Ήταν ένας φαντάρος και πήρε ένα γράμμα που του έστειλε η γκόμενά του:
"Γιώργο,
Θέλω να σου πω ότι σε απάτησα και...
Θέλω να χωρίσουμε.
Σε παρακαλώ, στείλε πίσω τις φωτογραφίες μου...
Μαρία...
Ο καημένος ο Γιώργος ναι μεν στεναχωρήθηκε, αλλά ήθελε να εκδικηθεί, έτσι ζήτησε από όλους στον κοιτώνα του να του δώσουν φωτογραφίες από γιαγιάδες, αδερφές, θείες, μανάδες και οτιδήποτε θηλυκό.
Πήρε όλες τις φωτογραφίες, τις έβαλε σε έναν φάκελο και τις έστειλε στην Μαρία με την εξής σημείωση:
"Αγαπητή Μαρία,
Επειδή δε θυμάμαι ποια από όλες είσαι, πάρε τις φώτογραφίες σου και τις άλλες στείλτες μου πίσω...
Ευχαριστώ."
Ένας τύπος θα έπεφτε με αλεξίπτωτο για πρώτη φορά. Αφού λοιπόν άκουσε τον δάσκαλο για ώρες, ήταν έτοιμος να πέσει.
Όλο ανυπομονησία, μόλις παίρνει το OK από τον δάσκαλο, πηδά από το αεροπλάνο. Μετρά μέχρι το 10 όπως έμαθε, και τραβάει το κορδόνι για να ανοίξει το αλεξίπτωτο. Τίποτε! Το ξανατραβάει, πάλι τίποτε.
Αρχίζει να πανικοβάλεται μέχρι που θυμάται το εφεδρικό αλεξίπτωτο.
Τραβάει το κορδόνι για να ανοίξει, αλλά πάλι τίποτε!
Αρχίζει να τραβάει και τα δύο κορδόνια πανικόβλητος, αλλά τίποτε δεν γίνεται.
Ξαφνικά κοιτάζει κάτω, και δεν μπορεί να πιστέψει στα μάτια του. Ένας άλλος άνδρας είναι στον αέρα μαζί του, αλλά αυτός πηγαίνει προς τα πάνω. Καθώς διασταυρώνονται ρωτάει τον τύπο:
- Ρε φίλε, ξέρεις τίποτε από αλεξίπτωτα;
- Όχι. Μήπως ξέρεις εσύ τίποτε από σόμπες γκαζιού;
- Γιατρέ μου, έχω ένα σοβαρό πρόβλημα, λέει ο ασθενής στο γιατρό του.
- Δηλαδή; τον ρωτάει ο γιατρός.
- Να, γιατρέ μου, ό,τι και να φαω, το χέζω ατόφιο. Δηλαδή αν φάω πατάτες, χέζω πατάτες, αν φάω μακαρόνια, χέζω μακαρόνια, αν φάω κοτόπουλο με μπάμιες, χέζω κοτόπουλο με μπάμιες και πάει λέγοντας. Τι πρέπει να κάνω για να επανέλθω στο φυσιολογικό;
- Λοιπόν, φίλε μου, είναι πολύ απλό! Φάε σκατά!
Συναντιούνται 2 φίλοι από τα παλιά στον δρόμο. Αγκαλιές, φιλιά, χαρές. Λέει ο πρώτος:
- Ρε Μήτσο, θες να πάμε σπίτι να γνωρίσεις και την οικογένεια;
- Πάμε ρε!
Όταν έφτασαν, άνοιξαν την πόρτα και είδαν την γυναίκα του να πλένει τα πιάτα.
- Ήρθες, ρε ακαμάτη; Τί ώρα είναι αυτή; Έφερες ρε και το γομάρι τον φίλο σου; Εγώ μαγείρεψα μόνο για την οικογένειά μου, οπότε πάρτε τα κουβαδάκια σας και σε άλλη παραλία!
Μπαίνει ο γιος στο σαλόνι.
- Γεια σου, κωλόγερε!
Μπαίνει η πεθερά.
- Ήρθες, ρε μαλάκα; Γιατί δεν πας στο καλό, να αφήσεις το κοριτσάκι μου ήσυχο ρε;
- Ρε φίλε, δεν παμε στο δικό μου σπίτι; Εδώ τα πράγματα είναι λίγο άγρια...
- Να πάτε στον αγύριστο! φωνάζει η πεθερά.
Μόλις έφτασαν στο σπίτι του άλλου, είδαν την γυναίκα του να μαγειρεύει.
- Ήρθες, αντρούλη μου; Κολώνα του σπιτιού μου! Έφερες βλέπω και τον φίλο σου! Καλά έκανες, αγάπη μου!
- Γεια σου μπαμπακούλι, του λέει η κόρη του σε στάση προσοχής.
- Γαμπρούλη μου, καλώσόρισες! Το φαγητό είναι έτοιμο, ωραίο και ζεστό!
- Ρε φίλε, πώς τους καταφέρνεις όλους και σου φέρονται έτσι;
- Να, είναι απλό. Όλα άρχισαν από μια γατα. Μια μέρα την είδα να κοιμάται στο κρεβάτι μου. Της δείχνω κίτρινη κάρτα. Μια άλλη φορά μπλέχτηκε στα πόδια μου. Της δείχνω πάλι κίτρινη κάρτα. Ως τώρα είχε δύο κίτρινες. Μία άλλη φορά την είδα να τρώει από το πιάτο μου! Της δείχνω κίτρινη κάρτα, τραβάω το περίστροφο και την καθαρίζω. Όλοι αυτοί που βλέπεις εδώ μέσα έχουν ήδη από 2 κίτρινες κάρτες!