Ήταν μια φορά ο Χριστός και περπατούσε στην έρημο για σαράντα μέρες. Στον δρόμο του συναντά ένα ηλικιωμένο και του λέει:
- Γεια σας. Μα τι κάνετε γέρος άνθρωπος μέσα στην έρημο;
- Έχασα τον γιο μου και τον ψάχνω.
- Κι εγώ τον πατέρα μου.
- Ναι, αλλά ο γιος μου είναι μοναχογιός.
- Και εγώ είμαι μοναχογιός.
- Ναι, αλλά ο γιος μου είναι ξεχωριστός.
- Κι εγώ είμαι ξεχωριστός.
- Ναι, αλλά ο γιος μου δεν γεννήθηκε φυσιολογικά.
- Ούτε εγώ γεννήθηκα φυσιολογικά. Πατέρα!
- Πινόκιο!

Μια οικογένεια μόλις είχε αποκτήσει έναν παπαγάλο, ο οποίος μάθαινε να μιλάει.
Μια μέρα γυρίζει η γυναίκα στο σπίτι και βλέπει τον άντρα της να διαβάζει.
- Τι διαβάζεις εκεί; Τσοντούλες-τσοντούλες; του λέει χαριτολογώντας. το ακούει ο παπαγάλος, το αποστηθίζει.
Την άλλη μέρα βγαίνει η γυναίκα στο δρόμο κι ο γείτονας που πότιζε τη βρέχει κατά λάθος. εκείνη εξαγριωμένη του λέει:
- Τι μας βρέχεις ρε μαλακά;" το ακούει κι αυτό ο παπαγάλος το αποστηθίζει.
Μετά από δυο μέρες πάει η γυναίκα σε μια κηδεία και παίρνει και τον παπαγάλο μαζί. Βλέποντας το νεκρό ξαπλωμένο στο φέρετρο η γυναίκα λέει:
- Να του βάλεις ένα ευρώ στον κώλο να δεις για πότε θα σηκωθεί. Το ακούει ο παπαγάλος, το μαθαίνει κι αυτό.
Μετά από μια βδομάδα η γυναίκα αποφασίζει να πάει στην εκκλησία, που είχε αγιασμό και πήρε μαζί της και τον παπαγάλο, βγαίνει ο παπάς, ανοίγει το Ευαγγέλιο πετάγεται ο παπαγάλος:
- Τι διαβάζεις εκεί; τσοντούλες-τσοντούλες; ακούει ο παπάς αλλά προσπαθεί να μη δώσει σημασία, βγάζει το βασιλικό κι αρχίζει να ραντίζει αγιασμό, ο παπαγάλος:
- Τι μας βρέχεις ρε μαλακά; το ακούει ο παπάς πέφτει κάτω ξερός! κι ο παπαγάλος:
- Να του βάλεις ένα ευρώ στον κώλο να δεις για πότε θα σηκωθεί!

Βρισκόμαστε στη Γαλλία κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Μέσα στο κουπέ ενός τρένου κάθονται ένας Γερμανός αξιωματικός και τρεις Γάλλοι. Ένας νεαρός χωρικός, μια ηλικιωμένη και μια νέα ωραία γυναίκα.
Ξαφνικά και ενώ το τρένο περνά από μια σκοτεινή σήραγγα, μέσα στο σκοτάδι ακούγεται ο ήχος ενός φιλιού και ενός χαστουκιού.
Αμηχανία, κανείς δε μιλά, ο Γερμανός κρατά το κοκκινισμένο μάγουλο του και όλοι σκέφτονται:
Ηλικιωμένη: Τον κερατά τον Γερμαναρά, πήγε να φιλήσει την κοπέλα και αυτή τον χαστούκισε!
Κοπέλα: Το βλάκα τον Γερμανό πήγε να φιλήσει εμένα και φίλησε την γριά!
Γερμανός: Πολύ έξυπνος αυτός ο Γάλλος! Φίλησε την κοπέλα , εγώ έφαγα το χαστούκι!
Γάλλος: Ουφ! Ευτυχώς! Κανένας δεν κατάλαβε ότι εγώ φίλησα το χέρι μου και έριξα χαστούκι στο Γερμαναρά!