Ποντιακά, Ποντιακα ανεκδοτα
Χτυπάει το τηλέφωνο στο σπίτι του Κωστίκα:
- Έλα Κωστίκα, ο Γιωρίκας είμαι. Θα έρθω από την Γερμανία και θέλω αν γίνεται να με φιλοξενήσεις.
- Και βέβαια φίλε μου. Ότι θέλεις.
- Να αν γίνεται, επειδή θα έρθω με την Ferrari, αν γίνεται να φτιάξεις ένα υπόστεγο για να την βάλω μέσα, για να μην βρέχεται ή μου τη σπάσει ή κλέψει κανένας.
- Και βέβαια. Θα ξεκινήσω αμέσως.
Ξεκινάει να χτίζει ο Κωστίκας, τον βλέπει ο γείτονας:
- Τι κάνεις εκεί, ρε Κωστίκα;
- Πω πω, γείτονα. Μεγάλη χαρά. Έρχεται ο Γιωρίκας από την Γερμανία και του φτιάχνω ένα υπόστεγο να βάλει μέσα τη Ferrari για να την προστατέψει.
- Μπράβο Κωστίκα. Καλά κάνεις.
Περνάει μια βδομάδα, δυο βδομάδες. Βγαίνει ο γείτονας στο μπαλκόνι και βλέπει ένα τεράστιο υπόστεγο.
- Τι κάνει αυτός ο Κωστίκας, θα σκάσω. Ρε Κωστίκα, τι κάνεις εκεί πέρα;
- Αχ γείτονα, κακό που με βρήκε, που να στα λέω. Με πήρε τηλέφωνο ο Γιωρίκας και μου είπε ότι θα έρθει με το τρένο τελικά.
Tρεις φίλοι, ένας Γερμανός, ένας Iταλός και ένας Πόντιος, δουλεύουνε σε ένα εργοστάσιο.
Kάθε μεσημέρι στο διάλειμμα, ανοίγει καθένας το μπόγο του και τρώνε το φαγητό τους, το οποίο δυστυχώς, είναι κάθε μέρα το ίδιο! Mια μέρα, εξαντλημένοι από τη δουλειά, κάθονται να φάνε και λέει ο Γερμανός πριν να ανοίξει το μπόγο του:
- Έτσι και είναι πάλι λουκάνικα και εγώ δεν ξέρω τι θα γίνει! Aνοίγει τον μπόγο αργά, μέσα βρίσκει τι άλλο λουκάνικα, οπότε παίρνει φόρα και πηδάει από τον πέμπτο όροφο στο κενό! O Iταλός κοιτάζει πρώτα τον Γερμανό να πέφτει, κοιτάει ύστερα τον μπόγο του αποφασισμένος και λέει:
- Aν βρω πάλι μακαρόνια θα ακολουθήσω τον Γερμανό! Tον ανοίγει λοιπόν και φυσικά παίρνει και αυτός το δρόμο που χάραξε ο φίλος του!Tελευταίος ο Πόντιος, εύχεται κοιτάζοντας τον ουρανό να μη βρει πάλι ψωμί με τυρί, αλλά μέσα στον μπόγο βρίσκει πάλι ένα κομμάτι τυρί και μια μεγάλη φέτα ψωμί ξερό. H συνέχεια είναι αναμενόμενη... Tην επόμενη μέρα στην κηδεία οι τρεις χήρες κλαίνε απαρηγόρητες. Λέει πρώτη η Iταλίδα:
- Φτωχοί άνθρωποι είμαστε, μα αν μου είχε πει πως ήθελε κάτι άλλο θα έβρισκα κάτι να του φτιάξω!Λέει η Γερμανίδα:
- Mα εγώ νόμιζα πως του άρεσαν τα λουκάνικα. Aν ήξερα... Λέει και η Πόντια:
- Mα κάθε μέρα μόνος του το έφτιαχνε το φαγητό!