Πατέρας με 3 γιούς, σπουδάζει τον ένα γιατρό, το δεύτερο μηχανικό και τον τρίτο δικηγόρο.
Βάζει τους γιους του να δώσουν όρκο ως εξής:όταν αυτός πεθάνει,ο κάθε γιος του πρέπει να του αφησει στο μνήμα του από 10.000 ευρώ,
Ως συμβολική προσφορά του καθενός για τις παροχές που αυτός έδωσε στους γιους του για να γίνουν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας..
Πεθαίνει ο πατέρας, πάει ο γιατρός στο μνήμα με 10.000 ευρώ μετρητά και ένα γράμμα "Πατέρα, εκπληρώνω τον όρκο που έδωσα, εγώ ο γιος σου ο γιατρός και σου επιστρέφω τα 10.000 ευρώ ως συμβολική ανταπόδωση των προσφορών σου για να γίνω αυτό που είμαι."
Πάει ο μηχανικός με επίσης 10.000 ευρώ μετρητά, τα αφήνει δίπλα στα 10.000 ευρώ του αδερφού του του γιατρού και αφήνει το γράμμα "Πατέρα, εκπληρώνω τον όρκο που έδωσα, εγώ ο γιος σου ο μηχανικός και σου επιστρέφω τα 10.000 ευρώ ως συμβολική ανταπόδωση των προσφορών σου για να γίνω αυτό που είμαι."
Πάει ο τρίτος γιος στο μνήμα, ο δικηγόρος, βγάζει το μπλοκάκι των επιταγών του, κόβει μια επιταγή και αφήνει το γράμμα "Πατέρα,
Εκπληρώνω τον όρκο που σου έδωσα, εγώ ο γιος σου ο δικηγόρος.
Σου αφήνω *ονομαστική *επιταγή 30.000 ευρώ και παίρνω ρέστα 20.000 ευρώ από αυτά τα μετρητά που βρήκα πάνω στο μνήμα σου".

Ο Τζιράκης, ένας βοσκός από το χωριό Αβρακόντε Λασιθίου που συνελήφθη να κλέβει αρνιά στην Δίκτη, λίγο πριν γίνει η δίκη του λέει στον Δικηγόρο του ικετευτικά:
- Σώσε με, κύριε Δικηγόρε, και εγώ ... . ό,τι θες μου ζήτα. Και, όταν λέω ό,τι θες το εννοώ. Θες αυτοκίνητο θα σου το πάρω. Θες λεφτά, ένα-δυο εκατομμύρια, όσο θες, θα σου τα δώσω.
- Η υπόθεσή σας είναι δύσκολη, του απαντά ο δικηγόρος, όμως με δέκα εκατομμύρια, όσο κάνει μια μερσεντές, και συνάμα αν κάνεις ό,τι σου πω, θα αθωωθείς. Συμφωνείς ή όχι;
- Συμφωνώ και λέγε γρήγορα τι να κάνω;
- Λοιπόν, σε λίγο ό,τι σε ρωτά ο πρόεδρος του δικαστηρίου, τον συμβουλεύει ο δικηγόρος, εσύ θα απαντάς "μπεε..." και άφησε τα υπόλοιπα σε μένα, εντάξει;
- Εντάξει και παραντάξει, συμφωνεί ο Τζιράκης.
Σε λίγο ο πρόεδρος ρωτά τον κατηγορούμενο:
- Πως λέγεσαι κατηγορούμενε;
- Μπεε, απαντά αυτός.
- Ρε, σε ρώτησα πως σε λένε;
- Μπεε, απαντά και πάλι αυτός.
- Μήπως δεν ακούς, κατηγορούμενε; Από πού είσαι κατηγορούμενε;
- Μπεε, λέει πάλι αυτός.
Μετά από λίγο ο πρόεδρος του δικαστηρίου νευριάζει και λέει δυνατά στον εισαγγελέα και στους αστυνομικούς:
- Κύριε εισαγγελέα, ο άνθρωπος αυτός είναι τρελός, αστυνομικοί πάρτε τον από εδώ, αθώος!
Μετά από αυτό ο δικηγόρος φωνάζει τον Τζιράκη και του λέει θριαμβευτικά:
- Με παραδέχεσαι κ. Τζιράκη; Σε αθώωσα. Δώσε μου τώρα ό,τι συμφωνήσαμε και όποτε με χρειασθείς εδώ είμαι.
Και ο Τζιράκης του απαντά με τρελό ύφος:
- Μπέε!
Πάει ένας στο ταχυδρομείο.
Βλέπει έναν καραφλό πενηντάρη στον πάγκο να βάζει γραμματόσημα σε έντονα ροζ φακέλους γεμάτους καρδούλες. Μετά βγάζει ένα μπουκαλάκι αρώματος και αρχίζει να ψεκάζει πάνω στα γράμματα. Πάει λοιπόν στον πενηντάρη γεμάτος περιέργεια και τον ρωτάει:
- "Μα τι κάνετε εκεί κύριε."
Γυρνάει ο πενηντάρης και του λέει:
- "Στέλνω χίλια ερωτικά γράμματα και υπογράφω ως, μάντεψε ποιος."
- "Και γιατί;" λέει ο άλλος.
- "Μα γιατί είμαι δικηγόρος διαζυγίων κύριε" απαντά ο πενηντάρης.
Ο μαφιόζος αρχινονός, συνοδευόμενος μόνο από τον δικηγόρο του, μπαίνει σε ένα δωματιάκι όπου περιμένει ο λογιστής του.
Ο Νονός ρωτά το λογιστή:
- Πού βρίσκονται τα τρία εκατομμύρια δολλάρια που καταχράστηκες;
Ο λογιστής δεν απαντά.
Ο Νονός τον ξαναρωτά:
- Λέγε, πού είναι τα τρία εκατομμύρια που καταχράστηκες;
Ο δικηγόρος ξεροβήχει:
- Με συγχωρείτε, αλλά θυμάστε που λέγαμε να προσλάβουμε κωφάλαλο λογιστή; Δεν καταλαβαίνει τι λέτε. Να κάνω μετάφραση;
- Ρώτα, λέει ο Νονός, τι έχει κάνει τα λεφτά!
Χρησιμοποιώντας νοηματική γλώσσα, ο δικηγόρος ρωτά τον λογιστή πού βρίσκονται τα τρία εκατομμύρια δολλάρια.
Ο λογιστής με νοήματα του απαντά:
- Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάτε.
Ο Νονός βγάζει το πιστόλι του, ακουμπά την κάννη στον κρόταφο του λογιστή, οπλίζει και ξαναλέει:
- Ρώτα τον άλλη μια φορά τι έχει κάνει τα λεφτά.
Ο δικηγόρος λέει με νοήματα στον λογιστή:
- Θέλει οπωσδήποτε να του πεις πού είναι τα λεφτά.
- Εντάξει, εντάξει, απαντά ο λογιστής με νοήματα. Πες του ότι τα έχω κρύψει σε μια βαλίτσα στο υπόστεγο πίσω από το σπίτι μου!
Ο Νονός αδημονεί:
- Λοιπόν, τι σου είπε;
Ο δικηγόρος διστάζει λίγο, ξεροκαταπίνει, και μεταφράζει:
- Να, λέει ότι δεν έχετε τα κότσια να τον πυροβολήσετε.
Ένα ζευγάρι αιωνόβιοι πηγαίνουν στο δικηγόρο και του ζητούν να βγάλουν διαζύγιο...
- Ροχαλίζει, είναι ακατάστατος, τριγυρνάει στα μπάρ όλη νύχτα, μου λερώνει το σπίτι με τους φίλους του, με βρίζει, με δέρνει, λέει η σύζυγος, που είναι 104 χρόνων.
- Είναι κακή νοικοκυρά, γκρινιάζει συνέχεια, δεν μου μαγειρεύει, δεν φροντίζει τα ρούχα μου, βρίζει τους φίλους μου, κρύβει τα γυαλιά μου, με βασανίζει, παραπονιέται ο σύζυγος, που είναι 108 χρόνων.
Έκπληκτος ο δικηγόρος, τους ρωτά πόσα χρόνια είναι παντρεμένοι και του λένε πως είναι μαζί εδώ και 85 χρόνια. Η έκπληξη του δικηγόρου μεγαλώνει...
- Και πόσα χρόνια έχετε αυτά τα παράπονα ο ένας για τον άλλο;
- Πάνω από 70 χρόνια, απαντά ο σύζυγος.
- Και καλά, ξαναρωτά με ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη ο δικηγόρος, γιατί δεν χωρίζατε τόσα χρόνια;
- Να σας πω, λέει η σύζυγος. Περιμέναμε να πεθάνουν τα παιδιά...
Ήταν δύο φίλοι, ο Γιάννης και ο Κώστας, που αποφοίτησαν μαζί. Οπότε συμφώνησαν να συναντιόνται στο ίδιο μέρος κάθε 5 χρόνια. Μετά από πέντε χρόνια, συναντιόνται στο προκαθορισμένο μέρος. Οπότε λένε τις επιτυχίες τους:
- Εγώ, λέει ο Γιάννης, είμαι ξακουστός δικηγόρος. Εσύ;
- Εγώ, λέει ο Κώστας, πίνω πολύ.
Μετά από πέντε χρόνια, ξανασυναντιόνται.
- Εγώ, λέει ο Γιάννης, έγινα πρέσβης της χώρας μου. Εσύ;
- Εγώ, λέει ο Κώστας, πίνω ακόμα.
Και πάλι μετά από πέντε χρόνια, ξανασυναντιόνται.
- Εγώ, λέει ο Γιάννης, έγινα πρωθυπουργός. Εσύ;
- Εγώ, λέει ο Κώστας, πίνω ακόμα.
Ύστερα από πέντε χρόνια, ο Γιάννης περιμένει τον Κώστα στο ίδιο μέρος. Περιμένει, περιμένει, μα ο Κώστας άφαντος. Ύστερα από κάνα δυo ώρες, βλέπει ένα μεγάλο ελικόπτερο από κάποια απόσταση και γύρω του πολλά αλλά συνοδευτικά ελικόπτερα. Προσγειώνονται όλα, και υπηρέτες κατεβαίνουν από τα συνοδευτικά ελικόπτερα και στρώνουν κόκκινα χαλιά, παίζουν τρομπέτες κτλ για να κατέβει ο Κώστας από το κεντρικό ελικόπτερο!
- Βρε Κώστα, λέει ο Γιάννης, πού βρήκες τόσα χρήματα; Πως τα κατάφερες; τον ρωτάει έκπληκτος.
- Πούλησα τις μπουκάλες!
Κατά την διάρκεια μιας πτήσης από Αθήνα για Νέα Γιόρκη, κάθονται δίπλα δίπλα ένας μεγαλοδικηγόρος και μια ξανθιά. Ο δικηγόρος γυρνάει, κοιτάζει την ξανθιά και την ρωτάει:
- Θες να παίξουμε ένα παιχνίδι όπου θα σου κάνω μια ερώτηση και αν δεν μου απαντήσεις θα μου δώσεις πέντε Ευρώ και ακολούθως εσύ.
Η ξανθιά γυρνάει, τον κοιτάζει βαριεστημένα και φτιάχνει το μαξιλάρι της για να κοιμηθεί. Ο τύπος τότε για να την δελεάσει της προτείνει 1500 Ευρώ αν δεν απαντήσει σωστά αυτός. Η ξανθιά δέχεται, και αρχίζει ο δικηγόρος:
- Ποια είναι η απόσταση της γης από την σελήνη;
Η ξανθιά ανοίγει την τσάντα της και του δίνει πέντε Ευρώ. Την προκαλεί ο δικηγόρος να βάλει τα δυνατά της. Τότε αυτή γυρίζει και του λέει:
- Τι είναι αυτό που ανεβαίνει το λόφο με τα τρία πόδια και τον κατεβαίνει με τα τέσσερα πόδια;
Ο δικηγόρος μην μπορώντας να απαντήσει παίρνει τηλέφωνο σε γνωστούς και φίλους. Μάταια όμως γιατί κανένας δεν γνωρίζει την απάντηση. Ανοίγει το Λαπ-Τοπ, ψάχνει τα αρχεία, τίποτα. Συνδέεται με την βιβλιοθήκη της Οξφόρδης, καμία απάντηση. Αφού έχει περάσει καμιά ώρα και η ξανθιά έχει αράξει δίπλα, βγάζει 1500 Ευρώ και της τα δίνει. Οπότε την ρωτάει ποια είναι η λύση.
Η ξανθιά τότε του δίνει 5 Ευρώ και γυρίζει για ύπνο...
Τρεις δικηγόροι και τρεις γιατροί, πρέπει να παρακολουθήσουν ένα συνέδριο σε μια επαρχιακή πόλη και ο μόνος τρόπος για να πάνε εκεί, είναι με το τραίνο. Στον σταθμό, οι τρεις γιατροί βγάζουν τρία εισιτήρια και βλέπουν τους δικηγόρους να βγάζουν μόνο ΕΝΑ εισιτήριο.
- Πώς θα ταξιδέψετε, τρία άτομα, με μόνο ένα εισιτήριο;
- Κοιτάξτε και θα δείτε, απαντάει ο ένας από τους δικηγόρους.
Ανεβαίνουν στο τραίνο και οι γιατροί κάθονται στις θέσεις τους και παρακολουθούν τους δικηγόρους να στριμώχνονται σε μια τουαλέτα και να κλείνουν την πόρτα πίσω τους.
Το τραίνο αναχωρεί και λίγο αργότερα, ο εισπράκτορας φτάνει για να ελέγξει τα εισιτήρια. Χτυπά την πόρτα της τουαλέτας και φωνάζει “Eισιτήρια, παρακαλώ”. Η πόρτα ανοίγει και ένα χέρι βγαίνει από μέσα με το εισιτήριο. Ο εισπράκτορας το ακυρώνει και φεύγει. Αμέσως μετά, οι δικηγόροι βγαίνουν και κάθονται στις θέσεις.
Οι γιατροί το βλέπουν αυτό και συμφωνούν ότι είναι πολύ έξυπνη ιδέα. Έτσι, μετά το συνέδριο, αποφασίζουν να αντιγράψουν τους δικηγόρους και στον σταθμό, βγάζουν μόνο ένα εισιτήριο, για το ταξίδι της επιστροφής. Βλέπουν όμως τους δικηγόρους, οι οποίοι δεν αγόρασαν ΚΑΝΕΝΑ εισιτήριο αυτήν την φορά.
- Πώς θα ταξιδέψετε στο τραίνο χωρίς καν εισιτήριο;
- Κοιτάξτε και θα δείτε.
Ανεβαίνουν στο τραίνο. Οι τρεις γιατροί στριμώχνονται σε μια τουαλέτα και οι δικηγόροι σε μιαν άλλη κοντινή. Το τραίνο αναχωρεί. Λίγο αργότερα, ένας από τους δικηγόρους βγαίνει από την τουαλέτα τους, περπατά προς την τουαλέτα των γιατρών, σταματά, χτυπά την πόρτα και λέει:
- Eισιτήρια, παρακαλώ...

- Πόσοι δικηγόροι χρειάζονται για να αλλάξουν μια καμμένη λάμπα;
- Το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος, επίσης γνωστό ως "Δικηγόρος", και το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος, επίσης γνωστό ως "λάμπα", άμεσα και δια τούτου, συμφωνούν σε μια διεξαγωγή εν τη οποία το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος θα αφαιρεθεί από την παρούσα του θέση ως αποτέλεσμα της αποτυχίας να λειτουργήσει σύμφωνα με προηγουμένως συμφωνηθέντα καθήκοντα, π. Χ. φωτισμό, διασαφήνιση και με άλλους τρόπους φωταψίας του περιοχής που εκτείνεται από την μπροστινή (βόρεια) πόρτα, διαμέσου της εισόδου, τερματιζομένης σε μια περιοχή ακριβώς μέσα στην κύρια περιοχή κατοικίας, που ορίζεται από την αρχή του τάπητος, και όποιος πλεονάζων φωτισμός αποτελεί επιλογή του δεύτερου συμβαλλόμενου μέρους και δεν αποτελεί απαίτηση της προαναφερθείσας συμφωνίας ανάμεσα στα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Η προαναφερθείσα διεξαγωγή αφαίρεσης θα συμπεριλάβει, χωρίς να περιοριστεί, τα ακόλουθα. Το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος θα, με ή χωρίς ανύψωση κατά επιλογή του, με τη χρήση μέσων όπως μια καρέκλα, μια σκάλα, ενός σκαμνιού ή οποιουδήποτε άλλου μέσου ανύψωσης, πιάσει το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος και θα το περιστρέψει με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού, και αυτό το σημείο προσφέρεται χωρίς διαπραγματεύσεις. Από την στιγμή που το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος θα είναι πλήρως αποσπασμένο από τη θήκη, το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος έχει την επιλογή να κάνει έξωση στο δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος κατά τρόπο σύμφωνο με όλους τους σχετικούς τοπικούς, εθνικούς και διεθνείς νόμους. Μόλις ο διαχωρισμός και η έξωση έχουν επιτευχθεί, το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος έχει την δυνατότητα να ξεκινήσει την εγκατάσταση. Η εγκατάσταση που προηγουμένως ειπώθηκε, θα λάβει χώρα κατά τρόπο σύμφωνο με την αντιστροφή των διαδικασιών που είχαν περιγραφεί στο πρώτο βήμα αυτού του ίδιου κειμένου, επιστώντας την προσοχή στο σημείο ότι η περιστροφή θα πρέπει να διεξαχθεί κατά την φορά των δεικτών του ρολογιού, σημείο που επίσης δεν τελεί υπό διαπραγμάτευση. Τα παραπάνω βήματα μπορούν να πραγματοποιηθούν, κατά επιλογή του πρώτου συμβαλλόμενου μέρους, από όποιο ή όλους τους εξουσιοδοτημένους από αυτό, με αντικειμενικό σκοπό την μεγαλύτερη δυνατή πρόσοδο της Σύμβασης.
Η γιαγιούλα η καημένη πλησίαζε τα 80 και για να έχει ήσυχο το κεφάλι της κάλεσε μια μέρα ένα δικηγόρο στο σπίτι της για να του υπαγορεύσει τη διαθήκη της.
Ερχεται λοιπόν ένας νεαρός γύρω στα τριάντα και βγάζοντας ένα μπλοκ και στυλό, κάθεται απέναντί της στο καναπέ του σαλονιού και αρχίζει να γράφει ότι του έλεγε η γιαγιά.
Ρίχνοντας μια ματιά στο τραπέζι μπροστά του βλέπει ένα μεγάλο μπωλ με αμύγδαλα.
- Μπορώ να πάρω κανένα; ρωτάει με ευγένεια την ηλικιωμένη γυναίκα.
- Και το ρωτάς αγόρι μου; Οσα θέλεις να πάρεις, του απαντάει εκείνη χαμογελαστά.
Αρχίζει λοιπόν κι ο φίλος μας να τρώει τα αμυγδαλάκια το ένα μετά το άλλο. Πέρασε καμμιά ώρα με την υπαγόρευση και συνειδητοποίησε με έκπληξη ότι τα είχε φάει τελικά όλα.
- Χίλια συγγνώμη που σας τα έφαγα όλα τα αμύγδαλα, της είπε με απολογητικό ύφος ο δικηγόρος. Ξέρετε είχα σκοπό να φάω μόνο ένα δύο, αλλά παρασύρθηκα.
- Μη το σκέφτεσαι καθόλου αγόρι μου, του απάντησε γλυκά η γιαγιούλα. Αλλωστε από τότε που έβαλα μασέλα, δεν μπορώ εγώ να τα φάω. Μόνο τη σοκολάτα απέξω γλείφω και τα ξαναβάζω στο μπωλ.
Eνα τυφλό λαγουδάκι και ένα τυφλό φίδι γεννήθηκαν σε αυτόν τον κόσμο.
Ηταν η μοίρα τους να συναντηθούν κάποτε μέσα σε έναν λαχανόκηπο.- Ξέρεις κάτι, λέει το φίδι. Είμαι τυφλός και σε όλη μου την ζωή αναρωτιόμουν τι ακριβώς είμαι.
- Και εγώ το ίδιο, λέει το λαγουδάκι. Εχω και εγώ την ίδια απορία. Ισως μαζί μπορέσουμε να λύσουμε το μυστήριο.
- Εντάξει, είπε το φίδι και άρχισε να τυλίγεται γύρω από το λαγουδάκι. Το μύρισε, το άγγιξε και στο τέλος, είπε:
- Χμμμ, είσαι μικρό, μαλακό και ζεστό και έχεις και γούνα. Επίσης τα αυτιά σου είναι μεγάλα, και έχεις και μια φουντωτή ουρίτσα, προσθεσε το φίδι.
Σταμάτησε για λίγα λεπτά να σκεφτεί και είπε:
- Ξέρω τι είσαι... Είσαι ένα λαγουδάκι...
- Ωωωω, σε ευχαριστώ πολύ, είπε το λαγουδάκι. Τώρα είναι η σειρά μου να σε βοηθήσω. Αρχισε να μυρίζει το φίδι, το πατούσε ελαφρά με τις πατούσες του, το άγγιξε με την μουσούδα του και είπε:
- Για να δούμε... Είσαι μακρύ και κρύο και γλυστερό και έχεις διχαλωτή γλώσσα. Εχεις και φολίδες στο σώμα σου.. Ξέρω.. Πρέπει να είσαι δικηγόρος... !