Ποντιακά, Ποντιακα ανεκδοτα
Πάει ένας Λαρισαίος να αγοράσει ένα αυτοκίνητο. Ο πωλητής:
- Τι θα θέλατε κύριε;
- Ένα αυτουκίνητου... λέει ο Λαρισαίος.
- 4 χ 4; ρωτάει ο πωλητής.
- Τι να του καν κύριεμ, 3 χ 3 ίνι του γκαράζ μου, που να του βαλ 4 χ 4;
- Να πάρετε ένα Almera του προτείνει ο πωλητής.
- Ααα κοίταξι να δεις, ιγώ σήμιρα του θέλου, όχι άλλ μέρα! λέει ο Λαρισαίος
Τέλος πάντων παίρνει ένα αυτοκίνητο ολοκαίνουργιο. Σταματάει στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα και ξεχνάει αναμμένο το φλας. Ένας περαστικός του λέει:
- Το φλας...
Ο Λαρισαίος γυρνάει:
- Και βεβαίως το φλάω άνθρωπέ μου, σήμιρα του πήρα!
Πριν πάει σπίτι, λέει να πάρει κάτι δώρα για την κόρη του, την γυναίκα του και τον γιο του... Πάει λοιπόν για την κόρη σε ένα μαγαζί με εσώρουχα.
Πολήτρια:
- Καλησπέρα, τι θα θέλατε;
- Ένα εσώρουχο για την κόρημ.
- Σλιπ; του λέει η πωλήτρια.
- ʼμα δεν μελείπε θα ρχόμουν κοπέλαμ; της λέει ο Λαρισαίος.
Πάει μετά να πάρει μια φωτογραφική μηχανή για την γυναίκα του. Μπαίνει στο διπλανό κατάστημα:
- Καλησπέρα σας, πως μπορώ να σας φανώ χρήσιμη; του λέει η πωλήτρια.
- Θέλου μια φουτουγραφική μηχανή!
- Με φλας; τον ρωτάει η πωλήτρια.
- Γιατί, άμα σε φλίσου θα μτι δώσεις τζάμπα; λέει ο Λαρισαίος
Τέλος, πάει να πάρει και μια κολόνια για τον γιο του. Του λέει ο πωλητής:
- Τι θα θέλατε κύριε μου;
- Μια κολόνια θα θίλα.
- For men; τον ρωτάει ο πωλητής.
- Α όχι! Αφόρητη! του λέει ο Λαρισαίος... ιγού θέλου νατ φορέσου πρώτους!
Κουρασμένος, το βραδάκι πάει σε ένα μπαρ. Λέει λοιπόν στον μπάρμαν:
- Ένα κνιάκ!
- Μεταξάς; ρωτάει ο μπάρμαν.
- Γιατί; σι τρών; απαντά ο Λαρισαίος
Την ίδια στιγμή μπαίνει ένας άγγλος στο μπαρ και λέει:
- Two beers
Γυρνάει ο Λαρισαίος αγριεμένος και του λέει:
- Ααα κοίταξι να δεις, ισί τουν περνς όχι ιγώ!
Ένας πατέρας θέλει να στείλει το παιδί του στον πολιτισμό μιας και στο χωριό του όλοι είναι πολύ πίσω, του λέει λοιπόν ο πατέρας:
- Παιδί μου, θα ακολουθήσεις αυτά τα δύο σίδερα (γραμμες τραίνου) και στην πρώτη πόλη που θα βρεις θα δεις μία εκκλησία, ακριβώς δίπλα μένει η θεία σου.
Το παιδί λοιπόν ξεκινάει και μόλις μπαίνει στο πρώτο τούνελ ακούγεται "ΤΣΑΦ, ΤΣΟΥΦ, ΤΣΑΦ, ΤΣΟΥΦ" και ξαφνικά γυρίζει πίσω και βλέπει ένα τεράστιο φως να έρχεται κατά πάνω του.
Πηδάει μετά δυσκολίας στην άκρη με τρεις πιρουέτες και δύο κωλοτούμπες και τη γλιτώνει.
Στο δεύτερο τούνελ πάλι το ίδιο!
Φτάνει στην πόλη, βλέπει την εκκλησία, και βρίσκει την θεία του.
Μετά το καλωσόρισμα προσφέρεται η θεία του να του φτιάξει ένα φλυτζάνι και βάζει την τσαγιέρα στο μάτι.
Η τσαγιέρα μετά από λίγο αρχίζει να κάνει "τσαφ, τσουφ, τσαφ, τσούφ" και το παιδί ορμά στην τσαγιέρα και αρχίζει να την κοπανάει με μία καρέκλα.
- Μα τι κάνεις, παιδί μου;! ρωτά η θεία του.
- Αυτά, θεία, να τα σκοτώνεις από μικρά γιατί άμα μεγαλώσουν την έχεις κάτσει...