Ο δημόσιος κατήγορος στο δικαστήριο μιας μικρής επαρχιακής πόλης καλεί την πρώτη του μάρτυρα, μια γιαγιά γύρω στα 80 και την ρωτάει με τελείως επαγγελματικό ύφος:
- Με γνωρίζετε εμένα κυρία Θεοδώρου;
- Και βέβαια σας γνωρίζω κύριε Αλεξίου. Σας ξέρω από μικρό παιδάκι και πρέπει να ομολογήσω ότι με έχετε απογοητεύσει. Λέτε ψέματα, απατάτε συνέχεια τη γυναίκα σας, κουτσομπολεύετε τους πελάτες σας. Βεβαίως σας γνωρίζω!
Αποσβολωμένος τελείως ο δικηγόρος από την απρόσμενη απάντηση της γριάς και μη ξέροντας τι άλλο να πει, δείχνει με το δάχτυλό του στην άλλη μεριά της αίθουσας και λέει:
- Τον δικηγόρο της υπεράσπισης τον γνωρίζετε;
- Ω ναι και τον κύριο Σοφόπουλο τον γνωρίζω, και μπορώ να πω ότι κι αυτός με έχει απογοητεύσει. Είναι μέθυσος και χαρτοπαίκτης, δεν μπορεί να κάνει σχέση με κανένα και είναι από τους χειρότερους δικηγόρους της πόλης μας!
Στο σημείο αυτό, ο πρόεδρος κτυπά το σφυράκι του στην έδρα, διακόπτει τη διαδικασία και καλεί και τους δύο δικηγόρους να πλησιάσουν την έδρα. Όταν πλησιάζουν, σκύβει μπροστά και τους λέει με σιγανή φωνή:
- Όποιος άτιμος από τους δυο σας τη ρωτήσει αν με ξέρει, την έβαψε!
Πάνε δυό φίλοι, ο Μήτσος και ο Κώστας, στο βουνό για ορειβασία και πέφτουν σε μια χιονοθύελλα τρομερή.
Για καλή τους τύχη πετυχαίνουν εκεί κοντά σε ένα χωριό ένα σπίτι και ζητούν καταφύγιο για να περάσουν την νύχτα. Τους προκύπτει εκεί πέρα μια ωραία χήρα και τους λέει ότι για λόγους κουτσομπολιού δεν μπορούν να μείνουν στο σπίτι, αλλά στον στάβλο που είναι άδειος και καθαρός.
Φυσικά οι τύποι δέχονται, άλλωστε είχαν και τον κατάλληλο εξοπλισμό: υπνόσακκο, κάριματ, θερμικά εσώρουχα, ρούχα κλπ. Βολεύονται λοιπόν την νύχτα και γυρίζουν μετά στην Αθήνα. Μετά από εννιά μήνες έρχεται ένας δικηγόρος στον Κώστα σταλμένος από την χήρα, του λέει κάτι και παθαίνει ζημιά! Τηλεφωνεί λοιπόν στον Μήτσο να ρωτήσει:
- Έλα ρε Μήτσο, θυμάσαι την ωραία χήρα που μας φιλοξένησε;
- Φυσικά, γιατί ρωτάς;
- Μήπως ρε το βράδυ που κοιμόμουνα πήγες στο σπίτι της και την πήδηξες;
- Μμμ, ναι, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ.
- Μάλιστα, μήπως της έδωσες και το δικό μου όνομα για δικό σου;
- Ναι, ρε συγγνώμη, ελπίζω να μην σε πειράζει.
- Όχι, καθόλου γιατί πέθανε και μου άφησε όλη την περιουσία της!
Ενας πατέρας, δικηγόρος το επάγγελμα, αφού κατάφερε και έκανε και το γιο του δικηγόρο για να συνεχίσει το γραφείο του, άρχισε να του αναθέτει σιγά-σιγά κάποιες υποθέσεις απο τις δικές του, για να πάρει μπρος.
Ενας πατέρας, δικηγόρος το επάγγελμα, αφού κατάφερε και έκανε και το γιο του δικηγόρο για να συνεχίσει το γραφείο του, άρχισε να του αναθέτει σιγά-σιγά κάποιες υποθέσεις απο τις δικές του, για να πάρει μπρος.
Μετά απο ενα μήνα, έρχεται ο γιος γεμάτος χαρά και λεει στον πατέρα ενθουσιασμένος:
- Πατέρα, τελείωσα εκείνη την υπόθεση που εσύ την παίδευες για χρόνια!
- Να βλάκα! Με αυτή την υπόθεση σε μεγάλωσα!