Η γριά και ο Γερμανός .
Σε ένα κουπέ ενός τρένου τυχαίνει να κάθονται από την μια μεριά ένας Έλληνας και ένας Γερμανός και από την άλλη μια γρια 80 χρόνων και μια εικοσάχρονη γκομενάρα με ένα σούπερ μίνι και πόλη προκλητική . Όλα αυτά τα άτομα δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους . Απλώς έτυχε να βρεθούν μαζί . Όλη την ώρα ο Έλληνας και ο Γερμανός έτρωγαν την γκόμενα με τα μάτια τους , αλλά δεν τολμούσαν να κάνουν κάτι λόγο της γριάς . Σε κάποια στιγμή το τρένο μπαίνει σε ένα τούνελ και τοτε μέσα στο βαθύ σκοτάδι ακούγεται :
- Σπλατςς ! ακούγεται ο ήχος μιας σφαλιάρας ... Σκέφτεται λοιπόν ο Έλληνας :
- Ο άτιμος ο Γερμανός βρήκε την ευκαιρία τώρα με το σκοτάδι , έβαλε χέρι στην μικρή και αυτή του έριξε σφαλιάρα !Σκέφτεται ο Γερμανός :
- Ο πού**ς ο Έλληνας έβαλε χέρι στην μικρή … κι έφαγα εγώ την σφαλιάρα !Σκέφτεται η γκόμενα :
- Κάποιος από τους δυο αυτούς τους μαλακές πήγε να βάλει χέρι σε εμένα , το έβαλε κατά λάθος στην γριά και η γριά του έριξε σφαλιάρα !Σκέφτεται και η γριά :Κουφάλα Γερμανέ … Από την κατοχή στην χρωστούσα !

Μπαίνει κάποιος σε ένα εργαστήρι αγιογραφίας.
- Καλημέρα σας, θα ήθελα να μου φτιάξετε μία αγιογραφία.
- Βέβαια, λέει ο αγιογράφος, για αυτό είμαστε εδώ. Τι ακριβώς θέλετε να κάνω;
- Θέλω την αγιογραφία του αγίου Νικολάου.
- Βεβαίως, λέει ο αγιογράφος, αλλά θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι από μικρός που ξεκίνησα να ζωγραφίζω, όλοι οι δάσκαλοί μου λέγανε ότι ζωγραφίζω καταπληκτικά τον άγιο Χαράλαμπο.
- Αγαπητέ μου, λέει ο πελάτης, δεν αμφιβάλω για αυτό που μου λέτε, αλλά όπως σας είπα και πριν, εγώ θέλω να μου φτιάξετε τον άγιο Νικόλαο!
- Βεβαίως, ο,τι θέλετε, λέει ο αγιογράφος, αλλά εγώ σαν καλός επαγγελματίας οφείλω να σας ενημερώσω ότι και αργότερα όταν πήγαινα στο εκκλησιαστικό λύκειο, όλοι οι καθηγητές μου λέγανε ότι ζωγραφίζω τέλεια τον άγιο Χαράλαμπο!
- Δεν έχω λόγο να μην σας πιστέψω, λέει ο πελάτης. Μπορεί να ζωγραφίζετε καταπληκτικά τον άγιο Χαράλαμπο αλλά εγώ θέλω να μου φτιάξετε τον άγιο Νικόλαο, σας το ξαναείπα!
- Βεβαίως, λέει ο αγιογράφος, εσείς είστε ο πελάτης και εσείς διαλέγετε ότι θέλετε, αλλά εγώ έχω την υποχρέωση να σας ενημερώσω! Να μην σας πω δηλαδή ότι και αργότερα όταν έκανα το μεταπτυχιακό μου πάνω στην αγιογραφία, πήρα ειδικότητα και αρίστευσα πάνω στην αγιογραφία του αγίου Χαραλάμπου; Τον ζωγραφίζω καταπληκτικά!
- Κοιτάξτε αγαπητέ μου, λέει ο πελάτης σαφώς εκνευρισμένος, τέρμα τα αστεία! Ή μου φτιάχνετε τον άγιο Νικόλαο ή να σηκωθώ να φύγω!
- Εντάξει, εντάξει, λέει ο αγιογράφος, τον άγιο Νικόλαο θέλετε, τον άγιο Νικόλαο θα σας φτιάξω! Αλλά να ξέρετε, θα χαραλαμπίζει λίγο...
Για ένα πεντοχίλιαρο...
Ήταν κάποτε μία κυρία, πλούσια, που της άρεσε να ασχολείται με φιλανθρωπίες, και κυρίως με την οργάνωση γιορτών για τα μικρά παιδιά. Έτσι μία μέρα καθόταν στον μεγάλο κήπο του σπιτιού της προσπαθώντας να βρει καινούργιες, πρωτότυπες ιδέες που θα ξετρελάνουν τα παιδιά... Σκεφτόταν πολλή ώρα, μα δεν μπορούσε να βρει μία τέτοια ιδέα. Ώσπου ξαφνικά βλέπει στην άλλη άκρη του κήπου της τον ένα από τους δύο φτωχούς εργάτες, που είχε πάρει για να της φροντίζουν τους θάμνους και να κλαδεύουν τα δέντρα, να κάνει διάφορα ακροβατικά με περίσσεια χάρη που θα ζήλευε και ο καλύτερος ακροβάτης!Έτσι δεν έχασε τον καιρό της! Φώναξε τον άλλο εργάτη και του είπε:
- Μου άρεσαν πολύ αυτά που έκανε ο φίλος σου! Ήταν θαυμάσιος ! Θέλω να τον ρωτήσεις αν μπορεί να τα κάνει πάλι σε μία γιορτή που θα διοργανώσω για τα παιδιά. Και εγώ θα του δώσω ένα πεντοχίλιαρο... Και ο εργάτης απάντησε:
- Μήτσο; Μήτσο! Η κυρία ρωτά αν μπορείς να κόψεις ένα ακόμα δάχτυλο για ένα πεντοχίλιαρο!
Δύο αδέλφια είχαν ένα γάτο με τον ο οποίο είχε ιδιαίτερη ψύχωση ο εξυπνότερος εκ των δύο. Αυτός λοιπόν λέει στον άλλο:
- Θα λείψω στην Αγγλία και θα μου τηλεφωνάς τρείς φορές την ημέρα να μού δίνεις αναφορά για τον γάτο γιατί δεν θα αντέξω. Όντως έτσι έγινε. Στην εβδομάδα παίρνει ο από δω τον από κει:
- Αδερφέ μου έχουμε νέα.
- Τι έχουμε;
- Ο γάτος σου τα κακάρωσε!
Μπαμ! ο άλλος... Επαθε καρδιακή προσβολή.
Tη γλύτωσε όμως και αφού βγήκε από το νοσοκομείο τηλεφωνά του από δω:
- Μα είσαι τελείως μαλάκας μωρέ. Γιατί μου το είπες τόσο απότομα; Παραλίγο να τα τινάξω.
- Ε τι να σου έλεγα;
- Να μου το φέρεις σιγά-σιγά... Ο γάτος σου ανέβηκε στο δέντρο και δεν κατεβαίνει. δεν τρώει... Μια.. Δυό... Τρείς... Θα πεθάνει όπως πάει.
- Ουου που να σκεφτώ τέτοιο πράγμα.
- Ε βέβαια, τέτοιο γαϊδούρι που είσαι..
ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟ ΕΚΛΕΙΣΕ. Σε μια βδομάδα ξαναχτυπά ο από δω στον από κει:
- Αδερφέ μου έχουμε νέα πάλι.
- Τι είναι ρε?
- Η μάνα μας ανέβηκε στο δέντρο και δεν... Κατεβαίνει!