Ο πατέρας ετοιμαζόταν για πάρτυ μεταμφιεσμένων όταν του ήλθε η καταπληκτική ιδέα να ντυθεί πρωτόπλαστος. Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν ένα φύλο συκής και επειδή τα φύλα αυτά αφ ενός δεν πωλούνται στα καταστήματα, αφ εταίρου έχουν ανδρεία επιφάνεια και θα του το γρατζουνούσε, αποφάσισε να το αντικαταστήσει με ένα αμπελόφυλλο. Έστειλε λοιπόν το γιό του στο τοπικό παντοπωλείο με τις κατάλληλες οδηγίες για διαστάσεις κτλ.
- "Ο μπαμπάς μου θέλει ένα μεγάλο αμπελόφυλλο", είπε ο μικρός στον παντοπώλη.
- "Ένα μόνο;" ρώτησε απορημένος ο παντοπώλης και επειδή ο πελάτης έχει πάντα δίκιο ακόμα κι όταν έχει τη φαεινή ιδέα να ντυθεί Αδάμ, διάλεξε ένα μεγαλούτσικο και το έδωσε στον μικρό.
- "Τι είναι αυτό; Να το πας πίσω και να του πεις να σου δώσει ένα πιο μεγάλο", είπε προσβεβλημένος ο πατέρας βλέποντας τα οικογενειακά του κοσμήματα να περισσεύουν πίσω από το φύλο.
Ξαναπάει ο μικρός στο παντοπωλείο για να αλλάξει το αμπελόφυλλο.
Εκνευρισμένος ο παντοπώλης ψάχνει και βρίσκει το πιο μεγάλο και το δίνει στον πιτσιρικά.
- "Τι να το κάνω αυτό; Αυτό δεν φτάνει ούτε για να κρύψω τον αφαλό μου!" είπε θυμωμένος ο πατέρας.
Αντε πάλι πίσω ο μικρός.
- "Ξέρω, ξέρω", του είπε ο παντοπώλης. "Περίμενε εδώ κι έρχομαι". Φεύγει και πάει δίπλα στον χορτάρια. Ύστερα από λίγο γυρίζει με ένα αμπελόφυλλο σε μέγεθος εφημερίδας.
Ο μικρός επιστρέφει στον πατέρα του ο οποίος, αφού το πρόβαρε, αποφάσισε ότι τον στένευε και το έστειλε πίσω για αλλαγή.
- "... και μου είπε να σας πω να σταματήσετε τα αστεία και να του στείλετε ένα πραγματικά μεγάλο γιατί αυτά του πέφτουν μικρά", είπε ο πιτσιρικάς.
- "Ακουσε παιδί μου", του λέει ο παντοπώλης, "να πας να πεις στο μπαμπά σου ότι αν την έχει τόσο μεγάλη, αντί να ντυθεί Αδάμ, να τη βάλει στο στόμα του, να κρεμάσει και τα αρχίδια του στους ώμους και να κάνει το
Βατραχάνθρωπο..."
Ήταν δυο φίλοι, εκ των οποίων ο ένας άλλαζε τη μια γκόμενα μετά την άλλη, ενώ ο άλλος είχε τρελαθεί στη μαλακία. Οπότε μια μέρα εκεί που συζητούσαν, ρωτάει ο ένας τον άλλον:
- Καλά ρε Κώστα, πώς τα καταφέρνεις και έχεις τη μία γκόμενα μετά την άλλη; Ο άλλος τότε του απαντάει:
- Είναι πολύ απλό φίλε μου! Πάρε μια μηχανή μεγάλου κυβισμού και θα με θυμηθείς! Αλλά πρόσεξε μαζί με τη μηχανή να πάρεις και μια βαζελίνη, έτσι ώστε όταν βρέχει να την απλώνεις επάνω στη μηχανή, για να γλιστράει το νερό της βροχής. Με τα πολλά, πάει και αγοράζει μια μηχανή και γνωρίζει μετά από λίγο καιρό μια κοπέλα την οποία ερωτεύεται και έρχεται η μέρα που πρέπει να πάει να τη ζητήσει. Εν τω μεταξύ, στο σπίτι της νύφης, έχουν ετοιμασίες. Έτσι λοιπόν, η μάνα έκανε δουλειές, αλλά δεν προλάβαινε να πλύνει τα πιάτα. Φωνάζει την κόρη της να πάει να τα πλύνει εκείνη, αλλά αυτή:
- ?σε με ρε μάνα που θα πλύνω τώρα τα πιάτα, κάνω μανικιούρ. Στο κάτω-κάτω είμαι η νύφη. Φωνάζει τη δεύτερη κόρη, αλλά και αυτή απαντάει κατά τον ίδιο τρόπο. Τέλος φωνάζει και τον άντρα της, αλλά εκείνος:
- Ρε αϊ σιχτίρ, που θα πλύνω εγώ τα πιάτα. 3 γυναίκες είστε! Τα παίρνει η μάνα στο κρανίο και βγαίνοντας από την κουζίνα λέει:
- Όποιος μιλήσει από εδώ και στο εξής, θα πλύνει τα πιάτα. Όλοι λοιπόν, μούγκα. Μετά από λίγο, χτυπάει το κουδούνι ο γαμπρός. Τρέχει ανοίγει η κόρη και τον περνάει στο σαλόνι. Συστήνεται ο γαμπρός, αλλά κανείς τους δεν μιλάει. Οπότε αγκαλιάζει ο γαμπρός τη νύφη και λέει:
- Εγώ για την κόρη σας έχω καλό σκοπό και την αγαπώ. Κανείς δεν μιλούσε! Αρχίζει λοιπόν να την χουφτώνει να της βάζει δάχτυλα και τέλος την γαμάει μπροστά στους δικούς της, χωρίς αυτοί να μιλούν. - Α ρε που ήρθα, πασάς είμαι εδώ! Γαμάω και κανείς δεν λέει τίποτα. Πάει μετά στην άλλη αδερφή και αρχίζει να τη γαμάει κι αυτήν, χωρίς πάλι να μιλάει κανείς. Μετά πάει στη μάνα και τη γαμάει κι αυτή. Πάει τέλος δίπλα στον πατέρα, αλλά εκείνη τη στιγμή αρχίζει να βρέχει καταρρακτωδώς. Ξαφνικά πετιέται επάνω και λέει:
- Αμάν, τη βαζελίνη ξέχασα! Και τότε αγανακτισμένος ο πατέρας σηκώνεται και λέει:
- Ε, όχι ρε πούστη! Αν είναι να κάτσω να με γαμήσεις, θα πλύνω εγώ τα πιάτα!
Μια οικογένεια Αγγλων περνούσε τις διακοπές της στην Γερμανία και κατά την διάρκεια ενός περιπάτου, παρατήρησαν ένα χαριτωμένο σπιτάκι το οποίο τους φάνηκε κατάλληλο για τις επόμενες διακοπές τους.
Ζήτησαν λοιπόν τον ιδιοκτήτη του και έμαθαν ότι είναι ένας διαμαρτυρόμενος πάστορας.
Τον συνάντησαν, τον είδαν και συμφώνησαν να το χρησιμοποιήσουν τον επόμενο χρόνο.
Γυρίζοντας όμως στην Αγγλία, η κυρία θυμήθηκε ότι δεν είχε δει το W. C.
Έγραψε λοιπόν την εξής επιστολή στον πάστορα:
- «Αιδεσιμότατε πάτερ, είμαι η κυρία που πριν μερικές ημέρες κλείσαμε ένα συμβόλαιο για το σπιτάκι της εξοχής, αλλά δεν πρόσεξα το W. C. Θα ήθελα λοιπόν να με πληροφορήσετε καταλλήλως σχετικά με αυτό.»
Όταν ο πάστορας πήρε το γράμμα δεν κατάλαβε την σύντμηση και έχοντας στο μυαλό του ένα μικρό αλλά γνωστό εκκλησάκι των Αγγλικανών που ονομάζεται Wabel Chapel (W. C.) με το οποίο αντιμετώπιζε προβλήματα συντήρησης, νόμιζε ότι η κυρία ζήτησε πληροφορίες γι αυτό και της απάντησε:
- «Αγαπητή κυρία,
Εξετίμησα το ενδιαφέρον σας και σας πληροφορώ ότι ο τόπος που σας ενδιαφέρει βρίσκεται σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από το σπίτι, γεγονός που δυσκολεύει λίγο αυτούς που συνηθίζουν να πηγαίνουν συχνά.
Όποιος δε, έχει την συνήθεια να παραμένει επί μακρών στις διάφορες τελετές, καλό είναι να φροντίζει να έχει μαζί του και φαγητό ώστε να μπορεί να παραμένει ολόκληρη την ημέρα.
Στην τοποθεσία μπορείτε να φθάσετε με ποδήλατο ή με τα πόδια, μια και το τοπίο είναι υπέροχο.
Αν πάλι κάποιος βιάζεται πολύ, μπορεί να πάρει και αυτοκίνητο.
Πρέπει να επισημάνω ότι θα ήταν καλύτερα να φθάνετε εγκαίρως, ώστε να μη διαταράσσεται η ησυχία των άλλων οι οποίοι είναι ήδη μέσα.
Η αίθουσα διαθέτει θέσεις για 40 καθιστούς και 100 όρθιους.
Υπάρχει επίσης κλιματισμός ώστε να αποφεύγονται οι δυσάρεστες μυρωδιές.
Συνιστάται να φθάνετε εγκαίρως (νωρίς το πρωί) ώστε να βρίσκετε θέση για να καθίσετε.
Τα παιδιά όταν είναι πολύ μικρά επιτηρούνται από τον επιστάτη κατά την διάρκεια της τελετής μέσα στα καροτσάκια ή τα καλαθάκια τους ενώ τα μεγαλύτερα κάθονται μαζί με τους γονείς τους και τραγουδούν όλοι μαζί.
Στην είσοδο, θα παραλαμβάνετε ένα χαρτί αλλά σε περίπτωση που δεν φθάσει, τα χαρτιά χρησιμοποιούνται ανά δύο άτομα.
Τα φύλλα επιστρέφονται κατά την έξοδο, αν είναι δυνατόν σε καλή κατάσταση ώστε να χρησιμοποιηθούν και πάλι.
Υπάρχουν μεγάφωνα για την ενίσχυση των ηχείων, έτσι ώστε τα συμβαίνοντα στην αίθουσα να ακούγονται και στο προαύλιο.
Τέλος αυτά που συλλέγονται μετά από την τελετή, μοιράζονται στους φτωχούς της περιοχής.
Αρκετές φορές έρχονται και φωτογράφοι, οι οποίοι αποθανατίζουν τις διάφορες φάσεις ώστε να έχετε αναμνήσεις από μια πράξη σας τόσο ανθρώπινη.
Εις το επανειδείν με τον αξιότιμο σύζυγό σας.
Ο πάστωρ.
Σε ένα ζωολογικό κήπο ήταν ένας πολύ θερμός ουραγκοτάγκος με αυξημένη libido.
Είχε δημιουργήσει πρόβλημα μέσα στο κλουβί του γιατί δεν είχε αφήσει απήδηχτο ούτε ουραγκοτάγκο, ούτε χιμπατζή, ούτε μαϊμού.
Προβληματισμένοι οι φύλακες προσπαθούν να βρουν μια λύση για να μην αρρωστήσουν τα ζώα από τη συνεχή εξάντληση, οπότε λέει ένας φύλακας:
- "Το βρήκα, θα τον πάμε στο κλουβί με τα λιοντάρια. Αποκλείεται να προσπαθήσει να πηδήξει τα λιοντάρια".
Πράγματι τον μεταφέρουν στο κλουβί με τα λιοντάρια, αλλά μάταια. Ο Ουραγκοτάγκος δεν χρειάστηκε παρά δέκα λεπτάκια για να κανονίσει όλα τα λιοντάρια τα οποία ξαπλώθηκαν φαρδιά-πλατιά από την ταλαιπωρία.
Απογοητευμένοι οι φύλακες του κήπου, σκέφτηκαν να προσπαθήσουν κάτι άλλο. Θα τον πάμε στις καμηλοπαρδάλεις. Κοντός ο Ουραγκοτάγκος, θεόψηλες αυτές, αποκλείεται να μπορέσει να τις κανονίσει.
Με το που τον βάζουν όμως στο κλουβί με τις καμηλοπαρδάλεις, μια και δυο σκαρφαλώνει ο ουραγκοτάγκος πάνω τους και αρχίζει να τις πηδάει μία-μία. Τα ίδια και με τους ελέφαντες, τα ίδια και με τις στρουθοκαμήλους. Οπότε δεν έμενα παρά μία λύση: να τον βάλουν στο κλουβί με τις ζέβρες.
Από τη στιγμή που το έβαλαν στο κλουβί με τις ζέβρες ο ουραγκοτάγκος καθόταν σε μία γωνία ανήσυχος, κοιτούσε προς τις ζέβρες και όλο κάτι μουρμούριζε. Οι φύλακες ενθουσιασμένοι που το κόλπο πέτυχε, προσπαθούσαν να καταλάβουν τι είχε συμβεί. Οπότε πετάγεται ο ένας και λέει:
- "Θα πάω να ακούσω τι μουρμουρίζει εκεί που κάθεται". Πλησιάζει λοιπόν τον ουραγκοτάγκο και τον ακούει να λέει:
- "Πούστη γάιδαρε, που θα μου πας, δεν θα βγάλεις την πιτζάμα;"
Μπαίνει ένας τύπος σε ένα μπαρ και έχει στον ώμο του έναν γύπα!
Λέει στον μπάρμαν:
- Μια βότκα δικιά μου, μια τεκίλα για το γύπα, ένα δικό σου και κέρασε όλο το μαγαζί!
Σε 10 λεπτά του την έχουν πέσει οι τρεις καλύτερες γκόμενες !
Αφήνει 200 ευρώ φιλοδώρημα, παίρνει τις γκόμενες και φεύγει...
Το άλλο βράδυ πάλι το ίδιο σκηνικό. Ο τύπος με το γύπα στον ώμο κερνάει όλο το μαγαζί, του την πέφτουν οι καλύτερες γκόμενες, τις παίρνει και φεύγοντας αφήνει και 100 ευρώ πουρμπουάρ...
Μετά από μια βδομάδα κι αφού γινόταν κάθε βράδυ το ίδιο σκηνικό, ο μπάρμαν τον ρωτάει:
- Συγγνώμη κύριε μου, αλλά με έχει φάει η περιέργεια. Κάθε βράδυ έρχεστε, σκορπάτε τόσα χρήματα, σας την πέφτουν οι καλύτερες γκόμενες και έχετε και αυτόν τον γύπα στον ώμο...
- Κοίταξε Τάκη, του λέει ο τύπος. Πριν από λίγο καιρό εκεί που περπατούσα βρήκα στο δρόμο ένα λυχνάρι. Μόλις το έτριψα βγήκε ένα τζίνι και μου είπε ότι θα μου πραγματοποιήσει τρεις επιθυμίες. To πρώτο που του ζήτησα ήταν να μην αδειάζουν ποτέ οι τσέπες μου από λεφτά...
Το δεύτερο ήταν να μου την πέφτουν πάντα οι ωραιότερες γυναίκες...
- Και το τρίτο ; τον ρωτάει ο μπάρμαν.
- Το τρίτο που του ζήτησα ήταν να μου δώσει ένα μεγάλο πουλί...
Και μου δωσε αυτον τον μαλακα!