Μια μέρα ένας άνδρας μπαίνει σε ένα πολυκατάστημα. Τον ρωτάει λοιπόν ο υπάλληλος του πολυκαταστήματος:
- "Τι θέλετε;"
- "Θέλω ένα ρουμπουντούμ.".
Απορημένος ο υπάλληλος φωνάζει τον αρχιπωλητή να δει τι θέλει ο άντρας. Έρχεται λοιπόν και ο αρχιπωλητής και ρωτάει τον άντρα:
- "Τι θέλετε", τότε αυτός απαντάει:
- "Θέλω ένα ρουμπουντούμ."
Τι να κάνει ο αρχιπωλητής φωνάζει το διευθυντή καθώς σκέφτηκε δε μπορεί να φύγει πελάτης δυσαρεστημένος. Έρχεται και ο διευθυντής και ρωτάει:
- "Τι θέλετε κύριε;"
- "Θέλω ένα ρουμπουντούμ"
Τότε αποφάσισαν να πάρουν τηλέφωνο το διευθυντή στη Βοστόνη. Τηλεφωνικά ο διευθυντής ρωτάει τον άντρα:
- "Μα τι ακριβώς θέλετε"
Αυτός όπως όπως πάντα απαντάει:
- "Μα σας είπα πως θέλω ένα ρουμπουντούμ."
Ούτε και ο διευθυντής στη Βοστόνη κατάλαβε τι είναι το ρουμπουντούμ και τότε έρχεται ο Κωστίκας που δούλευε στην αποθήκη του καταστήματος και του λέει ο αρχιπωλητής:
- "Έλα ρε Κωστίκα μπας και καταλάβεις τι θέλει αυτός."
Ρωτάει τότε και ο Κωστίκας και του λέει ο άντρας:
- "Θέλω ένα ρουμπουντούμ."
Τότε ο Κωστίκας τρέχει στην αποθήκη και επιστρέφει με ένα πακέτο το δίνει στον άντρα και αυτός ευχαριστημένος πληρώνει και φεύγει. Τότε όλοι μαζί ρωτούν τον Κωστίκα:
- "Τι ήθελε τελικά", και ο Κωστίκας απαντά ατάραχα:
- "Α! ένα ρουμπουντούμ", και φεύγει.
Ναυαγούν σε ένα ερημικό νησί ένα ζευγάρι ποντίων κι ένας εργένης.
Οι άντρες αποφασίζουν να μοιραστούν τις δύο βασικότερες δουλειές ως εξής : ο ένας να ψαρεύει την ώρα που ο άλλος θα είναι ανεβασμένος στο μοναδικό δέντρο, παρακολουθώντας για παραπλέοντα σκάφη. Ο εργένης προθυμοποιείται να ανέβει πρώτος στο δέντρο. Μόλις ανεβαίνει, κοιτάει από πάνω και φωνάζει :
"Μα ειναι δυνατον να το κανετε μπροστα μου;"
. Ο πόντιος του απαντάει απορημένος :
"Μα δεν το κάνουμε, εγώ ψαρεύω."
Μετά όμως από λίγο ξαναφωνάζει ο εργένης :
"Μα καλα, δεν ντρεπεστε;".
"Μα εγώ ψαρεύω" ξαναλέει ο πόντιος, που όντως ψάρευε. Μερικές ώρες αργότερα οι δύο άντρες αλλάζουν πόστα και ο εργένης βάζει τη γυναίκα του πόντιου κάτω και επιδίδεται σε ανείπωτες δραστηριότητες. Ο πόντιος που το βλέπει πάνω από το δέντρο σκέφτεται "Κοίτα να δεις βρε παιδί μου, από εδώ πάνω όντως φαίνεται σαν να το κάνουνε..."
Ήταν κάποτε ένας Πόντιος, ένας μαύρος και ένας Κινέζος... Ήταν άνεργοι και έψαχναν για δουλειά. Βλέπουν μια πινακίδα:
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΒΟΗΘΟΣ ! Πάει να δοκιμάσει ο μαύρος την τύχη του. Το αφεντικό εν τω μεταξύ ήταν ρατσιστής, όποτε τον πετάει έξω με τις κλοτσιές... Πάει ο Κινέζος, αλλά και αυτός φεύγει απογοητευμένος για τον ίδιο λόγο. Πάει και ο Πόντιος τον βλέπει το αφεντικό, τον κοιτάει καλά καλά και του λέει με ένα σίγουρο ύφος:
- Προσλαμβανεσαι!
Και του λέει ακόμα ότι θα αρχίσει δουλειά αύριο στις 7 το πρωί... Βγαίνει έξω από το μαγαζί ο Πόντιος και λέει στον Κινέζο (που μένανε στο ίδιο δωμάτιο) να τον ξυπνήσει αύριο στις 7 παρά τέταρτο για να έρθει να πιάσει δουλειά. Ο Κινέζος λέει εντάξει, αλλά από μέσα του λέει ότι δεν πρόκειται.
Το πρωί ο Κινέζος βάφει τον Πόντιο με μαύρη μπόγια και ο Πόντιος είναι ολόιδιος ο μαύρος. Ύστερα τον ξυπνάει στις 7 παρά πέντε. Ο Πόντιος αφού κατεβάζει Χριστοπαναγιές τρέχει να προλάβει. Στις 7 ήταν εκεί. Με το που τον βλέπει το αφεντικό (ο ρατσιστής) τον πετάει έξω επειδή νόμιζε ότι ήταν ΠΑΛΙ ο μαύρος. Κοιτάζεται ο Πόντιος στον καθρέφτη και συλλογίζεται:
- Βρε το βλάκα τον Κινέζο... Τον μαύρο πήγε και ξύπνησε!

Νέος μετανάστης στο Αμέρικα ο Μητσάρας, τον πήγε ο παλιός του φίλος Κίτσος να παρακολουθήσουν έναν αγώνα ράγκμπι.
Στο ημίχρονο λοιπόν, αντί τις καθιερωμένες Μαζορέτες βγάλανε έναν γάιδαρο στο κέντρο του γηπέδου και ακούνε τον σπήκερ να λέει:(ΕΔΩ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΛΙΓΟ ΒΑΡΙΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΡΟΦΟΡΑ)- Όποιος καταφέρει και κάνει τον γάιδαρο να γελάσει έχει 1.000.000 $. Μούγκα στο Στάδιο, μα ο Μητσάρας ρωτάει σιγά τον Κίτσο:
- Δηλαδίς άμα τουν κάνου να γιλάς τουν γαϊδάρου του πέρνου του ικατουμύριου;-Γκόου-γκόου Μητσάρα και κουίκλι μάλιστα, λέει ο Κίτσος. Κατεβαίνει λοιπόν ο Μητσάρας ξαναμούγκα όλο το Στάδιο. Κάτι λέει ο Μητσάρας στο αυτί του γαϊδάρου και βάζει κάτι γέλια βρε παιδιά αυτός άλλο να σας λέω και άλλο να τον ακούγατε. Παλαμάκια χειροκροτήματα, ο κόσμος (ΧΑΜΟΣ!). Kαι το κονόμι-κονόμι, για τον Μητσάρα. Αφού λοιπόν τσίμπησε την επιταγή, ακούει ξανά από τα μεγάφωνα να λέει πάλι ο σπήκερ.- Τώρα όποιος καταφέρει και κάνει τον γάιδαρο να κλάψει έχει άλλο 1.000.000 $.-ΞΑΝΑΜΟΥΓΚΑ ΟΛΟ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ.- Μπορώ να ξαναπάω εγώ ρωτάει πάλι ο Μητσάρας;- Βεβαίως του λέει ο σπήκερ. Αυτή τη φορά λοιπόν κάτι δείχνει ο Μητσάρας στον γάιδαρο, ΚΑΙ... Ο ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ, Βάζει κάτι κλάματα αυτός που πότισε σχεδόν όλο το γκαζόν του Σταδίου. Πάει να πάρει και την άλλη επιταγή λοιπόν ο Mητσάρας, όμως αυτή τη φορά του λέει ο σπήκερ. Ω! Μαϊ φρεντ όλα καλά, αλλά για να πάρεις και αυτό το τσεκ, πρέπει να μας εξηγήσεις πρώτα τι είπες στο γάιδαρο και τον έκανες να ξεσκιστεί στα γέλια.- Είναι πολύ απλό εξηγεί ο Mητσάρας. Tου ψιθύρισα στο αυτί, ότι την έχω μεγαλύτερη από αυτόν…. Γέλια, φωνές, παλαμάκια χαμός στο ακροατήριο.- Ω! Πολύ ωραίο και πολύ έξυπνο, γκρατσιλέισιον (μην γελάτε και πολύ με τα Αγγλικά μου, μέχρι αυτού φτάνουν οι γνώσεις μου ) του λέει ο σπήκερ.- Τώρα όμως θα μας πεις και πώς τον έκανες να κλάψει τόσο πολύ..!- απλά του την ΈΔΕΙΞΑ.!