Ο Σέρλοκ Χολμς και ο βοηθός του Δρ. Γουάτσον πήγανε για κάμπινγκ. Αφού λοιπόν το βράδυ έφαγαν και ήπιαν το κρασάκι τους, την πέφτουν για ύπνο. Ξαφνικά, μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα, ο Σέρλοκ σκουντάει τον Γουάτσον.
- Γουάτσον, ξύπνα. Κοίτα πάνω και πες μου τι βλέπεις.
- Τί να δώ, κ. Χολμς; Εκατομμύρια των εκατομμυρίων αστέρια.
- Και τι συμπέρασμα βγάζεις από αυτό;
- Κοιτάξε: Αστρονομικά, συμπεραίνω ότι υπάρχουν εκατομμύρια γαλαξίες στο σύμπαν και συνεπώς άπειρο πλήθος αστέρων και πλανητών. Αστρολογικά, ο σκορπιός πρέπει να βρίσκεται στο Λέοντα. Ωρολογικά, πρέπει να είναι περίπου τρεις και τέταρτο τα ξημερώματα. Μετεωρολογικά, μάλλον θα κάνει καλό καιρό αύριο. Θεολογικά, συμπεραίνω ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και ότι αποτελούμε ένα απειροελάχιστο και ασήμαντο κομμάτι του σύμπαντος. Εσείς τι συμπεραίνετε κ. Χολμς;
- Ότι μας έκλεψαν τη σκηνή, ανόητε!
Ο Αρχιεπίσκοπος έκανε ένα ταξίδι στην Κρήτη, και, μετά τις επαφές του με την τοπική εκκλησία, μπήκε σε ένα καράβι που έκανε μια μικρή κρουαζιέρα στις ακτές του νησιού.
Ξαφνικά είδε μια μεγάλη αναστάτωση: Ένας αβοήθητος άνδρας, που φορούσε ένα μπλουζάκι Ολυμπιακού, ήταν μέσα στα κύματα και ούρλιαζε απελπισμένος προσπαθώντας να ξεφύγει από τα σαγόνια ενός πελώριου καρχαρία.
Ξαφνικά εμφανίστηκε ένα ταχύπλοο με τρεις άντρες, που όλοι φορούσαν μπλουζάκια Παναθηναικού και ήταν μέλη του τοπικού συλλόγου. Ένας από αυτούς εκτόξευσε με δύναμη ένα καμάκι στα πλευρά του καρχαρία, ενώ οι άλλοι δύο πλησίασαν και έβγαλαν από την θάλασσα τον μπλε και ημιαναίσθητο ολυμπιακό.
Μετά και οι τρεις κτύπησαν τον καρχαρία με κοντάρια και τον ανέσυραν νεκρό πάνω στο σκάφος τους.
Ο Αρχιεπίσκοπος, όπως είναι φυσικό, ενθουσιάστηκε από την πράξη τους και φώναξε:
- Μπράβο τέκνα μου! Να έχετε την ευλογία του Θεού για την γενναία σας πράξη! Λοιπόν, ενώ νόμιζα ότι υπήρχε αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα σε οπαδούς του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, τώρα όμως διαπιστώνω ότι αυτό δεν είναι αλήθεια.
Μετά την αναχώρηση του Αρχιεπισκόπου, ο τύπος με το καμάκι
Αναρωτήθηκε:
- Ρε σύντεκνοι, ποιος ήταν τούτος; Κάτι μου θυμίζει η φάτσα του...
- Καλά, ρε, δεν ξέρεις τον Αρχιεπίσκοπο; Είναι ένας άνθρωπος του Θεού και κατέχει την θεία σοφία και τα διδάγματα.
Οπότε απαντά ο τύπος:
- Μπορεί να έχει την θεία σοφία, αλλά δεν έχει ιδέα από ψάρεμα
Καρχαριών. Και με την ευκαρία, το δόλωμα συνήλθε και είναι καλά, ή να πάμε να βρούμε κάποιον άλλον;
Μαθαίνει που λέτε ο Χριστός ότι κάτω στη γη γίνεται της κακομοίρας. βλέπε ναρκωτικά, βιασμοί, φόνοι, κ. Τ. Λ. Αποφασίζει λοιπόν να κατέβει να δει και ο ίδιος τα χάλια μας.
Κατεβαίνει λοιπόν και χτυπάει μια πόρτα μεταμφιεσμένος σε άστεγο:
- Σας παρακαλώ δώστε μου κάτι να φάω.
- Φύγε παλιό αλήτη χλεμπονιάρη ... ουστ να πας να δουλέψεις
Να μην τα πολυλογούμε αυτό έγινε πολλές φορές έτσι και απογοητεύτηκε ο Χριστός και πήγε και κάθισε σε ένα παγκάκι. Δίπλα του καθόταν ένας τύπος που κούτσα κούτσα έστριβε ένα τσιγαράκι με το "κατιτίς" του μέσα για να φτιάξει κατάσταση, και του λέει:
- Τι έχεις ρε φιλαράκι και είσαι τόσο down;
Ο Χριστός ξαφνιάζεται από το ενδιαφέρον του συνανθρώπου και αρχίζει το γνωστό παραμύθι:
- Πεινάω, δεν έχω σπίτι κ. Τ. Λ.
Τον παίρνει λοιπόν ο άλλος σπίτι του τον πλένει τον ταϊζει, τον ποτίζει κ. Τ. Λ.
Ευχαριστημένος ο Χριστός του λέει μετά από το γεύμα:
- Τώρα που με βοήθησες θα σου πω ποιος είμαι!
- Περίμενε λίγο να πιούμε κάτι, να κάνουμε και το τσιγαράκι μας και μου λες την ιστορία σου ... απαντά ο τυπάς και συνάμα βγάζει το σακουλάκι και τα τσιγαρόχαρτα και στρίβει ένα τριπλό τσιγαριλίκι Κανά 40ρι εκατοστά... Αφού τραβάει κάτι ψιλοτζούρες ο δικός σου και είχε ντουμανιάσει το δωμάτιο, γυρνά στο Χριστό και του λέει:
- Πες μου ρε παλικάρι τώρα την ιστορία σου...
- Κοίτα, του λέει ο Χριστός, βασικά δεν με λένε ʼρτεμη. Είμαι ο ΧΡΙΣΤΟΣ ο γιος του ΘΕΟΥ!
Κουνάει ο άλλος το κεφάλι του πάνω κάτω και γεμάτος θαυμασμό αναφωνεί:
- Τι τσιγάρα δυναμίτες φτιάχνω ο πούστης!
Ο Βαγγέλης βρίσκεται στην τουαλέτα ενός εστιατορίου. Ξαφνικά, ακούει μια φωνή από το διπλανό χώρισμα.
- Τι κάνεις;
Ο Βαγγέλης εκνευρίζεται, αναρωτιέται αν ο διπλανός του είναι τρελός, αλλά προσπαθεί να μιλήσει ευγενικά.
- Καλά, ευχαριστώ, λέει.
- Πότε θα τελειώσεις; ακούει ξανά την ίδια φωνή.
Ο Βαγγέλης εκνευρίζεται ακόμα περισσότερο, αλλά καταφέρνει να διατηρήσει την ψυχραιμία του.
- Τώρα, σε λίγο.
- Να έρθω κι εγώ εκεί; ρωτάει η φωνή.
- Ε, όχι, όχι, απαντά πανικόβλητος ο Βαγγέλης που τώρα είναι σίγουρος ότι έχει να κάνει με κάποιον τελείως παλαβό. Ετοιμάζεται να φύγει, όταν η φωνή ακούγεται ξανά:
- Έλα, πρέπει να σε κλείσω τώρα, είναι ένας τρελός εδώ δίπλα που απαντάει συνέχεια στις ερωτήσεις μου.
Αρρώστησε η μητέρα του Γιωρίκα, και έπρεπε να πάει να την δει. Αποφάσισε να αφήσει λοιπόν στην θέση του στο μπαρ τον Κωστίκα, και άρχισε να του δίνει συμβουλές.
- Λοιπόν, τα πράγματα είναι απλά. Όλοι οι πελάτες εδώ είναι καλοί και φιλικοί. Το πιο δύσκολο που έχεις να αντιμετωπίσεις είναι κάποιοι κωφάλαλοι που έρχονται εδώ κάθε βράδυ.
- Καλά, ρε Γιωρίκα, αφού είναι κωφάλαλοι πώς θα ξέρω τι θέλουν; ρωτάει ο Κωστίκας.
- Α, το έχουμε ταχτοποιήσει αυτό. Εγώ με αυτούς έχουμε βρει συνθήματα. Όταν σου δείχνουν ένα δάχτυλο, θα τους πηγαίνεις Gordons, όταν σου δείχνουν 2, θα τους πηγαίνεις βότκα και όταν σου δείχνουν 3 θα τους πηγαίνεις ουίσκι...
Το επόμενο απόγευμα στο μαγαζί έρχονται και οι κωφάλαλοι.
Δείχνουν 1 με το δάχτυλο, του πάει Gordons. Δείχνουν 2, τους πάει βότκα. Δείχνουν 3, τους πάει ουίσκι.
Μετά από λίγο βλέπει και τους 3 να κοιτάνε το ταβάνι με τα στόματα ανοιχτά. Δεν ξέρει τί σημαίνει αυτό και τηλεφωνεί στον Γιωρίκα.
- Α, έλα ρε, αυτό δεν είναι τίποτε, λέει ο Γιωρίκας!
- Τότε τί έχουν πάθει; ρωτάει ο Κωστίκας;
- Τίποτε ρε... Μεράκλωσαν και τραγουδάνε...
Γυρίζει ο Μητσάρας από τη δουλειά και ο 2χρονος γιος του του λέει:
- Να σου πω ποια νούμερα θα κερδίσουν στο λόττο; 4,37,29,31,11 και 40.
Τα παίζει ο Μητσάρας στο Λόττο και πιάνει 6άρι. Τρελλαίνεται από χαρά. Την άλλη μέρα λέει ο γιος του:
Να σου πω ποιες ομάδες θα κερδίσουν στο Προπό;
Του λέει τις ομάδες, παίζει ο Μητσάρας Προπό και κερδίζει! Πάει όλο χαρά την άλλη μέρα στο μικρό και του λέει:
- Έχεις τίποτα να μου προβλέψεις;
- Ναι, λέει το παιδί. Αύριο το μεσημέρι θα πεθάνει ο πατέρας μου.
Στενοχώρια ο Μητσάρας, πήγε να σκάσει. Τι να κάνει όμως, πάει κι αγοράζει ένα φέρετρο και νοικιάζει κι ένα τάφο και περιμένει ως το μεσημέρι. Περνάνε 2 ώρες κι έρχεται η γυναίκα του στο σπίτι. Τη βλέπει ο Μητσάρας να κλαίει και τη ρωτάει:
- Τι έγινε βρε γυναίκα, γιατί κλαις;
Και κείνη απαντάει:
- ʼστα, Μήτσο μου, πέθανε ο κουμπάρος!
Τι λέει μια γυναίκα και τι ακούει ο άντρας...
Γυναίκα:
"Το σπίτι είναι χάλια Κώστα,
Πρέπει να το καθαρίσουμε μαζί,
Έλεος, όλα τα πράγματα σου είναι στο πάτωμα,
Μην παραπονιέσαι αύριο αν μείνεις χωρις ρούχα,
Θα πρέπει να βάλω πλυντήριο τώρα!"
Τι ακούει ο άντρας:
"Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα ΚΩΣΤΑ
Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα ΜΑΖΙ
Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα ΣΤΟ ΠΑΤΩΜΑ
Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα ΧΩΡΙΣ ΡΟΥΧΑ
Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα ΤΩΡΑ"