Η εθνική Ιταλίας και η εθνική Ποντίων έπαιζαν ένα φιλικό αγώνα water polo. Το πρώτο επτάλεπτο λήγει 10-0, υπέρ της Ιταλίας. Οι Πόντιοι πανηγυρίζουν. Το δεύτερο επτάλεπτο λήγει 30-0. Οι Πόντιοι εξακολουθούν να πανηγυρίζουν. Οι Ιταλοί κοιτούν έκπληκτοι.
Το τρίτο επτάλεπτο λήγει 800-0. Το γήπεδο σείεται από τους έξαλλους πανηγυρισμούς των παραληρούντων Ποντίων οπαδών. Τέλος το παιχνίδι λήγει 6000000-0 υπέρ των Ιταλών.
Οι κερκίδες έχουν πάρει φωτιά και οι Πόντιοι παίκτες ανοίγουν σαμπάνιες μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Ιταλών παικτών και παραγόντων. Ο πρόεδρος της Ποντιακής αποστολής, Κωστίκας Βλακίδης, μέσα σε μια έκσταση συναισθημάτων προσκαλεί τους Ιταλούς σε τρικούβερτο γλέντι στον Πανταζή. Ο Ιταλός πρόεδρος δέχεται, με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.
- "Μα καλά, αφού χάσατε 6000000-0, γιατί χαίρεστε;"
- "Γιατί αυτή τη φορά δεν πνίγηκε κανείς..."
Ένας μαύρος περπατά κάπου στη Ν. Αφρική και ξαφνικά βλέπει ένα πορτοφόλι. Το ανοίγει και βλέπει μέσα $200.000 και ένα διαβατήριο. Το διαβατήριο είχε όνομα Leonardo Di Caprio.
Ο μαυρούκος όμως δεν τον ήξερε και έτσι σκέφτεται:
"Ωραία! Επιτέλους θα την κάνω από αυτή την κωλοχώρα... Θα πάω στην Ευρώπη! Θα κάνω μια καλύτερη ζωή!"
Πάει λοιπόν στο αεροδρόμιο της Ν. Αφρικής και βγάζει εισιτήριο για Αθήνα.
Περνά τον έλεγχο επιβατών.
Ανετος. Δεν του είπε κανείς τίποτα. Ποιος τον ήξερε άλλωστε το Leonardo Di Caprio...
Φτάνει στην Αθήνα και πάει στον έλεγχο επιβατών. Εκεί λοιπόν είναι ελεγκτές ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας.
Ο Κωστίκας ανοίγει τις αποσκευές του επιβάτη και ο Γιωρίκας ελέγχει το διαβατήριό του. Κοιτάζει λοιπόν ο Γιωρίκας το όνομα: Leonardo Di Caprio.
Κοιτάζει τον επιβάτη: Μαύρος, κατάμαυρος!
Γυρνά λοιπόν και λέει στον Κωστίκα:
- Ρε Κωστίκα, να σε ρωτήσω κάτι;
- Τι θες ρε;
- Ρε συ; Ο Τιτανικός βυθίστηκε ή κάηκε;

Ο Πόντιος πάει στο σινεμά.
- Παίρνει το εισιτήριό του, πάει προς την αίθουσα, μπαίνει μέσα, αλλά ύστερα από ένα λεπτό βγαίνει και ξαναπάει στο ταμείο.
Κόβει κι άλλο ένα εισιτήριο και ξαναπάει να μπει μέσα.
- Έπειτα από ένα λεπτό, όμως, ξαναβγαίνει, ξαναπάει στο ταμείο και κόβει κι άλλο ένα!
Τον κοιτάζει περίεργα ο ταμίας, αλλά δεν λέει τίποτε.
- Ύστερα από λίγο όμως ξανάρχεται ο Πόντιος να κόψει κι άλλο εισιτήριο.
Ο ταμίας έχει τρελαθεί και δεν αντέχει πια:
- "Με συγχωρείτε, κύριε", του λέει. "Εγώ να σας δώσω κι άλλο εισιτήριο, αλλά για πείτε μου, δεν τα λυπάστε τα λεφτά σας;".
Και ο Πόντιος:
"Τα λυπάμαι, αλλά τι να κάνω;
- Αφού με το που μπαίνω μέσα, πετιέται μια που**να και μου το σκίζει"!
Ο Κωστίκας πάει αεροπορικώς στην Αθήνα. Μόλις βγαίνει απ το αεροδρόμιο, παίρνει ταξί.
- Οδός Σταδίου, λέει στον ταξιτζή.
Στη διαδρομή όμως αποκοιμιέται, ήταν και κουρασμένος, και ξυπνάει πάνω σε μια αερογέφυρα. Βλέπει χαμηλά τα αυτοκίνητα και τους ανθρώπους μικρούς και
Κλείνει τα μάτια.
- Πω, πω στην Αθήνα τα ταξί πετάν! μονολογεί.
Επιστρέφει στην Θεσσαλονίκη, πάει στο καφενείο και βρίσκει το Γιωρίκα.
- Γιωρίκα, Γιωρίκα, στην Αθήνα τα ταξί πετάν!
- Αντε ρε, φύγε από δω. Τι βλακείες λες.
- Ναι, σου λέω, πετάν, πας ένα στοίχημα; Αμα πετάν θα σε πηδήξω, αν όχι θα με πηδήξεις εσύ.
- Πάει το στοίχημα.
Ανεβαίνει ο Γιωρίκας στο αεροπλάνο, φτάνει στην Αθήνα, κατεβαίνει κι έξω απ το αεροδρόμιο σταματάει ένα ταξί και μπαίνει μέσα.
- Πού να σε πετάξω, μεγάλε; ρωτάει ο ταξιτζής.
- Ωχ, λέει ο Γιωρίκας, την πάτησα. Στην οδό Σταδίου πάω.
- Σε ποιο ύψος, μεγάλε;
- Να σου πω, θα με πηδήξουν που θα με πηδήξουν, πάμε χαμηλά γιατί ζαλίζομαι.
Δύο Πόντιοι αποφασίζουν να πάνε να κυνηγήσουν αρκούδες. Πρώτη τους φορά όμως και πριν αρχίζουν το κυνήγι, κάνουν πολεμικό συμβούλιο για το πως θα καταφέρουν να πιάσουν αρκούδες. Μετά από πολλές σκέψεις, ο ένας πετάει την ιδέα:
- Κοίτα να δεις τι θα κάνουμε. Θα σκάψουμε ένα μεγάλο λάκκο, θα τον σκεπάσουμε με φύλλα, ο ένας μας θα κάνει το δόλωμα και μόλις του ορμήξει η αρκούδα θα πηδήξει στην άκρη. Θα πέσει η αρκούδα μέσα στο λάκκο και μετά την πιάνουμε με την ησυχία μας. Πράγματι, σκάβουν ένα μεγάλο λάκκο, τον καμουφλάρουν και περιμένουν. Σε κάποια στιγμή σκάει μύτη η αρκούδα. Τρέχει ο ένας Πόντιος μπροστά στο λάκκο και αρχίζει να χοροπηδάει και να φωνάζει για να τον δει η αρκούδα. Μόλις τον παίρνει μυρωδιά, τρέχει κατά πάνω του, αλλά ο Πόντιος από την τρομάρα του παραπατάει και πέφτει στο λάκκο μαζί με την αρκούδα. Ο δεύτερος Πόντιος σκύβει να δει τι έγινε και βλέπει τον φίλο του να τρέχει γύρω-γύρω μέσα στο λάκκο και την αρκούδα να τον κυνηγάει.
- Κάνε λίγο κουράγιο, του φωνάζει, θα πάω να φέρω σχοινί να σε βγάλω!
Μετά από Κανά δεκάλεπτο επιστρέφει με το σχοινί και τι να δει:Η αρκούδα να τρέχει γύρω-γύρω μέσα στο λάκκο και ο Πόντιος να κάθεται σταυροπόδι και να καπνίζει.
- Τι έγινε ρε μα**κα: του λέει.
- Α, τίποτα, την περνάω δύο γύρους και περιμένω να με φτάσει!
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Κωστίκα ήταν ότι είχε γίνει ρεζίλι διότι συνεχώς έκλανε.
Όταν τον κάλεσαν στο σινεμά δέχτηκε ευχαρίστως γιατί το έργο ήταν πολεμικό και δε θα ακουγόταν! Έτσι λοιπόν βολεύτηκε στη θέση του όσο καλύτερα μπορούσε γιατί ακριβώς δίπλα του ήταν κάποιος που ροχάλιζε με μεγάλο θόρυβο. Πάνω στις πιστολιές λοιπόν ο Κωστίκας έκλανε με την ησυχία του χωρίς να τον καταλάβει κανείς. Ήρθε όμως η στιγμή που του ήρθε μια μεγάλη κλανιά αλλά δεν έπεσε ούτε μια σφαίρα. Ευτυχώς για αυτόν όμως πάνω που δε μπορούσε να κρατηθεί άλλο, οι εχθροί ετοιμάστηκαν να ανατινάξουν ένα τρένο. Όταν λοιπόν ανατινάχτηκε, ο εκκωφαντικός θόρυβος της έκρηξης κάλυψε τον επίσης εκκωφαντικό θόρυβο της κλανιάς του. Απο όλη αυτή φασαρία όμως ο διπλανός του Κωστίκα ξύπνησε και λέει:
- "Τι έγινε ρε παιδιά τι φασαρία είναι αυτή;"
- "Τίποτα απλώς ανατίναξαν ένα τρένο", τον καθησύχασε ο Κωστίκας.
- "Σκατά κουβαλούσε αυτό το τρένο και βρώμισε έτσι;"