Η Παρθένα είχε ένα σπυρί στο δάχτυλο, οπότε πήγε στον Γιωρίκα ο οποίος ήταν πρακτικός γιατρός.
- "Γιωρίκα Γιωρίκα!" φωνάζει η Παρθένα, "έχω μεγάλο πρόβλημα."
- "Τι είναι καλέ Παρθένα" λέει ο Γιωρίκας.
- "Να" λέει η Παρθένα "έβγαλα ένα σπυρί στο δάχτυλο και δεν ξέρω τι να κάνω."
Οπότε λέει ο Γιωρίκας που ήταν πονηρός:
- "Κοίταξε Παρθένα θα κάνεις το εξής θα πλύνεις καλά το δάχτυλο με ένα σαπούνι που θα σου δώσω και μετά θα βάλεις το δάχτυλο μέσα στον μ... Ί σου και αυτό θα περάσει."
Πάει λοιπόν η Παρθένα και κάνει ότι της είπε ο Γιωρίκας. Την άλλη μέρα εμφανίστηκε έξω από το σπίτι της Παρθένας ο Γιωρίκας περπατώντας σιγά σιγά σαν συγκαμένος. Εκείνη την στιγμή τον βλέπει η Παρθένα και τον ρωτά:
- "Γιωρίκα τι έπαθες;"
- "Θυμάσαι τι είχες εσύ στο δάχτυλο;"
- "Ναι" απαντάει η Παρθένα.
- "Ε! να αυτό που είχες εσύ στο δάχτυλο εγώ το έβγαλα στον π... Ο μου."
- "Αμάν!" φωνάζει η Παρθένα "τρέχα γρήγορα Γιωρίκα να κάνεις την θεραπεία και πες και στην Σουμέλα να σε βοηθήσει."
- "Σε Παρθένα" λέει ο Γιωρίκας "η Σουμέλα έφυγε ταξίδι και σκεφτόμουν μήπως μπορείς να με βοηθήσεις εσύ."
Οπότε σκέφτεται η Παρθένα και του απαντά:
- "Τι να σου πω Γιωρίκα εφόσον πρόκειται για θεραπεία και επειδή είσαι καλό παιδί έλα μέσα."
Ο Γιωρίκας όμως δεν κρατιότανε και άρχισε να την γ... Ει μπροστά σε ένα ανοιχτό παράθυρο.
- "Γιωρίκα, Γιωρίκα" ξαναφωνάζει η Παρθένα "κλείσε γρήγορα το παράθυρο μην μας δει κανένας και νομίσει ότι γ... Στε κιόλας."

Την εποχή που ο Σημίτης ήταν πρωθυπουργός και επικρατούσε η ανεργία ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας ήταν άνεργοι. Έτσι αποφάσισαν να πάνε στη Γερμανία. Όμως υπήρχε ένα πρόβλημα.
Κωστίκας:
"Αφού δε ξέρουμε γερμανικά πως θα πάμε στη Γερμανία ρε Γιωρίκα;
Γιωρίκας:
"Εγώ τα μαθαίνω γρήγορα τα γερμανικά μη στεναχωριέσαι."
Έτσι πήγαν στη Γερμανία. Εκεί με τα χίλια ζόρια τελικά βρήκαν δουλειά. Πέρασε η μέρα και λογικό ήταν να πεινάσουν. Έτσι πήγαν σε ένα εστιατόριο. Όμως δεν ξέρανε γερμανικά.
Κωστίκας:
"Αφού δε ξέρουμε γερμανικά πως θα παραγγείλουμε;"
Γιωρίκας:
"Εγώ τα έμαθα τα γερμανικά μη φοβάσαι."
Έρχεται λοιπόν ο σερβιτόρος και λέει ο Γιωρίκας:
- "Θέλω ένα πατατόφ, ένα μπιφτεκόφ, ένα μπριζολόφ και ένα σουβλακόφ."
Τα γράφει λοιπόν ο σερβιτόρος. Περνάει λίγη ώρα και τα φέρνει… λέει λοιπόν ο Κωστίκας:
- "Μπράβο ρε Γιωρίκα όντως τα έμαθες τα γερμανικά."
Και τότε γυρνάει ο σερβιτόρος και λέει:
- "Αν δεν ήμουνα ελληνόφ θα τρώγατε σκατατόφ!"