Ένας ιερέας πεθαίνει και βρίσκεται στην είσοδο του Παραδείσου. Μπροστά του βρίσκεται ένας τύπος με μαύρο γυαλί , τζιν παντελόνι, φανταχτερό πουκάμισο και μυστήριο ύφος...
Έρχεται ο άγιος Πέτρος και ρωτάει τον πρώτο:
"Ποιος είσαι, τέκνο μου εσύ;"
"Ο Μητσάρας να ουμ. 40 χρόνια ταξί, πρώτος στην πιάτσα Βαρδάρη-Λαχαναγορά, βασικά"
"Έλα, τέκνο μου", λέει ο άγιος Πέτρος. "Πάρε αυτή τη μεταξωτή ρόμπα με τα χρυσά κοσμήματα και έλα στο βασίλειο των Ουρανών..."
Ο Μήτσος περνάει λοιπόν στον Παράδεισο και έρχεται η σειρά του ιερέα.
"Είμαι ο πατήρ Ιωσήφ Αγγελίδης, 40 χρόνια στην ενορία της Ιεράς Μητροπόλεως άνω Παναγιάς".
"Πάρε, τέκνων μου", λέει ο άγιος Πέτρος, "αυτή τη βαμβακερή ρόμπα και προχώρησε κι εσύ στο Βασίλειο των Ουρανών".
"Μα γιατί", απορεί ο ιερωμένος. "Γιατί μετάξια και χρυσάφια στον ταξιτζή και σε μένα ένα απλό βαμβακερό;"
"Κοίταξε τέκνων μου", του λέει ο άγιος Πέτρος. "Σε μας εδώ μετράει το αποτέλεσμα. Όταν εσύ κήρυττες, το ποίμνιο κοιμόταν. Όταν οδηγούσε ο Μήτσος όμως, οι επιβάτες έκαναν την προσευχή τους."
Ο καθηγητής της χημείας, θέλοντας να δείξει στους εφήβους τις ολέθριες συνέπειες του αλκοόλ φέρνει στην τάξη δύο ποτήρια, ένα με νερό και ένα με ουίσκι και δύο σκουλήκια.
Ρίχνει το πρώτο σκουλήκι στο νερό, το οποίο και κολυμπάει πανευτηχές, κάνει κωλοτούμπες, με δυο λόγια είναι η προσωποποίηση της αγαλλίασης. Μετά ρίχνει το δεύτερο στο ποτήρι με το ουίσκι, και αυτό αρχίζει να συσπάται υποφέροντας φρικτά, και πέφτει γρήγορα στον πάτο νεκρό.
- Τι μας δείχνει αυτό το πείραμα; ρωτά τους μαθητές του.
Απαντά ο Τοτός από το τελευταίο θρανίο:
- Πως πρέπει να πίνουμε ουίσκι για να μην πιάσουμε σκουλήκια!

Έρχεται ο Αϊνστάιν στην Ελλάδα και τον καλούνε σε μια δεξίωση. Καθώς πίνει το απεριτίφ του τον πλησιάζει ένας και του λέει:
- Καλησπέρα σας, κύριε Αϊνστάιν, τιμή μας να σας έχουμε απόψε μαζί μας.
- Τιμή δική μου, απαντάει ο μεγάλος επιστήμων, αν επιτρέπετε τι IQ έχετε;
- 250, απαντάει αυτός.
Τότε ο Αϊνστάιν του πιάνει συζήτηση για τη θεωρία της σχετικότητος, τις μαύρες τρύπες και δε συμμαζεύεται.
Λίγο αργότερα κι ενώ έτρωγαν το ορεκτικό τους, ένας κύριος που καθόταν αριστερά του τού λέει:
- Μεγάλη τιμή μας κάνετε, κύριε Αϊνστάιν, να βρίσκεστε εδώ μαζί μας.
- Δική μου η τιμή, ευγενικέ κύριε, απαντάει ο Αϊνστάιν. Τι IQ έχετε, ευγενικέ κύριε;
- 150.
Του πιάνει λοιπόν κουβέντα ο Αϊνστάιν για το διεθνές δίκαιο, για τα προβλήματα που ανακύπτουν από τα πειράματα γενετικής, κοκ.
Λίγο αργότερα κι ενώ έτρωγε το κυρίως πιάτο του, αυτός που καθόταν δεξιά του, του λέει:
- Είναι μεγάλη μου τιμή να τρώω δίπλα σε έναν τόσο μεγάλο επιστήμονα.
- Δική μου η τιμή, απαντάει ο Αϊνστάιν, τι IQ έχετε, αν επιτρέπετε;
- 100.
Του πιάνει λοιπόν κουβέντα για την κυβέρνηση, για τα επιτόκια, το χρηματιστήριο, την τιμή της βενζίνης, κοκ.
Λίγο αργότερα κι ενώ έτρωγαν επιδόρπιο, γυρνάει ο κύριος που καθόταν απέναντι του και του λέει:
- Είναι πάρα πολύ μεγάλη μου τιμή να σας έχω απέναντι μου, κύριε Αϊνστάιν.
- Δική μου η τιμή κύριε, τι IQ έχετε;
- 50.
Του πιάνει λοιπόν κουβένταο Αϊνστάιν για τον big brother, τη φάρμα, τον πιο αδύναμο κρίκο, τον Τριανταφυλλόπουλο, τον Ευαγγελάτο και τα λοιπά.
Καθώς έπιναν καφέ, τον πλησιάζει ένας κύριος και του λέει με τη σειρά του:
- Πολύ μεγάλη μας τιμή, κύριε Αϊνστάιν, να βρίσκεστε σήμερα μαζί μας.
- Δική μου η τιμή. Ποιο το IQ σας;
- 10.
Κι ο Αϊνστάιν ρωτάει:
- Πώς πάει, λοιπόν, o Ολυμπιακός;.
Είναι ένας φοιτητής στο πανεπιστήμιο και ενώ θέλει να πάρει το πτυχίο, χρωστάει ένα μάθημα από το δεύτερο έτος και ο καθηγητής δεν τον περνάει με τίποτα όσες φορές κι αν το έχει δώσει. Απελπισμένος λοιπόν, πάει στον καθηγητή και του λέει:
- Θα σας πω ένα αίνιγμα, εάν δεν το βρείτε θα υπογράψετε να πάρω το πτυχίο μου, εάν το βρείτε δεν θα το πάρω ποτέ.
- Ακούω, λέει ο καθηγητής.
- Τι είναι παράλογο και νόμιμο, λογικό και παράνομο, παράλογο και παράνομο;
Σκέφτεται λίγο ο καθηγητής και του λέει να τον αφήσει λίγες ημέρες μήπως βρει την απάντηση.
Μερικές μέρες μετά συναντιούνται και λέει ο καθηγητής:
- Έχω φάει τον κόσμο αλλά δεν το βρήκα. Θα σου υπογράψω το πτυχίο και θα μου πεις.
Κι ενώ υπογράφει το πτυχίο, ο φοιτητής γελώντας του λέει:
- Όλος ο κόσμος το ξέρει, να..., αν πάτε και ρωτήσετε οποιονδήποτε στο πανεπιστήμιο θα σας το πει.
Ο καθηγητής αποσβολωμένος τρέχει προς το προαύλιο του πανεπιστημίου και συναντά τον καφετζή. Τότε τον ρωτάει:
- Τι είναι παράλογο και νόμιμο, λογικό και παράνομο, παράλογο και παράνομο;
Κι ο καφετζής γελώντας:
- Κύριε καθηγητά, απορώ με την ερώτησή σας αλλά θα σας απαντήσω: Παράλογο είναι να έχετε μια πανέμορφη γυναίκα, 20 χρόνια μικρότερή σας, αλλά είναι νόμιμο. Λογικό είναι να π**άει κάποιος άλλος την γυναίκα σας αλλά είναι παράνομο. Και παράλογο είναι να υπογράφετε το πτυχίο αυτού που -παράνομα-π**άει τη γυναίκα σας!
Σε έναν διεθνή διαγωνισμό μυστικών υπηρεσιών, στην τελική φάση, προκρίνονται η CIA της Αμερικής, η ΜΙ6 της Αγγλίας και η Ελληνική ΕΥΠ. Φτάνει λοιπόν η ώρα της δοκιμασίας που θα κρίνει ποια θα είναι και η τελική κατάταξη των υπηρεσιών. Η επιτροπή εκφωνεί την τελική αποστολή:
- Έχουμε αφήσει ένα κουνέλι στην δασική έκταση που βλέπετε μπροστά σας. Η υπηρεσία που θα ανακαλύψει και θα συλλάβει πιο γρήγορα το κουνέλι θα είναι και η νικήτρια. Ξεκινάει η CIA, ψάχνει μεθοδικά όλο το δάσος, χτενίζει κάθε πιθανή κρυψώνα και μετά από τρεις ημέρες όλα τα στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι:
- Κουνέλι στο δάσος δεν υπάρχει!
Έρχεται η σειρά της Αγγλικής ΜΙ6, χρησιμοποιεί ειδικούς θερμικούς ανιχνευτές προηγμένης τεχνολογίας, στοιχεία και πληροφορίες από κατασκοπευτικούς δορυφόρους, τοποθετεί κάμερες, μικρόφωνα και παγίδες, αλλά μετά από πέντε ημέρες κι αυτή δεν βρίσκει κουνέλι. Γυρνάει στην επιτροπή παραδίδοντας το πόρισμα:
- Ύποπτο κουνέλι δεν βρέθηκε, οι τηλεφωνικές του κλήσεις δεν κατέστη δυνατόν να υποκλαπούν, προτείνεται η ολοσχερής καταστροφή του δάσους με ψεκασμό βενζίνης και φωτιάς!
Έρχεται και η ώρα της ΕΥΠ. Οι πράκτορες εφορμούν στο πυκνό δάσος. Δεν περνάει μία ώρα και εμφανίζονται κρατώντας καταχτυπημένη, ταλαιπωρημένη και αλυσοδεμένη μιαν αρκούδα. Με το που την φέρνουν μπροστά στην επιτροπή, η αρκούδα πέφτει γονατιστή και φωνάζει:
- Όχι άλλο ξύλο! Όχι άλλο ξύλο, ομολογώ! Ναι! Εγώ είμαι το κουνέλι!
Στην εποχή της μεγάλης μετανάστευσης φτάνουν στην Νέα Υόρκη ένα Κινέζος, ένας Νέγρος και ένας Πόντιος και συναντιούνται σε ένα φτηνό ξενοδοχείο.
Καθώς δεν έχουν αρκετά λεφτά αποφασίζουν να νοικιάσουν μαζί ένα δωμάτιο και από την επομένη να ψάξουν για δουλειά.
Πράγματι την επόμενη μέρα φεύγουν και οι τρεις για να βρουν δουλειά και επιστρέφουν αργά το απόγευμα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου.
- Τι έγινε Κινέζε, βρήκες δουλειά, τον ρωτάνε οι δύο άλλοι.
- Οι άτιμοι όπου και να πήγα με διώχνανε και μου λέγανε: έξω από δω παλιοσχιστομάτη. Τζίφος βρε παιδιά.
- Εσύ Νέγρο;
- Τα ίδια και χειρότερα, δεν φτάνει που με βρίζανε με διώξανε στην κυριολεξία και με τις κλωτσιές, οι άτιμοι.
- Εγώ παιδιά τα κατάφερα λέει ο Πόντιος και αύριο πιάνω δουλειά σε ένα εστιατόριο. Μόνο βρε Κινέζε είδα ότι έχεις ρολόι. Σε παρακαλώ μπορείς να με ξυπνήσεις στις 4 το πρωί για να ετοιμαστώ;
- Φυσικά του λέει ο Κινέζος.
Πάει για ύπνο ο Πόντιος αλλά οι δύο άλλοι ζοχαδιασμένοι που δεν βρήκαν δουλειά σκεφτόντουσαν τι να του κάνουν.
- Το βρήκα λέει ο Νέγρος και ανοίγει τη σόμπα παίρνει τις στάχτες και αρχίζει να πασαλείβει τον Πόντιο στο πρόσωπο και τα χέρια. Κατράμι ο Πόντιος.
Κατά τις 4 ο Κινέζος ξυπνά τον Πόντιο και του λέει "άντε σήκω ώρα για δουλειά".
Ευχαριστώ λέει ο Πόντιος, σηκώνετε και πάει για κατούρημα.
Καθώς ξαλάφρωνε κοιτά στον καθρέφτη, γουρλώνει τα μάτια και λέει όλο θυμό :
"Ρε τον π**στη τον Κινέζο τον μα**κα τον Νέγρο ξύπνησε!"

Ο διοικητής ενός τάγματος εξέδωσε την ακόλουθο διαταγή προς τους επιτελείς του:
- Αύριο το βράδυ περί τις 20.00 ο κομήτης του Χάλλεϋ θα είναι ορατός στην περιοχή μας, γεγονός το οποίον συμβαίνει μόνο μία φορά κάθε 75 χρόνια. Οι άντρες, με στολή ασκήσεων, να βρίσκονται συγκεντρωμένοι στον χώρο συγκεντρώσεως του τάγματος όπου θα τους εξηγήσω το σπάνιο αυτό φαινόμενο. Σε περίπτωση βροχής, δε θα μπορούμε να δούμε τίποτε, οπότε συγκεντρώσατε τους άνδρες στο αμφιθέατρο και θα τους δείξω ταινίες του φαινόμενου. Ο επιτελής προς το λοχαγό:
- Κατά διαταγή του Διοικητού, αύριο περί την 20.00, ο κομήτης του Χάλλεϋ θα εμφανιστεί πάνω από το χώρο συγκεντρώσεως του τάγματος. Αν βρέξει συγκεντρώστε τους άντρες έξω με στολή ασκήσεων και φέρτε τους με βήμα στο αμφιθέατρο, όπου θα λάβει χώρα το σπάνιο αυτό φαινόμενο, κάτι που συμβαίνει μια φορά κάθε 75 χρόνια. Ο λοχαγός προς τους διμοιρίτες:
- Κατά διαταγή του Διοικητού, με στολή ασκήσεων περί τις 20.00 αύριο τo βράδυ, το φαινόμενο του κομήτη του Χάλλεϋ θα εμφανιστεί στο αμφιθέατρο. Σε περίπτωση βροχής στο χώρο συγκεντρώσεως του τάγματος, ο Διοικητής θα δώσει άλλη διαταγή, κάτι το οποίο συμβαίνει μια φορά κάθε 75 χρόνια. Ο διμοιρίτης προς το λοχία:
- Αύριο περί τις 20.00 ο Διοικητής θα εμφανιστεί στο αμφιθέατρο με τον κομήτη του Χάλλεϋ κάτι το οποίο συμβαίνει κάθε 75 χρόνια. Αν βρέξει ο Διοικητής θα διατάξει τον κομήτη στο χώρο συγκεντρώσεως του τάγματος. Ο λοχίας προς τη διμοιρία:
- Όταν βρέξει αύριο περί τις 20.00, ένα φαινόμενο, ο 75χρονος Στρατηγός Χάλλεϋ, συνοδευμένος από το Διοικητή, θα διασχίσει οδηγώντας τον κομήτη του, το χώρο συγκεντρώσεως του τάγματος, με στολή ασκήσεων. Δύο στρατιώτες μεταξύ τους:
- Ήρθε ο Στρατηγός μεσ τη βροχή, με μία Χάρλεϋ, σαν κομήτης και φορούσε στολή ασκήσεων.
- Ο Γεράσιμος και η Αμαλία είναι ένα ζευγάρι ηλικιωμένο που παντρεύτηκε πριν απο σαράντα χρόνια.
Θέλησε λοιπόν να γιορτάσει την τεσσαρακοστή επέτειο του γάμου τους στο ίδιο ξενοδοχείο, στο ίδιο δωμάτιο, με τα ίδια ακριβώς έπιπλα που υπήρχαν και τότε, και να φάνε ακριβώς το ίδιο βασιλικό γεύμα που είχαν φαΐ πριν από σαράντα ολόκληρα χρόνια.
- Πραγματικά πλήρωσαν κάτι παραπάνω για τις απαιτήσεις τους αυτές και όλα ήταν όπως έπρεπε. Μπαίνουν λοιπόν στο δωμάτιο (η συγκίνηση ήταν μεγάλη), γδύνονται εντελώς, όπως και τότε, και κάθονται στο πολύ μεγάλο τραπέζι να φάνε ο ένας απέναντι από τον άλλον.
- Γεράσιμε, λέει η Αμαλία με τρεμάμενη φωνή, πες μου... Πες μου δεν είναι συγκινητικό, δεν είναι ανεπανάληπτο αυτό που ζούμε αυτή τη στιγμή; Σκέψου, πέρασαν σαράντα ολόκληρα χρόνια από εκείνη την πρώτη νύχτα του γάμου μας και βρισκόμαστε ακριβώς στο ίδιο δωμάτιο που ήμασταν και τότε με τα ίδια έπιπλα, το ίδιο κρεβάτι, γυμνοί και οι δύο όπως και τότε...
- Θεέ μου, πόσο μα πόσο όμορφα νιώθω... νιώθω ερωτευμένη όπως τότε, νιώθω τη ζεστασιά σου, την αγάπη σου... Ακόμα και τώρα, τόσα χρόνια μετά, νιώθω την κάψα μέσα μου... νιώθω τα στήθια μου να καίνε, Γεράσιμε, για σένα...
- Έλα, λέει ο Γεράσιμος, άσε τις μαλακίες και βγάλε το βυζί σου από τη σούπα.
Αισθανόταν ένα πόνο στο στήθος . Ανέβαινε προς τα πάνω - ο πόνος - και στο τέλος του έσφιγγε τα μηνίγγια , σαν με τανάλια .
Πήγε σε πολλούς γιατρούς , σ όλο τον κόσμο . Η απάντηση ήταν μια και μοναδική :
" Αν θέλετε να σώσετε τη ζωή σας , πρέπει να κόψετε τα γεννητικά σας όργανα . Έτσι μόνο θα γλιτώσετε " .
Υπεβλήθη πλέον , μη μπορώντας να κάνει και διαφορετικά , σ αυτή την εγχείρηση . Προσπάθησε μετά , να ξεσκάσει για λίγο . Θέλησε λοιπόν να κάνει ένα πολύ μεγάλο ταξίδι .
Πήγε σ ένα καινούργιο ράφτη και θέλησε να φτιάξει μερικά κουστούμια . Όταν του έπαιρνε τα μέτρα ο ράφτης τον ρώτησε :
" Στα παντελόνια σας , κύριε , αριστερά ή δεξιά θέλετε να αφήσω χώρο για τα γεννητικά σας όργανα ; "
" Αλοίμονο " του απάντησε αυτός με ύφος θλιμμένο . Αυτό πια δεν έχει καμία σημασία για μένα . "
" Μα πώς δεν έχει , κύριέ μου " του είπε με ύφος σοβαρό ο ράφτης του . " Αν δεν τοποθετηθούν στη σωστή τους θέση , εξ αρχής , θα αρχίσετε να αισθάνεστε έναν πόνο στο στήθος , που θα ανεβαίνει προς τα πάνω και στο τέλος θα σας σφίγγει τα μηνίγγια σαν με τανάλια ... " .
Ένα Αλβανάκι, ο Αλία, ήρθε στην Ελλάδα με τους γονείς του και το έστειλαν σχολείο. Την πρώτη μέρα ρωτάει η δασκάλα τα παιδάκια:
- Εσένα πώς σε λένε;
- Ελενίτσα.
- Και εσένα;
- Κωστάκη.
Ήρθε και η σειρά του μικρού Αλία:
- Εσένα πώς σε λένε;
- Με λένε Αλία και είμαι από την Αλβανία.
- Από εδώ και πέρα θα λέμε πως είσαι ο Γιαννάκης και είσαι από την Ελλάδα.
Χάρηκε πολύ ο μικρός, αφού τα υπόλοιπα παιδιά δε θα τον κορόιδευαν και θα έπαιζαν μαζί του.
Όταν γύρισε σπίτι του λέει η μητέρα του:
- Αλία, πλύνε τα χέρια σου και έλα να φάμε.
- Δε με λένε Αλία. Με λένε Γιαννάκη και είμαι Ελληνόπουλο.
- Τι είπες; Αντί να είσαι περήφανος που είσαι από την Αλβανία λες πως είσαι Ελληνόπουλο;
Και του δίνει ένα χέρι ξύλο.
Το βράδυ γυρίζει ο πατέρας του.
- Τι έχεις Αλία; Γιατί κλαις;
- Ουφ πια! Δε με λένε Αλία. Με λένε Γιαννάκη και είμαι Ελληνόπουλο.
- Τι είπες; Δεν ντρέπεσαι να λες ότι είσαι Ελληνόπουλο;
Και τον δέρνει και αυτός.
Την επόμενη μέρα πάει στο σχολείο και τον βλέπει η δασκάλα μελανιασμένο.
- Τι έπαθες Γιαννάκη;
- Πού να σας τα λέω κυρία. Χτες το βράδυ με έδειραν δυο Αλβανοί!
Πάει μια φορά ένας Πόντιος στο νοσοκομείο. Με το που μπαίνει μέσα πλησιάζει τη ρεσεψιόν κρατώντας μια κουράδα γύρο στο ένα μέτρο μέσα σε ένα γυάλινο βάζο και ρωτάει την κοπέλα εκεί:
Πόντιος: Γεια σας , θα ήθελα να δω έναν οφθαλμίατρο.
Ρεσεψιονίστ: Προκτολόγο εννοείτε!
Πόντιος: Όχι δεσποινίς οφθαλμίατρο θέλω να δω.
Ρεσεψιονίστ: Μα κύριε μου από ότι βλέπω το πρόβλημα σας είναι…..
Πόντιος: Κοπέλα μου άσε τα σχόλια και πες μου που είναι ο οφθαλμίατρος.
Ρεσεψιονίστ: Πρώτο πάτωμα, πρώτη πόρτα αριστερά.
Πράγματι ξεκινάει ο Πόντιος ανεβαίνει τις σκάλες, κάνει αριστερά τι να δει! Γραφείο προκτολόγου. «Θα την π**ω την καρ**λα» σκέφτεται. Παίρνει πάλι αγκαζέ τι γυάλα με την κουράδα, και ξανάπαει στην ρεσεψιόν.
Πόντιος: Μωρή κα***α αν δεν μου πεις που είναι ο οφθαλμίατρος θα σου βάλω το κεφάλι μέσα στην γυάλα.
Η κοπέλα τρομοκρατημένη του δίνει αυτή τη φορά οδηγίες πώς να πάει σε οφθαλμίατρο. Ο Πόντιος ξεκινάει και αφού ανέβηκε μερικά πατώματα ανοίγει την πόρτα του οφθαλμίατρου λαχανιασμένος και με την κουράδα πάντα αγκαζέ. Τον βλέπει ο γιατρός με την κουράδα στην γυάλα και του λέει:
Γιατρός: Λάθος γραφείο κύριε, ο προκτολόγος είναι στο 4o πάτωμα.
Πόντιος: Εγώ οφθαλμίατρο χρειάζομαι γιατρέ!
Γιατρός: Μα τι λέτε κύριε μου! Είναι πασιφανές από το μέγεθος αυτής τις κουράδας ότι χρειάζεστε προκτολόγο!
Πόντιος: Όχι γιατρέ μου οφθαλμίατρο χρειάζομαι...
Γιατρός: Μα τι λέτε κύριε μου, σοβαρολογείτε….
Πόντιος: ... Μα γιατρέ μου θα με αφήσετε να ολοκληρώσω για να καταλάβετε γιατί χρειάζομαι οφθαλμίατρο;
Γιατρός: Aντε ολοκληρώστε κύριε να δούμε τι σχέση μπορεί να έχει ένας οφθαλμίατρος με μια κουράδα 1 1/2 μέτρο που χέζετε.
Και ο Πόντιος: Γιατρέ μου, δεν μπορώ να καταλάβω κάθε φορά που χέζω μια τέτοια κουράδα, δακρύζω!