Σκηνικό: Ένα εξωτερικό ιατρείο. Στο δωμάτιο αναμονής, που φαίνεται από την ανοιχτή πόρτα, υπάρχει το κλασσικό τραπεζάκι με περιοδικά του περασμένου χρόνου και μια σειρά από νέα ζευγάρια που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους. Η Πόρτα του γιατρού έχει πάνω της μια πινακίδα που διαβάζει:
"Dr Νικόλαος ΜουνοΕξεταστής, Γυναικολόγος". Μαζί με το Γιατρό βρίσκεται ένα ζευγάρι. Η Γυναίκα είναι ξαπλωμένη στο κλασσικό τραπέζι των γυναικολόγων, η κοιλιά της γυμνή και ο Γιατρός της κάνει επάλειψη με κάποιο gel. Ο σύζυγος περπατάει ανήσυχα πάνω κάτω.
- Λοιπόν, είστε έτοιμη; Μια στιγμή να φορέσω τα ακουστικά. Φοράει τα ακουστικά, τα monitor στην αίθουσα παίρνουν ζωή, και ο Γιατρός αφουγκράζεται το μωρό. Μετά από δύο δευτερόλεπτα, πετάγεται όρθιος πανικόβλητος.
- Ωχ, ωχ, ωχωχωχ, αμάν, αμάν! Το ζευγάρι τρομάζει, πάει το παιδί, θα βγει ελαττωματικό, πάσχει από κάποια ανίατη ασθένεια, πάει καταστράφηκε η ζωή μας ...
- Τι συμβαίνει Γιατρέ; βρίσκει το θάρρος να ρωτήσει ο άντρας. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το παιδί;
Ο Γιατρός σκέφτεται λιγουλάκι, και μετά αμολάει τα νέα:
- Εντάξει, είναι αγοράκι και υγιέστατο μάλιστα. Αλλά ...
- Ναι; κάνουν και οι δύο σε συμφωνία και με αγωνία.
- Αλλά, να, (γιατί συμβαίνουν σε εμένα όλα αυτά), βρίζει.
- Βρίζει;
- Μα ναι. Ακούστε και μόνοι σας (τους δίνει τα ακουστικά):
- Αρχιδ****μένοι, τσανακογλείφτες, κατραμόκωλοι, βγάλτε αμέσως αυτές τις βελόνες που χώσατε εδώ, θα σας πάρει ο διάολος . . . .
Χρόνος: Τρεις μήνες μετά.
Σκηνικό: Η αίθουσα τοκετών, μάλλον μία από τις αίθουσες τοκετών κάποιου μαιευτηρίου. Το ίδιο ζευγάρι, η γυναίκα στην ίδια στάση, και ο Dr ΜουνοΕξεταστής με τουλάχιστον τρεις ακόμη μαιευτήρες να προσπαθούν να ξεγεννήσουν τη γυναίκα. Έχουν πιάσει τον μπόμπιρα από τα πόδια και τον τραβάνε. Η Γυναίκα ουρλιάζει από τους πόνους. Ο μικρός απλούστατα δεν θέλει να βγει.
- Ψωλ*****χτρες, αφήστε με κάτω. Είναι ωραία εδώ μέσα. Παρατήστε τα και πάτε σπίτια σας.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι το τσουτσούνι του.
- Καταραμένοι Πορνόγεροι, απαίσιοι Σάτυροι, αφήστε κάτω τα πόδια μου και σπρώξτε με ξανά μέσα. Μην τυχόν και βγω θα γίνεται ένα με τα περσινά χιόνια.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι λίγο πιο πάνω από τη μέση του.
- Κλαπαρχιδογκαστρομουνίθρες, παλιοΜουντρούχοι, Πνιξοκουνελιάρηδες, σταματήστε αμέσως σας λέω. Δεν θέλω να έρθω στον κόσμο σας. Παρατήστε τα και ράψτε μια για πάντα αυτή τη τρύπα.
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι το λαιμό (αλλά με πολύ ζόρι) - ΑΑρργκγκγ, καργιόληδες, θα σας φάω όλους. Τι διάολο συμβαίνει με εσάς; Δεν καταλαβαίνεται τίποτα; Οι γυναίκες σας δεν σας κάνουν πια τσιμ***κια και ξεσπάτε σε ανυπεράσπιστα μωρά; Δεν σας έμαθαν να μην μπλέκετε την προσωπική σας ζωή με τη δουλειά σας; Αφήστε αυτό το μωρό κάτω. Αλήτες, που ρουφάτε τον ιδρώτα από τα αρχ***α των αρρώστων ...
Οι γιατροί δεν εγκαταλείπουν. Καταφέρνουν και βγάζουν έξω το μικρό μέχρι περίπου τη μέση του μετώπου του. Ο μικρός τώρα έχει καταλάβει ότι έχει χάσει το παιχνίδι οπότε φωνάζει όσο δυνατά μπορεί:
- STOP, ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ. Τουλάχιστον φέρτε μου ένα καθρέφτη να δω αν μου πάει το Μο**ί-Καπέλο.
Κάποιος ήθελε να πουλήσει το παλιό του ποδήλατο κι έβαλε αγγελία στην εφημερίδα:
"Πωλείται παλιό ποδήλατο-αντίκα σε τιμή ευκαιρίας. Τηλεφωνήστε τώρα στο... "
Αφού πέρασαν 1-2 μέρες χωρίς να ενδιαφερθεί κανείς, τη τρίτη μέρα κατά τις 3 τα χαράματα χτυπάει το τηλέφωνο. Πετάγεται όρθιος ο τύπος απ το κρεβάτι του γεμάτος αγωνία στο άκουσμα του ντριιιιιιιιιιιν...
- Παρακαλώ - Παίρνω σχετικά με την αγγελία που βάλατε στην εφημερίδα ότι πωλείται ποδήλατο-αντίκα και θα ήθελα να σας πω ότι ΔΕΝ ενδιαφέρομαι!
Ο άνθρωπος δε πίστευε τ αυτιά του...
- Αμάν ρε φίλε και συ... Είναι ώρα τώρα μέσα στα άγρια μεσάνυκτα να με πάρεις τηλέφωνο για να μου πεις ότι δεν ενδιαφέρεσαι για το ποδήλατο;
Στ αρχ** μου!
Και κλείνει το τηλέφωνο (η γνώμη μου είναι ότι πολύ ευγενικά του απάντησε αλλά αυτό θα μου πείτε δε μας αφορά κι έχετε απόλυτο δίκαιο) ...
Πέρασαν άλλες 2-3 μέρες κι ένα βράδυ γύρω στις 3 τα ξημερώματα ντριιιιιιιιιιιιιιιιιιν και πάλι το τηλέφωνο. Έντρομος ο τύπος απ΄ το απότομο ξύπνημα σηκώνει και πάλι το ακουστικό:
- Παρακαλώ!
- Ξέρεις φίλε; Είμαι εγώ που τηλεφώνησα πριν λίγες μέρες να σου πω ότι δεν ενδιαφέρομαι για το ποδήλατο που θέλεις να πουλήσεις και παίρνω για να σου πω ότι το είπα και στον αδελφό μου αλλά ούτε κι αυτός ενδιαφέρεται...
Έξαλλος ο τύπος άρχισε να φωνάζει:
- Ασε με ήσυχο ρε μαλ** Πώς τολμάς να με παίρνεις μέσα στη νύκτα και να μου λες μαλ** Σα δε ντρέπεσαι γαϊδούρι.. Πρόσεξε αν ξαναπάρεις τηλέφωνο θα σου γαμ** τη μάνα!
Πέρασαν άλλες 2-3 μέρες, ξανά το τηλέφωνο στις 3 τα ξημερώματα... Ξανά έντρομος ο φίλος απαντά το τηλέφωνο:
- Παρακαλώ!
- Είμαι ο ίδιος που ΔΕΝ ενδιαφέρομαι για το ποδήλατο που πουλάς και που σε πήρα τηλέφωνο πριν 2-3 μέρες να σου πω ότι ούτε ο αδελφός μου ενδιαφέρεται, όμως είπα στη μάνα μου αυτό που μου πρότεινες τη τελευταία φορά και ξέρεις η μάνα μου ενδιαφέρεται!
Η δασκάλα ζητάει απο τα παιδιά να της φέρουν ανεπτυγμένο το θέμα " Θεωρία και Πράξη " την επόμενη μέρα . Ο Μπόμπος στο σπίτι ζητάει την βοήθεια του πατέρα του . Ο Πατέρας του λέει . - " Πηγαίνει στην Μαμά σου και στη Αδελφή σου και ρώτησε της , αν θα πήγαιναν να κοιμηθούν μαζί με εκείνο το παλιόγερο που μένει απέναντι για 1.000.000 η κάθε μία . " Ο Μπόμπος πάει στην Μάνα του και αφού επακολουθεί ένας καβγάς και νυνουχίες τελικά παίρνει την απάντηση ότι για 10.000.000 και για χάρη των σπουδών των παιδιών της θα το έκανε . Στην συνέχεια πάει στην 17χρονη αδελφή του και εκεί αφού γίνεται άλλος καβγάς , παίρνει την απάντηση ότι για 10.000.000 θα πήγαινε αφού έτσι θα μπορούσε να γίνει μοντέλο . Ο Μπόμπος επιστρέφει στο πατέρα του και του λέει τις απαντήσεις. Και τότε ο πατέρας του λέει :
" Πρόσεξε τώρα παιδί μου. Θεωρητικά έχουμε 20.000.000 , πρακτικά όμως 2 πουτ.. Νες .

Δυο τύποι μοιράζονται ένα διώροφο σπίτι. Ένα βράδυ λοιπόν, κατά τις 3 τα ξημερώματα, ο από πάνω αρχίζει να παίζει ντραμς. ΝΤΟΥΠ ΝΤΟΥΠ - ΝΤΑΠ, ΝΤΟΥΠ ΝΤΟΥΠ - ΝΤΑΠ... Ανεβαίνει ο από κάτω έντρομος, με τα σώβρακα. Ο από κάτω :
" Καλά ρε μαλάκα τρελάθηκες ; Ξέρεις τι ώρα είναι ;"
Ο από πάνω :
"Τελευταία πρόβα! Αύριο έχω συναυλία με το συγκρότημα. Σου υπόσχομαι ότι δε θ επαναληφθεί."
Ο από κάτω σκέφτεται, άντε, αφού δε θ επαναληφθεί, δε γαμιέται και φεύγει. Το επόμενο βράδυ, χαράματα, ο από πάνω αρχίζει και κοπανάει τα ντραμς, βαβούρα, ΓΚΑΠ - ΓΚΟΥΠ, της πουτάνας. Ξυπνάει ο από κάτω, ανεβαίνει πάνω και βάζει τις φωνές :
"Ρε μαλάκα δουλεύω αύριο το πρωί γαμώ το κέρατο μου! Τι κοπανάς; Ο από πάνω :
" Τελευταία πρόβα! Αύριο θα παίξουμε τελικά, σήμερα αναβλήθηκε η συναυλία." Ο άλλος φεύγει, αφού πρώτα αποσπά την υπόσχεση ότι αυτή η κατάσταση δε θ επαναληφθεί. Φυσικά το επόμενο βράδυ, γύρω στις 4, ο από πάνω αρχίζει να βαράει τα ντραμς, πανικός, κόλαση, ΝΤΟΥΠΑ ΝΤΟΥΠΑ ΝΤΟΥΠΑ ΝΤΟΥΠΑ, ανεβαίνει ο από κάτω με τη τσίμπλα στο μάτι. "
Τι θα γίνει ρε; Θα μας αφήσεις να κοιμηθούμε καμιά φορά ή να φωνάξω τους μπάτσους; Ο από πάνω :
" Τελευταία πρόβα! Αύριο θα ξαναπαίξουμε, γιατί μας γούσταρε το αφεντικό του club." Το επόμενο βράδυ (κλασσικά), ο από πάνω αρχίζει να τα χώνει στα ντραμς, ΝΤΑΠ ΝΤΑΠ - ΝΤΑΠ ΝΤΟΥΠΑ ΝΤΟΥΠΑ - ΝΤΑΠ, με τις ώρες. Από τον από κάτω ούτε φωνή, ούτε ακρόαση... Περνάνε δυο ώρες, ο από πάνω παίζει ακόμα, ο από κάτω νεκρική σιγή. "Ρε, μπας κι έπαθε τίποτα ;"
, σκέφτεται ο τύπος, και κατεβαίνει κάτω να δει αν ο άλλος είναι εντάξει. Κοιτάει στο υπνοδωμάτιο, το κρεβάτι άστρωτο, ο τύπος πουθενά. Κοιτάει στην κουζίνα, τίποτα. Κοιτάει στο σαλόνι, τίποτα. Βλέπει φως στο μπάνιο, πλησιάζει, ανοίγει την πόρτα και βλέπει τον από κάτω να τραβάει μαλακία. Ο από πάνω :
" Καλά, δε ντρέπεσαι στην ηλικία σου;"
Ο από κάτω :
" Τελευταία πρόβα! Αύριο θα σε γαμ***!"
Το αγόρι γυρίζει την κοπελιά του στο σπίτι πριν (ως συνήθως) τα μεσάνυχτα.
Όταν φτάνουν στην εξώπορτα, ακουμπάει το χέρι στον τοίχο και της λεει, -«γλυκιά μου κάνε μου μια πίπα» -«τι? είσαι τρελός?!» -«μη στενοχωρείσαι θα είμαι γρήγορος, κανένα πρόβλημα.» -«όχι! κάποιος θα μας δει, κάποιος συγγενής, ίσως ο γείτονας. . .» -«τέτοια ώρα, μεσάνυχτα ειναι κανένας δεν θα μας δει» -«είπα όχι!, και ξανά όχι!
- «γλυκιά μου, είναι μια γρήγορη πίπα, το ξέρω ότι και εσένα σου αρέσει» -«όχι!, είπα όχι!
- «αγάπη μου μην κάνεις έτσι. . .» Αυτή τη στιγμή η μικρότερη αδελφή είχε κατεβεί στην εξώπορτα με την νυχτικιά της, αναμαλλιασμένη και τρίβοντας τα μάτια της λεει, «ο μπαμπάς είπε, πρέπει να του κάνεις μια πίπα, η εγώ να του κάνω μια πίπα, η ο ίδιος θα κατεβεί κάτω να του κάνει μια πίπα, αλλά για το θεό, πες το αγόρι σου να πάρει το χέρι του από το θυροτηλέφωνο.»