμι αυτά; (ρωτάει δείχνοντας το όργανό του
Προχτές πήγα σε ένα τοπικό βιβλιοπωλείο, που πουλά θρησκευτικά βιβλία.
Εκεί είδα ένα αυτοκόλλητο με τίτλο "Κορνάρετε αν αγαπάτε τον Θεό". Το αγόρασα και το έβαλα αμέσως στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου μου.
Είμαι πολύ χαρούμενη που το έκανα αυτό. Τι εποικοδομητική εμπειρία ακολούθησε, δεν μπορείτε να φανταστείτε...
Είχα σταματήσει σε ένα φανάρι ενός πολυσύχναστου δρόμου και χαμένη στις σκέψεις μου για τον Θεό, δεν πρόσεξα ότι το φανάρι είχε αλλάξει χρώμα και ήταν πλέον πράσινο.
Εκείνη την ώρα, το αυτοκόλλητο έκανε την δουλειά του. Βρήκα ένα σωρό ανθρώπους που αγαπούν τον Θεό.
Ειδικά εκείνος ο καλός κύριος πίσω επόμενα, κορνάριζε σαν τρελός.
Πρέπει να αγαπούσε πραγματικά τον Θεό γιατί έβγαλε το κεφάλι του έξω από το παράθυρο και μου φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε:
"... τον Θεό σου!
Προχώρα καμιά φορά... τον Χριστό σου". Πολλοί άλλοι άρχισαν να κορνάρουν την ίδια στιγμή, γι αυτό έσκυψα έξω από το παράθυρό μου και τους χαιρέτησα και χαμογέλασα σε όλους αυτούς τους αξιαγάπητους ανθρώπους.
Ήταν κι ένας κύριος σε ένα άλλο αυτοκίνητο που με χαιρετούσε με ένα παράξενο τρόπο, με μόνο το μεσαίο δάχτυλο σηκωμένο στο χέρι του.
Μόλις είχα ρωτήσει τα εγγονάκια μου μέσα στο αυτοκίνητο τι σήμαινε αυτός χαιρετισμός.
Εκείνα κοίταξαν το ένα το άλλο, κρυφογέλασαν και μου είπαν ότι επρόκειτο για τον τοπικό χαιρετισμό της επαρχιακής πόλης και εύχεσαι καλή τύχη σε όποιον το κάνεις. Έτσι, έσκυψα πάλι από το παράθυρό μου και του έδωσα και εγώ τον χαιρετισμό της καλοτυχίας.
Κανά δύο κύριοι ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ από την μαγεία της στιγμής, που βγήκαν από τα αυτοκίνητά τους και άρχισαν να με πλησιάζουν.
Ήμουν σίγουρη ότι ήθελαν να προσευχηθούμε αλλά, ακριβώς εκείνη την στιγμή, πρόσεξα ότι το φανάρι ήταν πράσινο και πάτησα με δύναμη το γκάζι.
Ήταν καλό που το έκανα αυτό μια και ήμουν το μοναδικό αυτοκίνητο που πέρασε το φανάρι αυτό.
Κοίταξα πίσω και τους είδα να στέκονται εκεί και να σηκώνουν τα χέρια τους προς τον Θεό, με ικεσία και να προσεύχονται δυνατά.
Έβγαλα το χέρι μου και πάλι από το παράθυρο και τους έκανα και πάλι το σήμα της καλοτυχίας. Θεέ μου, ευλόγησε όλους αυτούς τους θαυμάσιους ανθρώπους.

Ήταν δύο που συναγωνιζόντουσαν, ποιος έχει καλύτερο αυτοκίνητο. Ο ένας είχε ένα μικρό Σκόντα, και ο άλλος μια καινούρια Μερσεντές. Κάποια στιγμή λέει αυτός με το Σκόντα:
- "Εγώ έχω καλύτερο αυτοκίνητο, γιατί έχω κι ανεμιστήρα."
- "Ναι, και εγώ έχω ενσωματωμένο κλιμαριστικό. Αρα εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο."
Την άλλη μέρα ξαναλέει αυτός με το Σκόντα:
- "Εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο, γιατί έχω και καφετιέρα!"
- "Τι; Καφετιέρα μες στο αυτοκίνητο;", λέει ο άλλος.
Τέλος πάντων, πάει και αγοράζει καφετιέρα και λέει:
- "Τώρα εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο."
Την άλλη μέρα καθώς αυτός με τη Μερσεντές σταματάει σε ένα φανάρι βλέπει δίπλα του τον άλλον με κλειστά τα παράθυρα. Όταν ανάβει πράσινο, όλοι ξεκινούν εκτός από αυτόν με το Σκόντα. Ο άλλος του κορνάρει. Τότε ανοίγει το παράθυρο αυτός με το Σκόντα και φωνάζει:
- "Τι κορνάρεις ρε, και με έβγαλες απ` το τζακούζι;!"
Οι τρεις γιοί μιας ηλικιωμένης κυρίας αποφασίζουν να της κάνουν δώρα για να την ευχαριστήσουν .
Ο πρώτος της φτιάχνει ένα σπίτι πραγματικό παλάτι με 14 δωμάτια .
Ο δεύτερος της αγοράζει μια Mercedes και προσλαμβάνει και οδηγό .
Ο τρίτος μια και ήξερε πόσο θρήσκα ήταν η μητέρα του της αγοράζει ένα παπαγάλο που προηγούμενα σπούδαζε σε μοναστήρι και ξέρει όλη την Αγία γραφή απ έξω ! Αρκεί να του πουν το νούμερο ενός κεφαλαίου και το λέει όλο απ έξω !
Μετά από λίγο καιρό περνούν τα παρακάτω γράμματα από την μητέρα τους .
Στον πρώτο :
Μίλτο μου , Το σπίτι που μου αγόρασες είναι πολύ ωραίο και μεγάλο , αλλά εγώ ζω σε ένα δωμάτιο ενώ πρέπει να το καθαρίζω όλο !
Στον δεύτερο :
Γεράσιμε, σε ευχαριστώ για το αυτοκίνητο , αλλά γέρασα και δεν ταξιδεύω ! Μένω συνέχεια σπίτι και αυτός ο οδηγός είναι τόσο αγενής !
Στον τρίτο :
Αγαπημένε μου Κώστα ! Το κοτόπουλο ήταν νοστιμότατο !
Μετά από μια εξαιρετικά μέτρια, από άποψη επιδόσεων, παρτίδα γκολφ, ένας παίχτης παρέλειψε να περάσει απ το μπαρ, όπως όλοι οι άλλοι, και ξεκίνησε να πάει σπίτι του. Εκεί που πήγαινε για το πάρκιγκ τον σταμάτησε ένας αστυνομικός και τον ρώτησε αν έπαιζε κοντά στην τρύπα Νο 16, λίγο πριν.
- Ναι, εκεί ήμουν, απάντησε ο παίκτης.
- Μήπως κατά σύμπτωση χτυπήσατε την μπάλα με τέτοιο τρόπο, που πήγε πάνω από τα δέντρα κι έφυγε εκτός γηπέδου;
- Ναι, αλλά πώς το ξέρετε; απόρησε ο παίχτης.
- Το ξέρω γιατί η μπάλα σας έφτασε τον αυτοκινητόδρομο και τρύπησε το παρμπρίζ ενός αυτοκινήτου. Ο οδηγός έχασε τον έλεγχο, τρακάρισε άλλα πέντε αυτοκίνητα κι ένα όχημα της πυροσβεστικής, που δεν μπόρεσε να πάει να σβήσει τη φωτιά και το κτίριο έγινε κάρβουνο.
- Λοιπόν, τι λέτε για όλα αυτά;
Ο παίχτης το ξανασκέφτηκε προσεκτικά το όλο θέμα και είπε:
- Νομίζω ότι θα κλείσω τα πόδια μου λίγο περισσότερο, όταν χτυπάω τη μπάλα, θα προσπαθήσω να έχω πιο σφιχτή λαβή στο μπαστούνι και θα τοποθετήσω το δεξιό μου αντίχειρα, λίγο χαμηλότερα.