- Μια μέρα 3 η ώρα το μεσημέρι μπαίνει ένας τύπος σε ένα εστιατόριο ,κάθεται στο τραπέζι και το γκαρσόν του πάει τα σερβίτσια και αρχίζει να του λέει του μενού.
Σήμερα κύριε έχουμε πολύ καλό κοτόπουλο και ψητό αρνάκι. Ο πελάτης παίρνει το κουτάλι το βάζει κοντά στη μύτη του και του λέει. Εμένα θα μου φέρεις στιφάδο. Το γκαρσόν φεύγει για την παραγγελία και λέει από μέσα του: Βρε τον πούστη που ήξερε ότι σήμερα ο λαγός είναι φρέσκος; Δεν πειράζει, θα τον φτιάξω αύριο αν έρθει.-Την επόμενη μέρα την ίδια πάντα ώρα 3, πάει ο πελάτης πάλι να φάει . Πάει το γκαρσόν τα σερβίτσια και αρχίζει να του λέει το μενού. Πάλι ο πελάτης βάζει το κουτάλι κοντά στη μύτη του και του λέει: Σήμερα θα μου φέρεις κοτόπουλο γιατί είναι φρέσκο. Το γκαρσόν τρελάθηκε και λέει από μέσα του, αύριο που θα έρθεις θα σε φτιάξω πιο καλά-Πραγματικά την άλλη μέρα 3 η ώρα πάλι ο ίδιος πελάτης πήγαινε στο εστιατόριο και μόλις τον βλέπει από μακριά το γκαρσόνι παίρνει το κουτάλι πριν του πάει τα σερβίτσια και λέει στην Μαρία που δούλευε στην κουζίνα :Άνοιξε τα πόδια σου Μαρία και βαλε το κουτάλι εκεί που ξέρεις. Η Μαρία βάζει το κουτάλι κανονικά και το δίνει στο γκαρσόνι και αυτός το πάει στο πελάτη.
- Δεν του λέει το μενού και περιμένει να του μιλήσει. Ο πελάτης παίρνει το κουτάλι το μυρίζει , το ξαναμυρίζει και γυρνά στο γκαρσόνι και τον ρωτά;Συγνώμη, η Μαρία από το Αιγάλεω εδώ δουλεύει;

Η γήινη αποστολή φτάνει στον Αρη. Γνωρίζεται με τους Αρειανούς και αρχίζει να ρωτάει διάφορα πράγματα. Σε κάποια στιγμή, ο αρχηγός της αποστολής ρωτάει τον Αρειανό πώς κάνουν παιδιά.
"Να", του λέει αυτός. Παίρνει, λοιπόν, την Αρειανή, ακουμπάνε τα δάχτυλά τους σε κάτι οπές ενός μηχανήματος, μετά φτύνουν μέσα και σε πέντε λεπτά, τσουπ, από την άλλη άκρη, βγαίνει ένα μικρό Αρειανάκι.
"Εσείς, πώς κάνετε παιδιά;", ρωτάει μετά ο Αρειανός. Ο αρχηγός, που έχει μια αστροναύτισσα μπουκιά και συχώριο στην αποστολή, την... πείθει (άλλο που δεν ήθελε κι αυτή) να τους... δείξουν. Γδύνονται, λοιπόν, και... βάζουν τα δυνατά τους. Κάνουν ότι κάνουν, τελειώνουν και ντύνονται. Ο Αρειανός περιμένει λίγη ώρα, κοιτάζοντας απορημένος. Μετά ρωτάει την
Αστροναύτισσα:
"Και τώρα; Το παιδί;".
"Ποιο παιδί;", ρωτάει η
Αστροναύτισσα. "Το παιδί, ρε παιδί μου. Πότε θα βγει το παιδί;".
"Α, αυτό εννοείς. Μα, το παιδί αργεί. Σε εννιά μήνες περίπου"
, του απαντά αυτή. Και ο Αρειανός:
"Σε εννιά μήνες; Καλά. Και τότε, γιατί... χτυπιόταν έτσι αυτός ο μαλάκας;"!
Είναι βράδυ...
Ένας τύπος είναι με το αυτοκίνητο του σε ερημικό μέρος και παρατηρεί ότι είναι έτοιμος να μείνει από βενζίνη...
- Πω πω ! τι κάνω τώρα...
Ξαφνικά βλέπει μία πινακίδα που λέει "ΠΑΝΩΧΩΡΙ - ΚΑΤΩΧΩΡΙ"
Ας τραβήξω σκέφτεται για Κατωχώρι που είναι και κατηφόρα... Παίρνει την κατηφόρα και πράγματι μετά από λίγο το αυτοκίνητο μένει από βενζίνα...
Ο δρόμος είναι σκοτεινός...
Στο βάθος του δρόμου το μόνο φωτεινό σημείο... Μία πινακίδα που έλεγε "ΒAR"
- Oυφ πάλι καλά, σκέφτεται. Κάποιος θα μου πει που να βρω βενζίνη...
Μπαίνει μέσα στο μαγαζί και παρατηρεί μία περίεργη εικόνα... Αρκετός κόσμος μέσα αλλά όλοι σιωπηλοί, νωχελικοί, μόνο ο barman, αργά αργά σκουπίζει ένα ποτήρι...
- Συγνώμη κύριε, λέει του barman. Έχω μείνει από βενζίνη και επειδή είμαι ξένος...
- Ξ Ε Ν Ο Σ είπες; Παιδιά ένας ξένος, φώναξε δυνατά...
- Ξ Ε Ν Ο Σ; αποκρίθηκαν όλοι, ΝΑ ΤΟΝ ΓΑΜΗΣΟΥΜΕ, ΝΑ ΤΟΝ ΓΑΜΗΣΟΥΜΕ!
- Παναγία μου!, σκέφτεται ο τύπος. Τι συμβαίνει εδώ;...
- Ξ Ε Ν Ο Σ, Ξ Ε Ν Ο Σ, ΝΑ ΤΟΝ ΓΑΜΗΣΟΥΜΕ! φωνάζανε όλοι και πετώντας καρέκλες, τραπέζια, πάνε όλοι καταπάνω του...
Ο τύπος αρχίζει να τρέχει και βγαίνει από το μαγαζί... Όλοι από πίσω να τον κυνηγάνε και να φωνάζουνε:
- Ξ ε ν ο σ, ξ ε ν ο σ, να τον γαμησουμε!
Ο τύπος έχει τρομοκρατηθεί...
Ξαφνικά ο δρόμος φωτίζεται όλος! Ανοίγουν πόρτες, παράθυρα, κόσμος βγαίνει μέσα από τα σπίτια, πηδάνε από τα παράθυρα και να φωνάζουνε όλοι:
- Ξ ε ν οσ, ξ ε ν οσ, να τον γαμησουμε!
Ο τύπος τα έχει κάνει πάνω του, τρέχει απεγνωσμένα, βλέπει μία πινακίδα που λέει "ΠΡΟΣ ΠΑΝΩΧΩΡΙ"
- Κάποιον άνθρωπο θα βρω εκεί να με βοηθήσει, σκέφτεται και τρέχει με όση δύναμη έχει...
Από πίσω του ο όχλος έχει γίνει τεράστιος και όλοι να ουρλιάζουν:
- Ξ ε ν οσ, ξ ε ν ο σ, να τον γαμησουμε!
Ξαφνικά φτάνει στα σύνορα του χωριού, "ΚΑΛΩΣΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟ ΠΑΝΩΧΩΡΙ", έλεγε η πινακίδα...
- Θεέ μου σώθηκα! σκέφτεται, αφού βλέπει κόσμο να στέκεται εκεί...
Γυρνάει πίσω του και βλέπει τον κόσμο που τον κυνήγαγε να έχει σταματήσει και να επιστρέφουν προς το χωριό τους... O τύπος πέφτει εξαντλημένος στην αγκαλία ενός γέρου...
- Δεν θα το πιστέψετε τι μου συνέβει.. πάει να πει ο τύπος και ο γέρος τον αγκαλιάζει στροργικά και του λέει:
- Γιατί να μην σε πιστέψω αγόρι μου... Είμαι 87 χρονών και εχουν δει πολλά τα μάτια μου αλλά ένα είναι σίγουρο... Όσα χρόνια θυμάμαι εδώ στο χωριό, πάντα οι Κατωχωρίτες τρέχουν και εμείς γαμάμε...