Μια μεγάλη χιονοστιβάδα πέφτει σε ένα μοναστήρι στις ιταλικές Άλπεις και σκοτώνει μεμιάς 75 καπουτσίνους καλόγερους!
Καλόγεροι, γαρ, πάνε, φυσικά, στον Παράδεισο. Ο Αγιος Πέτρος, όμως, παίζει ταβλάκι με ένα χερουβείμ εκείνη την ώρα και δεν αδειάζει να τους υποδεχτεί προσωπικώς. Πάει, λοιπόν, ένας άγγελος και του λέει:
- Αγιε, μόλις έφτασαν εβδομήντα πέντε καπουτσίνοι.
Και αυτός:
- Ε, και τι με νοιάζει εμένα; Όποιος τους παρήγγειλε, να τους πληρώσει!
Ήταν μια φορά ένα αεροπλάνο, που πετούσε πάνω από τα Ιμαλάια, όταν ξαφνικά έπαθε βλάβη και έπεσε στην κορυφή του βουνού. Ένας από τους επιβάτες ξύπνησε σε ένα μοναστήρι και βλέπει από πάνω του ένα μάτσο μοναχούς. Ξεπροβάλλει ο αρχηγός τους, ο οποίος του λέει:
- Φίλε μου, θα σε ταΐσουμε, θα σε ποτίσουμε, θα σε περιποιηθούμε μέχρι να γίνεις καλά, αρκεί να μην βεβηλώσεις την παρθένα κόρη μου. Αλλιώς θα υποστείς τα τέσσερα κινέζικα βασανιστήρια..
- Εντάξει, λέει ο τύπος.
Την επόμενη μέρα λοιπόν, καθώς έκανε την βόλτα του στον κήπο του μοναστηριού, βλέπει μπροστά του την πανέμορφη, κούκλα κόρη του αρχηγού. Ε δεν άντεξε, και με διάφορες γαλιφιές κλπ. την κουτούπωσε!
Ξυπνάει λοιπόν την επόμενη μέρα αλυσοδεμένος στην στέγη του μοναστηριού, δίπλα από έναν τεράστιο γκρεμό. Διαβάζει μια ταμπέλα που λέει:
"1ο ΚΙΝΕΖΙΚΟ Βασανιστήριο: Τα χέρια σου είναι δεμένα με αλυσίδες".. Μόλις το αντιλαμβάνεται αυτό ο τύπος ξεσπάει σε γέλια, σκάφτοντας ότι αυτά για αυτόν είναι παιχνιδάκι.. Οπότε με μια κίνηση, ΤΣΟΥΠ! σπάει τις αλυσίδες..
Ύστερα, κοιτώντας πιο κάτω, βλέπει μια τεράστια κοτρόνα και μια ταμπέλα που λέει:
"2ο ΚΙΝΕΖΙΚΟ Βασανιστήριο: Μια πέτρα είναι πάνω στην κοιλιά σου". Ξεσπά ξανά σε γέλια, και με την ίδια ευκολία σηκώνει την πέτρα και την πετάει στον γκρεμό.
Κάτω όμως από την πέτρα βλέπει ένα άλλο ταμπελάκι που λέει:
"3ο ΚΙΝΕΖΙΚΟ Βασανιστήριο: Το αριστερό σου αρχ*** είναι δεμένο πάνω στην πέτρα"
. Φυσικά, για να ... σώσει την οικογένεια, πηδάει στον γκρεμό, όπου και βλέπει μια άλλη ταμπέλα που γράφει:
"4ο ΚΙΝΕΖΙΚΟ Βασανιστήριο: Το άλλο σου αρχ*** είναι δεμένο πάνω στην στέγη!"
Πάει ένας κεφαλλονίτης ναυτικός στον παπά να εξομολογηθεί.
- Δέσποτα μου, αμέτρητα είναι τα αμαρτήματά μου!
- Πόσα είναι, βλοημένε;
- Μάντεψε, παπά μου.
- Δέκα;
- Βάλε.
- Είκοσι;
- Βάλε.
- Τριάντα;
- Βάλε.
- Σαράντα;
- Λίγο παρακάτω.
- Τριαντα οκτώ;
- Φούντο, παπά μου, το βρήκες.
- Α, τέκνον μου, τα αμαρτήματά σου είναι πολλά. Θα πρέπει να πας σε ένα μοναστήρι για να συγχωρεθείς.
- Ποιό μοναστήρι, παπά μου; Εδώ, στον Αγιο Γεράσιμο;
- Όχι, πιο μακριά.
- Στο Αγιο Όρος;
- Όχι, πιο μακριά.
- Στη Κωνσταντινούπολη;
- Όχι, πιο μακριά.
- Στα Ιεροσόλυμα;
- Όχι, πιο μακριά.
- Στο Σινά;
- Πιο μακριά!
- Ε, που στο διάολο, παπά μου;
- Φούντο!
Μια φορά ένας συνάντησε έναν φίλο του που είχε να τον δει χρόνια ντυμένο καλόγερο.
- Μπα, έγινες καλόγερος;
- Ναι.
- Και πώς είναι η καλογηρική ζωή;
- Πολύ ωραία. Ξυπνάμε το πρωί, προσευχόμαστε, τελούμε τον όρθρο, παίρνουμε πρωινό κλπ κλπ. Το μοναστήρι μας είναι πολύ ωραίο, έχουμε πολλούς θησαυρούς, ιερά κειμήλια κλπ κλπ κι έχουμε κι ένα δωμάτιο μ ένα Μεγάλο Μυστικό.
- Τι μυστικό;
- Δεν μπορώ να στο πω, πρέπει να γίνεις καλόγερος για να το μάθεις.
Αποφασίζει, λοιπόν ο φίλος μας να γίνει καλόγερος για να γνωρίσει το μεγάλο μυστικό. Μπαίνει, λοιπόν στο μοναστήρι και ζητάει να δει το μεγάλο μυστικό. Βγαίνουν, λοιπόν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάνε ένα γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, περνάν ένα μακρύ μονοπάτι, φτάνουν σε ένα μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν μια μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν μια μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν κάτι σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν σ ένα δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, φτάνουν μπροστά σε μια πόρτα. Εκεί που είναι έτοιμοι να την ανοίξουν θυμούνται ότι δεν τον έχουν κάνει ακόμη καλόγερο οπότε δεν μπορεί ακόμη να γνωρίσει το Μεγάλο Μυστικό.
Ξεκινούν, λοιπόν να γυρίσουν πίσω. Ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, στρίβουν αριστερά, κατεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, παίρνουν το μακρύ μονοπάτι, στρίβουν αριστερά, περνάν το γεφυράκι, κατεβαίνουν τη κατηφόρα και μπαίνουν μέσα στο μοναστήρι. Αφού, λοιπόν το κάνουν καλόγερο πάνε να του δείξουν το Μεγάλο Μυστικό.
Βγαίνουν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάν το γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, πέραν το μακρύ μονοπάτι, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν την ανηφόρα, κατεβαίνουν την κατηφόρα, φτάνουν μπροστά στη πόρτα. Εκεί που πάνε να την ανοίξουν αντιλαμβάνονται ότι έχουν ξεχάσει το κλειδί.
Ξεκινούν, λοιπόν να γυρίσουν πίσω. Ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, στρίβουν αριστερά, κατεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, παίρνουν το μακρύ μονοπάτι, στρίβουν αριστερά, περνάν το γεφυράκι, κατεβαίνουν τη κατηφόρα και μπαίνουν μέσα στο μοναστήρι. Παίρνουν, λοιπόν το κλειδί και πάνε να του δείξουν το Μεγάλο Μυστικό.
Βγαίνουν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάν το γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, περνάν το μακρύ μονοπάτι, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν την ανηφόρα, κατεβαίνουν την κατηφόρα, φτάνουν μπροστά στη πόρτα. Την ανοίγουν και βλέπουν μπροστά τους μια δεύτερη πόρτα. Κάνουν να ψάξουν το κλειδί της δεύτερης πόρτας κι αντιλαμβάνονται ότι το έχουν ξεχάσει.
Ξεκινούν, λοιπόν να γυρίσουν πίσω. Ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, στρίβουν αριστερά, κατεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, παίρνουν το μακρύ μονοπάτι, στρίβουν αριστερά, περνάν το γεφυράκι, κατεβαίνουν τη κατηφόρα και μπαίνουν μέσα στο μοναστήρι. Παίρνουν, λοιπόν το κλειδί το κλειδί της δεύτερης πόρτας και πάνε να του δείξουν το Μεγάλο Μυστικό.
Βγαίνουν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάν το γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, περνάν το μακρύ μονοπάτι, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν την ανηφόρα, κατεβαίνουν την κατηφόρα, φτάνουν μπροστά στη πόρτα. Την ανοίγουν και βλέπουν μπροστά τους τη δεύτερη πόρτα. Την ανοίγουν κι αυτή και βρίσκουν μπροστά τους μια τρίτη πόρτα. Κάνουν να ψάξουν το κλειδί της τρίτης πόρτας, πουθενά το κλειδί.
Ξεκινούν, λοιπόν να γυρίσουν πίσω. Ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το ο δάσος, στρίβουν αριστερά, κατεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, περνούν το μακρύ μονοπάτι, στρίβουν αριστερά, περνάν το γεφυράκι, κατεβαίνουν τη κατηφόρα και μπαίνουν μέσα στο μοναστήρι. Παίρνουν, λοιπόν το κλειδί το κλειδί της τρίτης πόρτας και πάνε να του δείξουν το Μεγάλο Μυστικό.
Βγαίνουν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάν το γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, περνάν το μακρύ μονοπάτι, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν την ανηφόρα, κατεβαίνουν την κατηφόρα, φτάνουν μπροστά στη πόρτα. Την ανοίγουν και βλέπουν μπροστά τους τη δεύτερη πόρτα. Την ανοίγουν κι αυτή και βρίσκουν μπροστά τους την τρίτη πόρτα. Ενώ είναι έτοιμη να την ανοίξουν θυμούνται ότι λείπει ο ηγούμενος κι ότι μόνο παρουσία του ηγουμένου μπορεί κανείς να γνωρίσει το Μεγάλο Μυστικό.
Ξεκινούν, λοιπόν να γυρίσουν πίσω. Ανεβαίνουν μια ανηφόρα, κατεβαίνουν μια κατηφόρα, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, στρίβουν αριστερά, κατεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, περνούν το μακρύ μονοπάτι, στρίβουν αριστερά, περνάν το γεφυράκι, κατεβαίνουν τη κατηφόρα και μπαίνουν μέσα στο μοναστήρι. Φωνάζουν τον ηγούμενο και ξεκινάν όλοι μαζί για να του δείξουν το Μεγάλο Μυστικό.
Βγαίνουν έξω, ανεβαίνουν μια ανηφόρα, περνάν το γεφυράκι, στρίβουν δεξιά, περνάν το μακρύ μονοπάτι, φτάνουν στο μεγάλο δένδρο, ανεβαίνουν τη μεγάλη ανηφόρα, κατεβαίνουν τη μεγάλη κατηφόρα, στρίβουν αριστερά, ανεβαίνουν τις σκάλες, στρίβουν δεξιά, μπαίνουν στο δάσος, βγαίνουν απ το δάσος, ανεβαίνουν την ανηφόρα, κατεβαίνουν την κατηφόρα, φτάνουν μπροστά στη πόρτα. Την ανοίγουν και βλέπουν μπροστά τους τη δεύτερη πόρτα. Την ανοίγουν κι αυτή και βρίσκουν μπροστά τους την τρίτη πόρτα, την ανοίγουν και του αποκαλύπτουν το Μεγάλο Μυστικό.
Ποιο ήταν το Μεγάλο Μυστικό;
- Να γίνετε καλόγεροι για να το μάθετε.
Μια καλόγρια είχε πάει για δουλειές στην πόλη. Στον γυρισμό, επειδή δεν είχε λεφτά, έκανε ωτοστόπ.
Κάποια στιγμή, σταματάει μπροστά της μια Ferrari τελευταίο μοντέλο, που την οδηγούσε μια νεαρή όμορφη κοπέλα.
- Να σας πάω πουθενά;
- Ναι, να σαι καλά, κόρη μου. Πάνε με στο τάδε μοναστήρι, αν δεν σε βγάζει από τον δρόμο σου.
- Κανένα πρόβλημα, ανεβείτε.
Ανεβαίνει στο αμάξι η καλόγρια και ξεκινά το ταξίδι. Κάποια στιγμή, η καλόγρια ρωτάει:
- Δεν θέλω να γίνω αδιάκριτη, αλλά τα ρούχα σου είναι πολύ κομψά. Μοιάζουν και ακριβά. Πόσο τα αγόρασες;
- Να σου πω, δεν ξέρω. Μου τα έκανε δώρο ένας επιχειρηματίας, με τον όρο να του πάρω μια π**α.
- Α, μάλιστα ... και αυτό το χρυσό ρόλεξ; Ο ίδιος σου το χάρισε;
- Μπα όχι, αυτό μου το έκανε δώρο ένας νεόπλουτος , με τον όρο να του πάρω μια π**α.
- Α, μάλιστα... και... και αυτό το αμάξι; Πως το αγόρασες;
- Μου το χάρισε ένας σεΐχης, επειδή του πήρα μια π**α.
- Τι μου λες... πολύ καλά τα πας στην ζωή σoυ. Εδώ είναι η μονή μου. Σε ευχαριστώ πολύ, κόρη μου.
- Τίποτα.
Η καλόγρια πηγαίνει σκεφτική στο κελί της μετά από όσα έμαθε από την κοπέλα που συνάντησε στον δρόμο. Εκείνη την στιγμή ανοίγει διστακτικά την
Πόρτα του δωματίου της ο ηγούμενος της μονής.
- Πελάγια; Ήρθες;
Και του απαντάει αυτή:
- Να πας να γαμ**είς εσύ και το σάμαλί σου...