Ένας τελειόφοιτος της Ψυχολογίας έπρεπε να κάνει μια εργασία για τα δυνατά συναισθήματα.
Ο επιβλέπων καθηγητής του συνέστησε να αποφύγει τους ανθρώπους των πόλεων, πολλά λόγια και λίγη ουσία και να ψάξει για πηγές στην ύπαιθρο. Μια και δυο, παίρνει τα βουνά και σ ένα χωριό στην Πίνδο εντοπίζει ένα γεροντάκι που καθόταν μοναχό του.
- Γεια σου παππού... μπλα μπλα μπλα ... Θυμάσαι να μου πεις μια φορά που να σου έτυχε κάτι και να χάρηκες ΠΟΛΥ;
Ο γερακος σκέφτεται, σκέφτεται...
- Μια φορά, πριν πολλά χρόνια ένας γείτονας -Θεός σχωρεστον- έχασε ένα πρόβατο στο βουνό. Μαζευτήκαμε λοιπόν καμία δεκαριά νοματαίοι, βγήκαμε στο βουνό, βρήκαμε το πρόβατο, το γαμήσαμε και το φέραμε πίσω.
(-Αυτό δεν μπαίνει στην εργασία... Για να ξαναδοκιμάσω)
- Ωραία... Μήπως θυμάσαι καμιά ΑΛΛΗ φορά, που να έγινε κάτι ΑΛΛΟ και να χάρηκες ΠΟΛΥ;
Ξανασκέφτεται ο γερακος...
- Μια άλλη φορά, ένας άλλος γείτονας -Θεός σχωρεστον κι αυτόν- έχασε την κόρη του στο βουνό. Ε, μαζευτήκαμε καμιά εικοσαριά άντρες, βγήκαμε στο βουνό, ψάξαμε, τη βρήκαμε, τη γαμήσαμε και τη φέραμε πίσω.
(-Σε λάθος κατεύθυνση ψάχνω, ας αλλάξω θέμα)
- Ωραία, παππού... Τώρα να σε ρωτήσω κάτι άλλο... Θυμάσαι να μου πεις αν σου έτυχε ποτέ τίποτα που να ντράπηκες ΠΟΛΥ;
Ο γερακος πέφτει σε βαθιά περισυλλογή... Και τελικά, με ύφος μεγάλης ενοχής:
- Μια φορά χάθηκα στο βουνό...
Αν ο Νώε έφτιαχνε την Κιβωτό στην Ελλάδα...
Ο Κύριος φανερώθηκε στον Νώε και του είπε:
- Σε ένα χρόνο θα ρίξω βροχή και θα σκεπάσω ολόκληρη τη Γη με νερό και θα καταστρέψω τα πάντα. Αλλά θέλω εσύ να σώσεις τους δίκαιους και ευσεβείς ανθρώπους και δύο ζώα από κάθε είδος που υπάρχει στη Γη. Σε προστάζω να χτίσεις μία Κιβωτό.
Και ο Θεός παραδίδει στον Νώε τα σχέδια για την Κιβωτό.
Με φόβο Κυρίου ο Νώε παίρνει τα σχέδια και συμφωνεί να φτιάξει την Κιβωτό. Θυμήσου, είπε ο Κύριος, Πρέπει να έχεις τελειώσει την Κιβωτό και να έχεις μαζέψει όλα τα ζώα σε ένα χρόνο.
Ένα χρόνο αργότερα, αρχίζει να σχηματίζεται μια καταιγίδα και όλες οι θάλασσες της Γης έχουν φουρτούνα. Ο Θεός κοιτάει τι γίνεται και βλέπει τον Νώε να κάθεται στην αυλή του και να κλαίει.
- Νώε! Ανακράζει, Που είναι η Κιβωτός;
- Συγχώρεσε με Κύριε, παρακαλά ο Νώε, έκανα ό,τι μπορούσα αλλά αντιμετώπισα μεγάλα προβλήματα. Πρώτα-πρώτα έπρεπε να πάρω άδεια για την κατασκευή και τα σχέδια που μου έδωσες δε συμφωνούσαν με τον ισχύοντα κανονισμό. Χρειάστηκε να προσλάβω ναυπηγό και να ξαναγίνουν τα σχέδια από την αρχή. Μετά βρέθηκα σε διαμάχη με το Λιμενικό για το αν χρειαζόταν η Κιβωτός σύστημα πυρασφάλειας, βάρκες και σωσίβια.
Μετά μου έκανε καταγγελία ο γείτονας μου, γιατί παραβίαζα λέει τα όρια δόμησης χτίζοντας την Κιβωτό στην αυλή μου, και έτσι χρειάστηκα άδεια και από την Πολεοδομία.
Είχα πρόβλημα και να βρω ξύλα για την Κιβωτό γιατί υπήρχε απαγόρευση υλοτόμησης για την προστασία της Πιτσιλωτής Κουκουβάγιας. Τελικά κατάφερα να πείσω την Υπηρεσία Προστασίας Δασών πως χρειαζόμουν το ξύλο για να σώσω τις κουκουβάγιες.
Αλλά όμως ο Οργανισμός Προστασίας Ζώων δεν με άφηνε να πιάσω κουκουβάγιες. Και έτσι δεν έχουμε κουκουβάγιες.
Μετά οι ξυλουργοί κατέβηκαν σε απεργία, αλλά κατάφερα να έρθω σε συμφωνία με το σύλλογο τους. Τώρα έχω 16 ξυλουργούς να δουλεύουν στην Κιβωτό, αλλά δεν έχω κουκουβάγιες.
Όταν άρχισα να μαζεύω τα υπόλοιπα ζώα, μου έκανε μήνυση μία ομάδα ακτιβιστών, γιατί θα έπαιρνα μόνο δύο από κάθε είδος.
Όταν ξεμπέρδεψα με αυτή τη μήνυση με ενημέρωσαν από το ΥΠΕΧΩΔΕ ότι δεν γινόταν να συνεχιστούν οι εργασίες αν δεν κάνω δήλωση για την επίδραση στο περιβάλλον του σχεδιαζόμενου κατακλυσμού. Δεν τους αρέσει η ιδέα ότι δεν έχουν αρμοδιότητα στις αποφάσεις του Δημιουργού του Σύμπαντος.
Μετά οι τοπογράφοι τους Στρατού απαίτησαν χάρτη της προτεινόμενης ροής των υδάτων του κατακλυσμού. Εγώ τους έστειλα μία υδρόγειο.
Αυτές τις μέρες προσπαθώ να λύσω ένα ζήτημα με την Επιτροπή Ισότητας, που λένε ότι κάνω διακρίσεις επειδή δεν θα πάρω ανθρώπους που δεν πιστεύουν σε Εσένα, Κύριε.
Μου έστειλαν και αυτή την ειδοποίηση με δικαστικό επιμελητή ότι οφείλω φόρο και πρόστιμο γιατί δεν δήλωσα την Κιβωτό ως σκάφος αναψυχής.
Τώρα η εφορία έχει παγώσει τις καταθέσεις μου γιατί πιστεύουν ότι φτιάχνω την Κιβωτό για να φύγω από την χώρα για να μην πληρώσω φόρους.
Και ακόμη δεν έχει αποφασίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας αν ο Κατακλυσμός είναι αντισυνταγματικός, αφού πρόκειται για θρησκευτική πράξη.
Πραγματικά, δεν υπάρχει περίπτωση να τελειώσω για τουλάχιστον 5 χρόνια.
Και τότε άρχισε να καθαρίζει ο ουρανός, να λάμπει ο ήλιος και να ηρεμούν οι θάλασσες. Το ουράνιο τόξο στόλισε τον ορίζοντα.
Ο Νώε κοίταξε τον Θεό με ελπίδα.
- Κύριε, αυτό σημαίνει ότι δεν θα καταστρέψεις τη Γη;
Και απάντησε ο Θεός:
- Μπα, δε βαριέσαι. Ας το κάνει η κυβέρνηση.
Χτυπάει το τηλέφωνο κάποια φορά, στο σπίτι ενός τύπου γύρω στις 3 το πρωί. Ο τύπος μέσα στον ύπνο του, σηκώνει εκτός από το τηλέφωνο, όλη την προίκα που είχε ακουμπισμένη στο κομοδίνο. Με δυσκολία φέρνει το ακουστικό στο αυτί, και με μεγαλύτερη δυσκολία αρθρώνει ένα ξεψυχισμένο.. "Εμπρός"...
Από την άλλη πλευρά της γραμμής, ακούγεται ένας τύπος να φωνάζει με μεγάλο ενθουσιασμό...
- Μιλαω! Μιλαω!
- Σάλτα και γαμήσου ρε μαλάκα πρωινιάτικα, φορτώνει ο τύπος βρίσκοντας ξαφνικά τη χαμένη του ενέργεια και κλείνει το τηλέφωνο.
Ο ύπνος του τύπου συνεχίζεται ήσυχος μέχρι το πρωί. Το επόμενο βράδυ, και ενώ ο τύπος έχει γυρίσει πτώμα από τη δουλειά και κοιμάται βαθιά, κατά τις τρεις η ώρα ξαναχτυπάει το πρωί. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται, και αυτή τη φορά εκτός από το τηλέφωνο, ο τύπος σηκώνει και τους γείτονες του απο κάτω διαμερίσματος στο πόδι, πετώντας κάτω το λαμπατέρ. Παρ όλα αυτά απαντάει στο τηλέφωνο..
- Ναι;..
Και πάλι ο ίδιος ενθουσιώδης τύπος αρχίζει να φωνάζει ...
- Μιλαω! Μιλαω!
- Αντε γαμήσου ρε παπάρα, τι χούι είναι αυτό πάλι ; κόψε την πρωινή και άσε με ήσυχο να κοιμηθώ... λέει ο τύπος και κλείνει το τηλέφωνο απότομα.
Το επόμενο βράδυ, και ενώ ο τύπος κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, κλασσικά στις 3 η ώρα χτυπάει το τηλέφωνο. Ο τύπος το σηκώνει, φανερά αγανακτισμένος από την κατάσταση, και απαντάει..
- Τι θες ρε φίλε πρωινιάτικα πάλι;
Όπως και τις δύο προηγούμενες μέρες, ο ενθουσιώδης τύπος αρχίζει να φωνάζει...
- Μιλαω! Μιλαω!
- Ρε παπάρα.. και εγώ μιλάω.. αλλά δεν σε παίρνω 3 η ώρα το πρωί τηλέφωνο για να στο πω, του λέει με στόμφο ο τύπος..
- Ναι, αλλά εσύ δεν είσαι αγελάδα!
Το αγόρι γυρίζει την κοπελιά του στο σπίτι πριν (ως συνήθως) τα μεσάνυχτα.
Όταν φτάνουν στην εξώπορτα, ακουμπάει το χέρι στον τοίχο και της λεει, -«γλυκιά μου κάνε μου μια πίπα» -«τι? είσαι τρελός?!» -«μη στενοχωρείσαι θα είμαι γρήγορος, κανένα πρόβλημα.» -«όχι! κάποιος θα μας δει, κάποιος συγγενής, ίσως ο γείτονας. . .» -«τέτοια ώρα, μεσάνυχτα ειναι κανένας δεν θα μας δει» -«είπα όχι!, και ξανά όχι!
- «γλυκιά μου, είναι μια γρήγορη πίπα, το ξέρω ότι και εσένα σου αρέσει» -«όχι!, είπα όχι!
- «αγάπη μου μην κάνεις έτσι. . .» Αυτή τη στιγμή η μικρότερη αδελφή είχε κατεβεί στην εξώπορτα με την νυχτικιά της, αναμαλλιασμένη και τρίβοντας τα μάτια της λεει, «ο μπαμπάς είπε, πρέπει να του κάνεις μια πίπα, η εγώ να του κάνω μια πίπα, η ο ίδιος θα κατεβεί κάτω να του κάνει μια πίπα, αλλά για το θεό, πες το αγόρι σου να πάρει το χέρι του από το θυροτηλέφωνο.»