Μια φορά κάποιος πήγε να επισκεφτεί τον γιαπωνέζο φίλο και γείτονά του που είχε χτυπήσει σε αυτοκινητιστικό.
Ήταν στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Με το που έφτασε τον είδε ξαπλωμένο και καλωδιωμένο. Καλώδια παντού... Στεκόταν εκεί, δίπλα στο κρεβάτι του φίλου του, σιωπηλός και κοίταζε το χλωμό του πρόσωπο καθώς εκείνος αναπαυόταν ήρεμα, συνδεδεμένος με όλα εκείνα τα μηχανήματα.
Ξαφνικά, κάποια στιγμή, ο γιαπωνέζος πετάχτηκε και με γουρλωμένα μάτια φώναξε:
- Sakaro aota nakamy anyoba, sushi mashuta!
Μετά από αυτό, εξέπνευσε και πέρασε σε μια καλύτερη ζωή...
Οι τελευταίες λέξεις του νεκρού πια φίλου του, έμειναν ανεξίτηλες στην μνήμη του πρωταγωνιστή της ιστορίας μας. Στην κηδεία του πλησίασε την μητέρα του και τη χήρα του, τις αγκάλιασε και τους είπε:
- Κυρία Fumiko και κυρία Shakita, ο αγαπημένος μας Fuyiro, λίγο πριν ξεψυχήσει μου είπε την εξής φράση που δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου:
"Sakaro aota nakamy anyoba, sushi mashuta!"
Και δεν ξέρω τι ήθελε να πει.
Η μητέρα του Fuyiro σχεδόν έμεινε στον τόπο και η χήρα κοίταξε τον γείτονα έντρομη. Ο τύπος επέμεινε:
- Τι ήθελε να πει με αυτές τις λέξεις, κυρία Shakita;
Η χήρα τον κοίταξε θυμωμένη και του απάντησε:
- Μην πατασ την παροχη οξυγονου, ηλιθιε!

Αυτό θα πει μαγκιά!
Τρεις ναύαρχοι,ένας Αμερικάνος ένας ʼγγλος και ένας Έλληνας συζητούν:
- Ελάτε να σας δείξω πόση πειθαρχεία έχουν σ’εμένα οι στρατιώτες μου, λέει ο Αμερικάνος.
- Σμίθ! φωνάζει ο Αμερικάνος και πετάει το ρολόι του στη θάλασσα.
- Διατάξτε!
- Πήγαινε να μου πιάσεις το ρολόι.
Ο στρατιώτης βουτάει στη θάλασσα και πιάνει το ρολόι.
- Αυτό θα πει μαγκιά! λέει ο Αμερικάνος με περήφανο ύφος.
- Για κοιτάξτε και εμένα! λέει ο ʼγγλος. Τζακ! φωνάζει στο στρατιώτη του.
- Διατάξτε!
- Πήγαινε να μου φέρεις τον μεγαλύτερου καρχαρία.
Ο στρατιώτης βουτάει στη θάλασσα και μετά από λίγο βγαίνει κρατώντας το κεφάλι του καρχαρία.
- Αυτό θα πει μαγκιά! ζητωκραυγάζει ο ʼγγλος.
Ήρθε και η σειρά του Έλληνα να φωνάξει το στρατιώτη του:
- Μήτσο! έλα γρήγορα εδώ.
- Λέγε, τι θέλεις;
- Έλα να σου πω κάτι!
- Δεν μπορώ, έλα εσύ!
Και ο Έλληνας γυρίζει προς τους άλλους δύο και λέει:
- Αυτό θα πει μαγκιά!