Ένα ζευγάρι αποφάσισε να κάνουν διακοπές ξεχωριστά, αλλού ο άνδρας και αλλού η γυναίκα. Ορκιστήκανε ότι θα ήταν πιστός ο ένας στον άλλον. Τελειώνουν οι διακοπές και γυρίζουν. Λέει ο άνδρας στην γυναίκα:
- "Αχ μωρό μου, τι να σου που, βρήκα εκεί που ήμουν μια κοπέλα, γλύκα, και με γούσταρε πολύ, με κάλεσε στο δωμάτιο της, για μια στιγμή έχασα τα μυαλά μου, ξεντυθήκαμε, ξάπλωσε αυτή, μόλις έπεσα πάνω της σε σκέφτηκα εσένα και σηκώθηκα, ντύθηκα και έφυγα. Εσύ πως τα πέρασες;"
- "Τι να σου πω," λέει η γυναίκα, "τα ίδια περίπου κι εγώ με την διαφορά ότι όταν σε σκέφτηκα εσένα και ήθελα να σηκωθώ, ήμουνα από κάτω και δεν μπορούσα να σηκωθώ."
Είναι ένας φοιτητής στο πανεπιστήμιο και ενώ θέλει να πάρει το πτυχίο, χρωστάει ένα μάθημα από το δεύτερο έτος και ο καθηγητής δεν τον περνάει με τίποτα όσες φορές κι αν το έχει δώσει. Απελπισμένος λοιπόν, πάει στον καθηγητή και του λέει:
- Θα σας πω ένα αίνιγμα, εάν δεν το βρείτε θα υπογράψετε να πάρω το πτυχίο μου, εάν το βρείτε δεν θα το πάρω ποτέ.
- Ακούω, λέει ο καθηγητής.
- Τι είναι παράλογο και νόμιμο, λογικό και παράνομο, παράλογο και παράνομο;
Σκέφτεται λίγο ο καθηγητής και του λέει να τον αφήσει λίγες ημέρες μήπως βρει την απάντηση.
Μερικές μέρες μετά συναντιούνται και λέει ο καθηγητής:
- Έχω φάει τον κόσμο αλλά δεν το βρήκα. Θα σου υπογράψω το πτυχίο και θα μου πεις.
Κι ενώ υπογράφει το πτυχίο, ο φοιτητής γελώντας του λέει:
- Όλος ο κόσμος το ξέρει, να..., αν πάτε και ρωτήσετε οποιονδήποτε στο πανεπιστήμιο θα σας το πει.
Ο καθηγητής αποσβολωμένος τρέχει προς το προαύλιο του πανεπιστημίου και συναντά τον καφετζή. Τότε τον ρωτάει:
- Τι είναι παράλογο και νόμιμο, λογικό και παράνομο, παράλογο και παράνομο;
Κι ο καφετζής γελώντας:
- Κύριε καθηγητά, απορώ με την ερώτησή σας αλλά θα σας απαντήσω: Παράλογο είναι να έχετε μια πανέμορφη γυναίκα, 20 χρόνια μικρότερή σας, αλλά είναι νόμιμο. Λογικό είναι να π**άει κάποιος άλλος την γυναίκα σας αλλά είναι παράνομο. Και παράλογο είναι να υπογράφετε το πτυχίο αυτού που -παράνομα-π**άει τη γυναίκα σας!
Κάποια μέρα, τρεις άντρες στεκόντουσαν στην ουρά μπροστά από το γραφείο του Αγ. Πέτρου. Ήταν μία ιδιαίτερα δύσκολη μέρα για τον Αγ. Πέτρο, μιας και τη συγκεκριμένη μέρα είχε πολύ δουλειά το "κατάστημα". Έτσι, στον πρώτο από τους τρεις ο οποίος φορούσε κουστούμι, ο Αγ. Πέτρος αναγκάστηκε να πει:
- Ξέρεις, ο παράδεισος κοντεύει να γεμίσει σήμερα, και μου ζητήθηκε να βάλω μέσα μόνο όσους είχαν φρικτό θάνατο. Για πες μου λοιπόν για το δικό σου.
Ο άντρας, παίρνει μία βαθειά ανάσα και αρχίζει να εξιστορεί...
- Για ένα χρονικό διάστημα, υποψιαζόμουν ότι η γυναίκα μου με απατούσε. Έτσι, μία μέρα αποφάσισα να γυρίσω νωρίτερα σπίτι για να την πιάσω στα πράσα. Μόλις έφτασα στο διαμέρισμά μου, στον 25ο όροφο, άρχισα να ψάχνω το σπίτι, μιας και ήμουν σίγουρος ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει. Παρόλα αυτά σε καμία από τις συνηθισμένες κρυψώνες δεν βρήκα τίποτα. Τελικά βγήκα στο μπαλκόνι και όπως ήταν αναμενόμενο, είδα έναν άντρα κρεμασμένο από το κάγκελο να αιωρείται 25 ορόφους πάνω από τη γη. Χωρίς να το καλοσκεφτώ, και μέσα σε μεγάλο θυμό, άρχισα να τον χτυπάω με μανία, αλλά ο μπάσταρδος δεν έπεφτε με τίποτα. Έτσι, επέστρεψα στο διαμέρισμα και πήρα ένα σφυρί, με το οποίο άρχισα να του χτυπάω τα δάχτυλα. Σε κάποια στιγμή δεν άντεξε τον πόνο και έπεσε. Παρόλα αυτά, στάθηκε τυχερός γιατί έπεσε στους θάμνους και απλά ζαλίστηκε. Χωρίς να μπορώ πλέον να συγκρατήσω το θυμό μου, έτρεξα στην κουζίνα και άρπαξα το ψυγείο. Και έτσι όπως ήταν ζαλισμένος, του το πέταξα από τον 25ο όροφο στο κεφάλι, σκοτώνοντας τον ακαριαία. Όλη αυτή η ένταση και ο θυμός με καταβάλλανε και εκείνη τη στιγμή έπαθα καρδιακή προσβολή και πέθανα εκεί στο μπαλκόνι.
- Χμ.. αρκετά άσχημη μέρα.. αρκετά φρικτός θάνατος, είπε ο Αγ. Πέτρος και τον άφησε να περάσει στον παράδεισο.
Έρχεται η σειρά του δεύτερου ο οποίος φοράει φόρμα γυμναστικής. Εν συντομία, ο Αγ. Πέτρος εξηγεί και σε αυτόν τις συνθήκες που επικρατούν και του ζητάει να του πει τη δικιά του ιστορία. Έτσι ο τύπος παίρνει και αυτός μια βαθειά ανάσα και αρχίζει...
- Ήταν μία πολύ παράξενη μέρα. Βλέπετε, έμενα στον 26ο όροφο μιας πολυκατοικίας και κάθε μέρα έβγαινα στο μπαλκόνι για γυμναστική. Εκείνη τη μέρα παραπάτησα και έπεσα από το μπαλκόνι. Για καλή μου τύχη, κατάφερα να πιαστώ από το κάγκελο του μπαλκονιού του απο κάτω ορόφου. Ήξερα ότι αν δεν ερχόταν κάποιος να με βοηθήσει, δεν θα άντεχα για πολύ. Σε κάποια στιγμή είδα έναν άντρα να τρέχει κατα πάνω μου και σκέφτηκα ότι ευτυχώς είχα σωθεί, μέχρι που ο άντρας άρχισε να με χτυπάει ανελέητα. Κρατήθηκα όσο καλύτερα μπορούσα, αλλά τότε μπήκε μέσα και γύρισε κρατώντας στα χέρια του ένα σφυρί με το οποίο άρχισε να μου χτυπάει τα δάχτυλα. Ο πόνος ήταν ανυπόφορος, έτσι άφησα τα χέρια μου. Για μιά φορά ακόμα στάθηκα τυχερός, και έπεσα στους θάμνους. Μόλις συνήλθα από την πτώση, πριν προλάβω να σκεφτώ τι ακριβώς είχε γίνει, ένα ψυγείο έπεσε από τον ουρανό πάνω μου και.. να μαι...
- Χμ, πολύ φρικτός ο θάνατός σου, του απαντάει ο Αγ. Πέτρος και χωρίς δεύτερη σκέψη τον βάζει μέσα στον παράδεισο.
Σε κάποια στιγμή έρχεται και ο τρίτος ο οποίος είναι εντελώς γυμνός. Ο Αγ. Πέτρος ζητάει και από αυτόν να του εξιστορήσει τον θάνατό του για τους προαναφερθείς λόγους. Και εκείνος του λέει...
- Δεν είμαι σίγουρος.. το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι όμως είναι ότι κρύφτηκα στο ψυγείο...
- Ο Γεράσιμος και η Αμαλία είναι ένα ζευγάρι ηλικιωμένο που παντρεύτηκε πριν απο σαράντα χρόνια.
Θέλησε λοιπόν να γιορτάσει την τεσσαρακοστή επέτειο του γάμου τους στο ίδιο ξενοδοχείο, στο ίδιο δωμάτιο, με τα ίδια ακριβώς έπιπλα που υπήρχαν και τότε, και να φάνε ακριβώς το ίδιο βασιλικό γεύμα που είχαν φαΐ πριν από σαράντα ολόκληρα χρόνια.
- Πραγματικά πλήρωσαν κάτι παραπάνω για τις απαιτήσεις τους αυτές και όλα ήταν όπως έπρεπε. Μπαίνουν λοιπόν στο δωμάτιο (η συγκίνηση ήταν μεγάλη), γδύνονται εντελώς, όπως και τότε, και κάθονται στο πολύ μεγάλο τραπέζι να φάνε ο ένας απέναντι από τον άλλον.
- Γεράσιμε, λέει η Αμαλία με τρεμάμενη φωνή, πες μου... Πες μου δεν είναι συγκινητικό, δεν είναι ανεπανάληπτο αυτό που ζούμε αυτή τη στιγμή; Σκέψου, πέρασαν σαράντα ολόκληρα χρόνια από εκείνη την πρώτη νύχτα του γάμου μας και βρισκόμαστε ακριβώς στο ίδιο δωμάτιο που ήμασταν και τότε με τα ίδια έπιπλα, το ίδιο κρεβάτι, γυμνοί και οι δύο όπως και τότε...
- Θεέ μου, πόσο μα πόσο όμορφα νιώθω... νιώθω ερωτευμένη όπως τότε, νιώθω τη ζεστασιά σου, την αγάπη σου... Ακόμα και τώρα, τόσα χρόνια μετά, νιώθω την κάψα μέσα μου... νιώθω τα στήθια μου να καίνε, Γεράσιμε, για σένα...
- Έλα, λέει ο Γεράσιμος, άσε τις μαλακίες και βγάλε το βυζί σου από τη σούπα.
Μετά από αρκετά χρόνια γάμου και σκληρής βιοπάλης το ζευγάρι εξακολουθούσε να μην τα βγάζει πέρα και να είναι καταχρεωμένο!
Χρωστούσανε τις δόσεις για το σπίτι, τα έπιπλα, το αυτοκίνητο και ο μισθός δεν έφτανε για να ζούνε άνετα...
Έτσι ο σύζυγος είπε μια μέρα στη γυναίκα του:
- Τα λίγα χρήματα που έχουμε στη τράπεζα αρκούνε για να βγάλω ένα εισιτήριο για την Αυστραλία. Θα πάω πρώτος εγώ εκεί, θα δουλέψω λίγους μήνες και θα εξοικονομήσω χρήματα για το δικό σου εισιτήριο. Όταν θα έρθεις κι εσύ στην Αυστραλία, θα εργαστούμε κι οι δυο για λίγα χρόνια μέχρι να πληρώσουμε τα χρέη μας και να επιστρέψουμε πίσω στη πατρίδα...
Πήγε λοιπόν ο σύζυγος στην Αυστραλία και σε έξι μήνες γράφει στη γυναίκα του:
"Χρυσή μου, η ζωή εδώ είναι πολύ ακριβή, η Αυστραλία δεν είναι πια η γη της επαγγελίας, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα! Τόσους μήνες που είμαι εδώ πουλάω σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα...) αλλά ακόμη δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου. Κάμε υπομονή ακόμη λίγο καιρό γλυκιά μου. Θα εργαστώ πιο σκληρά για να σε φέρω κοντά μου..."
Έκαμε υπομονή η γυναίκα και σε λίγους μήνες πήρε ένα καινούριο γράμμα από την Αυστραλία:
"Εδώ και έξι μήνες εκτός από σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα) πουλάω και ρακιά(κοινώς κυλοτάκια), αλλά και πάλι δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου... Κάνε ακόμη λίγη υπομονή..."
Έξι μήνες αργότερα έρχεται ένα τρίτο γράμμα από το σύζυγο:
"Τους τελευταίους μήνες εκτός από σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα) και βρακιά(κοινώς κυλοτάκια) πουλάω και κρεβάτια... Μα και πάλι δε τα βγάζω πέρα... Σε παρακαλώ περίμενε ακόμη λίγο..."
Σε τρεις μήνες ο σύζυγος παίρνει στην Αυστραλία ένα γράμμα από τη γυναίκα του:
"Αγάπη μου... Τους τελευταίους μήνες εγώ με ένα κρεβάτι, χωρίς βρακί(κοινώς κυλοτάκι) και χωρίς σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμο) ξεχρέωσα το σπίτι, τα έπιπλα και το αυτοκίνητο... Έβγαλα και εισιτήριο κι έρχομαι κοντά σου σε μια βδομάδα..."