Είναι ο Σούπερμαν και ψάχνει απελπισμένα να ρίξει ένα καλό πήδημα. Εκεί λοιπόν που πετάει βλέπει τον Batman πάει προς αυτόν και του λέει:
- Εεεε φίλε μου Batman, πρέπει οπωσδήποτε να βρω να πηδήξω, έχω τρελαθεί σου λέω.
- Γιατί δε δοκιμάζεις με την Wonder Woman; Κάνει τα καλύτερα πηδήματα εδώ στην χώρα των κόμικς.
- Μμμ, η Wonder Woman είναι καλή μου φίλη, δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, και φεύγει.
- Παρακάτω, βρίσκει τον Spiderman, και του λέει κι αυτού το δράμα του και τον ρωτάει αν έχει καμιά καλή πρόταση.
- Θα σου πρότεινα την Wonder Woman. Είναι σίγουρα η καλύτερη.
- "Η Wonder Woman είναι φίλη μου. Μπα, δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο", λέει και φεύγει πάλι.
- Τι διάολο σκέφτεται καθώς πετάει, όλους τους έχει πάρει;
Τότε ξαφνικά βλέπει την Wonder Woman στο χωράφι από κάτω, με ανοιχτά τα πόδια σε κατάσταση έκστασης.
- Το θέαμα είναι άκρως προκλητικό. Δε βαριέσαι σκέφτεται, φίλοι φίλοι, αλλά και η ανάγκη μεγάλη, θα χρησιμοποιήσω τις υπερδυνάμεις μου, θα κάνω τη δουλειά γρήγορα γρήγορα, πριν το καταλάβει θα έχω φύγει.
- Πράγματι, πέφτει σαν σφαίρα πάνω στην Wonder Woman, τελειώνει την δουλειά και πριν πεις κύμινο έχει εξαφανιστεί.
- Τι στο καλό ήταν αυτό, λέει η Wonder Woman κοιτώντας με θολό βλέμμα προς τον ουρανό.
- Δεν ξέρω, λέει ο Invisible Man, αλλά ο κώλος μου με πεθαίνει.
Τρεις φίλοι επί καθημερινής βάσεως, Τρεις φίλοι επί καθημερινής βάσεως, συνηθίζουν να συναντιούνται μετά τη δουλειά και να πίνουν ουζάκια πριν το μεσημεριανό. Μια μέρα μπαίνει στο καφενείο ο ένας απ αυτούς με κατεβασμένα μούτρα.
- Τι έγινε; τον ρωτάνε οι άλλοι.
- Να ρε παιδιά, η γυναίκα μου με απατάει.
- Τι λες ρε παιδί μου και πώς το κατάλαβες;
- Χθες που γύρισα στο σπίτι, κοίταξα κάτω από το κρεβάτι να βρω τις παντούφλες μου και βρήκα κάτι πένσες, κάβουρες (και άλλα θαλασσινά),
Σωλήνες και τέτοια. Μια, λοιπόν και δεν ήταν δικά μου πρέπει να ήταν του
Εραστή της (κλάμα) και είναι υδραυλικός.
Τον συλλυπούνται οι άλλοι. "Έλα ρε παιδί, πώς κάνεις έτσι;" και τέτοια και φεύγουν.
Την άλλη μέρα έρχεται ο δεύτερος φίλος με προβοσκίδα.
- Τι έπαθες ρε μεγάλε; των ρωτούν.
- Τι να πάθω, τα ίδια με το φίλο μας. Υποψιασμένος χθες με το που γύρισα στο σπίτι κοίταξα κάτω από το κρεβάτι και βρήκα κάτι κουτιά με χρώματα. Αρα η γυναίκα μου τα έχει με μπογιατζή.
Τον παρηγορούν κι αυτόν, ο άλλος κερατάς και ο καθαροκούτελος και φεύγουν.
Την επομένη να σου και ο τρίτος στενοχωρημένος και κλαμένος.
- Τι έγινε; τον ρωτάνε οι ομοιοπαθείς.
- Αστε τα ρε παιδιά. Είμαι στη χειρότερη μοίρα απ όλους σας. Γυρίζοντας χθες στο σπίτι κι ακούγοντας τις ιστορίες σας, κοίταξα κι εγώ κάτω από το κρεβάτι. Και τι βρήκα που λέτε;
- Τι βρήκες;
- Ένα καπελάκι από τζόκεϊ.
- Ε, και;
- Τι ε, και; Η γυναίκα μου τα χει με άλογο!
Κάποιος κατεβάζει τον αγλέουρα πίσω από την βιτρίνα ενός εστιατόριου. Στο πεζοδρόμιο περνάει ένας Αλβανός, τον βλέπει να τρώει και τρέχουν τα σάλια του. Βλέπει ο γευματίζων τον Αλβανό και του κάνει νόημα να μπει μέσα. Μόλις πλησιάζει τον ρωτάει:
- Ρε φίλε, τι συμβαίνει και κάθεσαι εκεί και μετράς τις μπουκιές μου;
- Να αφεντικό, τι να σου κάνω... Έεεχω τρεις μέρες να φάω..
- Α, γι αυτό στενοχωριέσαι; του λέει ο άλλος, μη φοβάσαι και αυτό αντιμετωπίζεται εύκολα...
Φωνάζει το γκαρσόνι και του λέει να φέρει μια μεγάλη κανάτα νερο. Το γκαρσόνι την φέρνει, γεμίζει αυτός ένα ποτήρι και λέει στον Αλβανό να πιει...
- Μα αφεντικό, λέει αυτός, εεεγω δεν διψάω... πεινάω...
- Ρε, πιες που σου λέω, του λέει ο άλλος, θα δεις... θα σου κάνει καλό.
Ο Αλβανός τι να κάνει, κατεβάζει το ποτήρι, κι εξακολουθεί να κοιτάζει τον δικό μας με πεινασμένο βλέμμα...
- Εντάξει είσαι τώρα; ρωτάει αυτός.
- Τι Εντάξει αφεντικό, λέει αυτός, αφού σου λέω... Δεν διψάω... Πεινάααω..
- Καλά... Πιες ακόμη ένα, και του δίνει και δεύτερο ποτήρι.
Τι να κάνει ο δικός σου, κατεβάζει και το δεύτερο.
Ο άλλος τον ξαναρωτάει:
- Εντάξει τώρα;...
- Όχι αφεντικό, σου είπα, δεν διψάω... Πεινάω, απαντάει ο τύπος... κάπως αδύναμα.
- Α φιλαράκο, εσύ νομίζω πως έχεις πρόβλημα, πιες άλλα δυο ποτήρια... και τον υποχρεώνει να πιει αλλά δυο...
Τα πίνει ο Αλβανός και... Κοντεύει να σκάσει απ το νερό...
- Τώρα ρε μεγάλε τι γίνεται; ρωτάει ο πρώτος.
- Τι να γίνεται αφεντικό; απαντάει αυτός βαριανασαίνοντας και με την κοιλιά του να έχει γίνει σαν... Μπαλόνι,... δεν βλέπεις;... Ωωχ... κοντεύω να σκάσω...
- Ωραία, τώρα θες να φας κάτι;
- Αστειεύεσαι αφεντικό; Τι να φάω τώρα μ αυτό το χαλί...
- Ε είδες ρε μπαγάσα, λέει ο άλλος θριαμβολογώντας, είδες που σου έλεγα; Εσύ χρυσέ μου δεν πεινούσες, διψούσες...
Καποιος απελπισμένος άνεργος βγαίνει στην αγορά με σκοπό την αναζήτηση εργασίας!
Σε κάποια στιγμή μπαίνει μέσα σε μια βιοτεχνία!
Βρίσκει το αφεντικό και του λέει απελπισμένος πως χρειάζεται επειγόντως δουλειά!
Συμφωνούνε στον μισθό και ο άνεργος χαίρεται που τα κατάφερε...
Την ώρα που φεύγει, ξαφνικά γυρνάει και λέει στο αφεντικό:
- Ξέρετε, έχω ένα μικρό προβληματάκι το οποίο όμως δεν πιστεύω να σας ενοχλεί!
- Τι δηλαδή;
- Να μωρέ, δεν έχω αρχίδια!
- Αααα! Δεν γίνεται να σας προσλάβω, λέει συγχυσμένος ο εργοδότης...
Συνεχίζεται αυτό για αρκετές μέρες. Κάθε φορά που βρίσκει δουλειά, μόλις αναφέρει το πρόβλημά του, τον ξαποστέλνουνε...
Κάποια μέρα πάει στο γραφείο του δημάρχου, και ζητά δουλειά.
Ο δήμαρχος του λέει πως προσλαμβάνεται.
- Ξέρετε, λέει ο άνεργος, έχω ένα προβληματάκι... Δεν έχω αρχίδια...
- Α, μην μου στεναχωριέσαι, λέει ο δήμαρχος, δεν είναι πρόβλημα αυτό. Απλά μωρέ θα πρέπει να έρχεσαι από τις 12 το μεσημέρι και μετά για δουλειά!
Στεναχωριέται ο άνεργος και φοβούμενος ότι έτσι θα παίρνει μειωμένο μισθό λέει:
- Μα εγώ δεν έχω πρόβλημα με την ώρα... Μπορώ να ξυπνάω από νωρίς...
Τον χτυπά ο δήμαρχος στην πλάτη και του λέει:
- Όχι μωρέ, δεν είναι αυτό... Απλά εμείς εδώ μέχρι τις 12, ξύνουμε τα αρχίδια μας!
Η ζηλιάρα σύζυγος για να σιγουρευτεί ότι ο άντρας της, που είναι αντιπρόσωπος και ταξιδεύει, σε κάθε ταξίδι του, του ζωγραφίζει ένα λαγό στα οπίσθια.
- Αμα σβηστεί ο λαγός, του λέει, πάει να πει ότι με απάτησες.
Σ ένα ταξίδι πράγματι του τυχε κάτι καλό του ανθρώπου. Να τ άφηνε να πάει χαμένο;
Έλα όμως που σβήστηκε ο λαγός μετά απ τη δουλειά;
Πιάνει μπογιά και πινέλο και ζωγραφίζει έναν λαγό. Απ τη βιασύνη του όμως τον ζωγραφίζει στη λάθος μεριά. Γυρίζει σφυρίζοντας σπίτι του. Η γυναίκα του μόλις μπαίνει μέσα, του κάνει τον καθιερωμένο έλεγχο. Έκπληκτη βλέπει τον λαγό στην άλλη μεριά κι όχι σ αυτή που τη ζωγράφισε αυτή.
- Με απάτησες, απάτησες, του λέει, πήγες μ άλλη.
- Μα γυναίκα, δε σβήστηκε ο λαγός.
- Ναι, αλλά είναι στη λάθος μεριά.
- Α, δε σου πα. Συνάντησα κάτι φίλους και βγήκα μαζί τους για κυνήγι.
Ξαφνικά πέφτει μια πιστολιά πολύ κοντά μου. Ε, κι ο λαγός τρόμαξε κι άλλαξε μεριά.
Πως ανοίγουν τις κονσέρβες οι Μαθηματικοί;
Μάζεψαν αντιπροσώπους από τους Μαθηματικούς, τους Φυσικούς και τους Χημικούς και τους έδωσαν το εξής πρόβλημα. Πως θα μπορέσουν να ανοίξουν μια σφραγισμένη κονσέρβα; Πρώτοι είπαν θα ξεκινήσουν οι φυσικοί. Κλείστηκαν μέσα σ" ένα μεγάλο αμφιθέατρο και άρχισαν να ψάχνουν τη λύση. Ύστερα από ένα μισάωρο, βγήκαν όλοι χαρούμενοι και φώναζαν: Βρήκαμε τη λύση, βρήκαμε τη λύση! Τους ρώτησε τότε η επιτροπή ποια ήταν η λύση που έλεγαν, και οι φυσικοί απάντησαν:Θα θέσουμε την κονσέρβα σε περιστροφική κίνηση γωνιακής ταχύτητας 20m/sec. Καθώς θα στριφογυρίζει, θα τη βομβαρδίσουμε με σωματίδια ζήτα, με αποτέλεσμα να λιώσει το μέταλλο και να μην πάθει τίποτα απολύτως το περιεχόμενο της κονσέρβας. Πολύ ωραία, είπαν οι κριτές, ας δοκιμάσουν οι χημικοί τώρα. Πράγματι μπήκαν οι χημικοί στο αμφιθέατρο και προσπαθούσαν να λύσουν με τη σειρά τους κι αυτοί, αυτό το δύσκολο πρόβλημα. Όπως και οι φυσικοί, έτσι και οι χημικοί μετά από κάνα μισάωρο βγήκαν κι αυτοί με χαρές και πανηγύρια και φώναζαν:Το βρήκαμε! Το βρήκαμε! Τους ρώτησε κι αυτούς η επιτροπή για τη λύση. Και οι χημικοί έδωσαν την εξής απάντηση:Θα βάλουμε την κονσέρβα μέσα σ" ένα κουβά με νερό. Θα προσθέσουμε μια χημική ένωση του σιδήρου και θα βάλουμε και ηλεκτρόδια από βανάδιο. Θα εφαρμόσουμε τάση 200 μVolt ανάμεσα στα ηλεκτρόδια με αποτέλεσμα να διαλυθεί το μέταλλο. Στο μεταξύ θα έχει εξατμιστεί και το νερό, οπότε μας μένει μόνο το περιεχόμενο της κονσέρβας καθαρό και έτοιμο για φάγωμα. Πάρα πολύ ωραία, είπαν οι κριτές, για να δούμε όμως και τους μαθηματικούς. Μπήκαν και οι μαθηματικοί στο αμφιθέατρο και άρχισαν να συζητούν το πρόβλημα. Έμειναν μέσα στον αμφιθέατρο τρεις και μισή ώρες και οι κριτές είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Ύστερα από τρεις και μισή ώρες συνεχόμενης σύσκεψης, βγήκαν επιτέλους οι μαθηματικοί καταϊδρωμένοι, κουρασμένοι, ξεθεωμένοι, φωνάζοντας: Επιτέλους το βρήκαμε! Επιτέλους! Και πριν προλάβει να τους ρωτήσει η επιτροπή, αυτοί άρχισαν να μιλάνε:Είχαμε τη λύση μπροστά μας και δεν τη βλέπαμε! Η λύση που βρήκαμε ήταν τόσο απλή στη χρήση αλλά και τόσο δύσκολη στη σύλληψη!, Λοιπόν; τους ρώτησαν οι κριτές, ποια είναι αυτή η λύση; Και οι μαθηματικοί είπαν:Έστω μια ανοιχτή κονσέρβα...