Κάποτε σ ενα χωριό ένας κυνηγός διηγούνταν σε συγχωριανούς του μια ιστορία που του συνέβει στην Αφρική, κατά τη διάρκεια ενός σαφάρι.
- Λέει, λοιπόν πως ενώ κυνηγούσε στη ζούγκλα, είδε ξαφνικά πίσω από έναν θάμνο ένα λιοντάρι να τον αγριοκοιτάζει. Τότε, αν και τρόμαξε, έστρεψε το όπλο του εναντίον του και πυροβόλησε, αλλά αστόχησε. Τότε άρχισε το λιοντάρι να τον κυνηγάει. Ενώ αρχικά είχε μια απόσταση 50 μέτρων,το λιοντάρι όλο και πλησίαζε, μέχρι που σχεδόν τον έφθασε και ετοιμάσθηκε να του χυμήσει. Ω του θαύματος όμως,το λιοντάρι την τελευταία στιγμή γλυστρά και ο κυνηγός καταφέρνει και αποκτά πάλι μια απόσταση ασφαλείας 50 μ. πάλι. Το κυνηγητό όμως συνεχίζεται,σύμφωνα με τη διήγησή του. Μόλις το λιοντάρι τον ξαναπλησιάζει, μα τι τύχη! Ξαναγλυστρά και ξαναπέφτει. Η ομήγυρη που ακούει την ιστορία δαγκώνει τα νύχια της από την αγωνία. Η διήγηση συνεχίζεται με 3-4 παρόμοιες σκηνές,οπότε ο σπαστικός της παρέας παρεμβαίνει και λέει:
"Σώπα ρε μεγάλε με την κωλοφαρδία σου! Τόσες φορές σε πλησίασε το λιοντάρι και κάθε φορά γλυστρούσε κι εσύ ξέφευγες. Εγώ θα είχα χεστεί από τον φόβο μου!
- Οπότε ο άλλος γυρίζει και του απαντάει:
Κι εσύ που νομίζεις ρε φίλε ότι πατούσε το λιοντάρι και γλύστραγε κάθε φορά!
         
        
     
 
                            
    
    
        
        
                Ήταν κάποτε ο Ιησούς, ο Μωυσής και ένας παππούλης.
Αποφασίζουν λοιπόν να παίξουν γκολφ σε μία πίστα που είχε λίμνη στη μέση.
Ρίχνει πρώτος ο Ιησους, και μπλουμ, πέφτει η μπάλα μέσα στη λίμνη. Περπατάει λοιπόν ο Ιησούς πάνω στην λίμνη φτάνει στο σημείο όπου έπεσε η μπάλα, την ανυψώνει με το χέρι του, χτυπάει, και κατευθείαν μπαίνει η μπάλα στην τρύπα.
Δεύτερος παίζει ο Μωυσής. Χτυπάει την μπάλα και αυτή πέφτει στο νερό. Προχωράει λοιπόν ο Μωυσής, φτάνει στην λιμνούλα, ανοίγει τα νερά στην μέση, περπατάει στο βυθό της λίμνης, βρίσκει την μπάλα, και την ρίχνει κατευθείαν στην τρύπα.
Τρίτος είναι ο παππούλης. Ρίχνει την μπάλα και για άλλη μια φορά η μπάλα μπαίνει στο νερό. Εκείνη τη στιγμή πηγαίνει ένα ψάρι και τρώει την μπάλα. Βλέποντας το ψάρι, ένας πεινασμένος γλάρος, ορμάει και το τρώει. Εκεί κοντά ένας άνθρωπος είχε βγει για κυνήγι. Βλέπει τον γλάρο και πυροβολεί. Πέφτει ο γλάρος, και έτσι όπως έπεφτε, ανοίγει το στόμα. Βγαίνει λοιπόν το ψάρι, και έτσι όπως σπαρταρούσε, του φεύγει η μπάλα απτο στόμα, και πέφτει κατευθείαν στην τρύπα.
Κοιτάει λοιπόν ο Ιησούς τον παππούλη και λέει:
- Aμάν ρε πατέρα, ένα γκολφ είπαμε να παίξουμε, αλλά εσύ το ξεφτίλισες...!
         
        
     
 
    
    
        
            
        
        
                Ήταν ένας κυνηγός και εκεί που έψαχνε το λαγό βλέπει μπροστά του ένα φασιανό. Μπαμ! του ρίχνει μια, τον σκοτώνει και τον πηγαίνει σπίτι του. Μετά από μια ώρα τον παίρνει η γυναίκα του να τον μαγειρέψει, χωρίς να βγάλει τα σκάγια, όμως.
Τον ετοίμασε, τον έβαλε στο τραπέζι και σερβίρισε. Αφού τον έφαγαν, πάει ο μικρός γιος στη τουαλέτα και βγήκε έκπληκτος.
Τον ρωτά ο πατέρας του:
- "Τι έπαθες παιδί μου;"
- "Πατέρα", λέει, "εκεί που κατουρούσα πετάχτηκαν σκάγια"
- "Πω πω παιδάκι μου, αυτό το έπαθε και η μητέρα σου πριν λίγο."
Μετά από λίγη ώρα πάει και ο δεύτερος γιος να κατουρήσει. Βγαίνει κι αυτός έκπληκτος.
Τον ρωτά κι αυτόν ο πατέρας του:
- "Τι έπαθες παιδί μου;"
- "Πατέρα", λέει, "εκεί που κατουρούσα πετάχτηκαν σκάγια"
- "Κι εσύ παιδάκι μου;"
Πάει και ο τρίτος στο δωμάτιο του παππού και βγαίνει τρομοκρατημένος. Πάει στον πατέρα του και του λέει:
- "Πω πω μπαμπά τι έκανα!"
Ο πατέρας του φοβισμένος:
- "Τι έπαθες παιδάκι μου;", του λέει.
- "Εκεί που τράβαγα μα... Ία σκότωσα τον παππού!"
         
        
     
 
    
    
        
        
                Ένας παππούς 80 χρονών πάει στο γιατρό για γενικό τσεκάπ, και ο γιατρός τον ρωτάει:
- Πώς αισθάνεστε;
- Ποτέ δεν ένοιωσα καλύτερα! Είμαι παντρεμένος με μια 25χρονη, με την οποία περνάω θαυμάσια, και μάλιστα είναι και έγκυος! Μου ετοιμάζει παιδί!
Ο ιατρός αφού τον κοιτάει για λίγα δευτερόλεπτα σκεπτικός, του λέει:
- Να σας πω μια ιστορία... Ήταν ένας φίλος μου κυνηγός, ο οποίος καθώς έφευγε από το σπίτι του, αντί να πάρει το όπλο του, πήρε την ομπρέλα. Αφού περπατούσε για κάμποση ώρα στο δάσος, είδε μπροστά του ξαφνικά μια τεράστια αρκούδα. Σηκώνει λοιπόν την ομπρέλα του και κάνει να πυροβολήσει, αλλά ΦΡΑΠ! ανοίγει η ομπρέλα. Παρόλα αυτά η αρκούδα έπεσε κάτω νεκρή, τέζα!
- Αποκλείεται! φωνάζει ο παππούς. Κάποιος άλλος την πυροβόλησε!
- Και εγώ βασικά εκεί το πήγαινα... του λέει και ο γιατρός.