Ένας Πόντιος μόλις είχε αγοράσει μια καινούργια Μερσεντές και κατέβαινε την Εθνική οδό με 120χλμ με ανοιχτά τα παράθυρα και τον catman στο mp3 player.
Κάποια στιγμή από μια πάροδο εμφανίζεται μια νταλίκα, ο Πόντιος δεν την βλέπει, τρακάρουν και η νταλίκα πήγε απέναντι και έπεσε στη θάλασσα. Βγαίνει ο νταλικέρης από τη θάλασσα, τα `χε πάρει στο κρανίο, πηγαίνει και βγάζει τον Πόντιο από το παράθυρο του αυτοκινήτου και τον πετά στο δρόμο. Του λέει:
- Θα ζωγραφίσω ένα κύκλο στην άσφαλτο. Θα μπεις μέσα και δε θα βγεις αν δεν σου πω εγώ. Ξηγηθήκαμε;
Συμφώνησε ο Πόντιος και μπήκε στον κύκλο.
Παίρνει τότε ο νταλικέρης ένα λοστό και αρχίζει να χτυπάει την Μερσεντές μέχρι που την έκανε ένα με την άσφαλτο. Αφού είχε ξεθυμάνει πλέον γυρίζει να δει τον Πόντιο ο οποίος είχε σκάσει στα γέλια.
- Τι γελάς ρε; Εγώ σου έκανα το αμάξι βίδες και `συ έσκασες στα γέλια;
Κι ο Πόντιος απαντάει:
- Χα,χα,χα σου την έσκασα! Βγήκα τρεις φορές έξω από τον κύκλο!
Είχαν μια φορά συμβούλιο οι Γερμανοί, αγανακτισμένοι με τους Πόντιους. Λέει ο Γερμανός διευθυντής:
- Κάτι πρέπει να κάνουμε γιατί αυτοί οι Πόντιοι έχουν ξεπεράσει τους πάντες σε βλακεία. Είναι πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Πρέπει λοιπόν να βρούμε κάτι το οποίο να είναι τόσο μεγάλη βλακεία ώστε οι Πόντιοι να μην μπορέσουν να μας φτάσουν.
Συμφώνησαν και άρχιζαν όλοι να κατεβάζουν ιδέες. Ο διευθυντής τους άκουγε αλλά δεν ήταν ικανοποιημένος. Ώσπου σε μια στιγμή κάποιος λέει το πιο βλακώδες:
- Το βρήκα! να φτιάξουμε μια γέφυρα πάνω από την έρημο Σαχάρα, λέει.
Κατενθουσιασμένοι όλοι άρχισαν να χειροκροτάνε. Και αφού ο διευθυντής συμφώνησε, άρχισαν οι εργασίες. Μετά από 3 χρόνια που τελείωσε η γέφυρα έγραφαν οι εφημερίδες όλου του κόσμου:
Τεράστια η βλακεία των Γερμανών! Έφτιαξαν μια γέφυρα πάνω από την έρημο Σαχάρα. Ακόμα μεγαλύτερη όμως η βλακεία των Ποντίων.
Βρέθηκε Πόντιος να ψαρεύει πάνω από τη γέφυρα..!
Ήταν μια φορά ένας Έλληνας, ένας Αμερικάνος κι ένας Κινέζος πάνω στον Όλυμπο και έκαναν ορειβασία. Σε μια στιγμή, έτσι όπως ξεκουραζόντουσαν σε κάτι βράχια, πλησιάζει ο Αμερικάνος τον αντίχειρα του δεξιού του χεριού στο αυτί του και το μικρό δάχτυλο στο στόμα του και αρχίζει να μιλάει. Απορρημένοι οι άλλοι δύο, του λένε:
- Τι κάνεις εκεί τώρα;
- Ε! να, μόλις μίλησα με τη γκόμενα μου στην Αμερική!, απαντά.
Μετά από λίγο, ο Κινέζος πλησιάζει το ρολόι του χεριού του κοντά στο πρόσωπό του. Ο πόντιος, γεμάτος απορία, τον ρωτά:
- Εσύ τώρα, τι κάνεις εκεί;
- Ε, να μωρέ, βλέπω τις ειδήσεις στην Κίνα!, απαντά ο Κινέζος.
Φανερά ενοχλημένος ο πόντιος σκέφτεται, τι να κάνει τώρα αυτό για να τον προσέξουν! Αφήνει, λοιπόν, να του φύγει μια τρανταχτή πορδή. Έκπληκτοι οι άλλοι δύο τον κοιτάζουν:
- Εσύ, τι έκανες τώρα;, τον ρωτάνε.
- Τίποτα ρε παιδιά, μόλις έστειλα ένα φαξ στον Πόντο!
Ηταν ένα Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας πόντιος και έκαναν αγώνες τοξοβολίας. Βάζουν σε κάποια απόσταση έναν άνθρωπο με ένα μήλο στο κεφάλι.
Πάει πρώτα ο Γερμανός από κάποια απόσταση, σημαδεύει και πετυχένει το μήλο. Ανεβαίνει στο βάθρο και λέει:
- Άι εμ Ρομπιν Χουντ!
Πάει ο Ιταλός από πιο μακριά σημαδεύει και πετυχαίνει το μήλο. Ανεβαίνει και αυτός στο βάθρο και λέει:
- Άι εμ Γουλιέλμος, τέλος!
Πάει και ο πόντιος από πιο μακριά σημαδεύει και πετυχένει τον άνθρωπο. Ανεβαίνει και αυτός στο βάθρο και λέει:
- Άι εμ... Σόρι..!

Ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας συναντιούνται μετά από πολλά χρόνια και για να τα πουν. Πάει ο πρώτος στο σπίτι του δεύτερου. Μόλις έφτασε εκεί ο Κωστίκας, ο Γιωρίκας του ζητά να καθίσουν στο τραπέζι και ζητάει από τη γυναίκα του να σερβίρει.
- Να σερβίρεις εσύ, του απαντάει εκείνη. Ντροπιασμένος αυτός σέρβιρε εκείνος το τραπέζι. Μετά ζητάει από τα παιδιά του να προσφέρουν έναν καφέ στον καλεσμένο τους.
- Να τον προσφέρεις εσύ, απαντούν εκείνα.
Φεύγοντας κανονίζουν να βρεθούν την άλλη μέρα στο σπίτι του Κωστίκα. Μόλις φτάνει εκεί, η γυναίκα και τα παιδιά του Κωστίκα μόνο τεμενάδες που δεν έκαναν στον Γιωρίκα. Του πρόσφεραν γλυκά καφέδες γέμισαν το τραπέζι με τα καλύτερα φαγητά και γενικώς τον περιποιήθηκαν πολύ. Στο τέλος ο Γιωρίκας λέει στον Κωστίκα.
- Νιώθω πολύ άσχημα γιατί χθες η γυναίκα μου και τα παιδιά μου μόνο που δεν σε έφαγαν και εσείς με περιποιηθήκατε τόσο πολύ που δεν ξέρω τι να πω από την ντροπή μου. Πώς τα καταφέρνεις;
- Δεν είναι τίποτα, απαντάει ο Κωστίκας. Απλά έρχομαι μια μέρα στο σπίτι και είχε ανέβει ο σκύλος πάνω στον καναπέ και του λέω να κατέβει. Δεν κατέβηκε και του βγάζω μια κίτρινη κάρτα. Την άλλη μέρα ήταν πάλι πάνω στον καναπέ και του είπα να κατέβει. Δεν κατέβηκε και του βγάζω δεύτερη κίτρινη κάρτα. Την 3η μέρα που τον είδα πάνω στον καναπέ πήρα την καραμπίνα και τον σκότωσα.
- Και μετά; ρωτάει ο Κωστίκας.
- Τους βλέπεις όλους αυτούς; Λέει ο Κωστίκας δείχνοντας την οικογένειά του. Έχουν όλοι από 2 κίτρινες κάρτες..!
Ο Γιωρίκας μπουκάρει στην κρεβατοκάμαρα και βρίσκει την γυναίκα και έναν άγνωστο τύπο ημίγυμνους πάνω στο κρεβάτι. Βουτάει τον τύπο από τον σβέρκο και τον ταρακουνάει άγρια ζητώντας εξηγήσεις.
- Να σας εξηγήσω κύριε, του λέει αυτός τρέμοντας. Στο από πάνω διαμέρισμα κάναμε ένα πάρτι. Κάποια στιγμή παίζαμε στριπ πόκερ και έμεινα με το σώβρακο. Αλλά όταν ρεφάρισα και κέρδισα ξανά το παντελόνι μου, κάποιος για πλάκα το πέταξε από το μπαλκόνι κάτω και προσγειώθηκε στο μπαλκόνι σας. Κατέβηκα και εγώ κάτω και είπα της γυναίκας σας να μου το δώσει. Και την ώρα που το έπαιρνα, μπήκατε εσείς! Έτσι έγινε, αλήθεια σας λέω.
- Έτσι έγινε μωρή; ρωτάει αγριεμένος ο Γιωρίκας την γυναίκα του.
- Έτσι έγινε Γιωρίκα μου, του λέει αυτή. Δεν τον ξέρω τον κύριο!
- Τέλος πάντων. Σε πιστεύω. Αλλά σήκω φύγε τώρα μην σε πλακώσω στις σφαλιάρες.
Ο τύπος έφυγε σφαίρα από το σπίτι, ήρθε το βράδυ και έπεσε το αντρόγυνο να κοιμηθεί. Αλλά κατά τις τρεις το πρωί, σηκώνεται ο Γιωρίκας επάνω κι άρχισε να χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο φωνάζοντας:
- Όχι ρε γαμώτο! Τώρα το θυμήθηκα!.
- Τι έγινε Γιωρίκα μου;, ρωτάει παραξενεμένη η γυναίκα του.
- Τώρα το θυμήθηκα ρε γαμώτο! Μένουμε σε μονοκατοικία..!
Μια φορά ήταν ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας στο αμάξι του Γιωρίκα. Περνούσε η ώρα μέχρι που λέει ο Κωστίκας στο Γιωρίκα:
- "Ρε Γιωρίκα θέλω να κατουρήσω σταμάτησε το αυτοκίνητο να κατέβω λίγο."
- "Εντάξει Κωστίκα. Κάνε λίγο υπομονή, και σε λίγο όταν θα συναντήσουμε καμία πινακίδα θα σταματήσω, έτσι ώστε να κατουρήσεις με την ησυχία σου, χωρίς να σε δει κανένας και γίνεις ρεζίλη."
Προχώρησαν 1χλμ περίπου. Ο Κωστίκας από μακριά βλέπει μια ταμπέλα της Νέας Δημοκρατίας και λέει απελπισμένος στο Γιωρίκα:
- "Να Γιωρίκα μια ταμπέλα της ΝΔ. Σταμάτα να κατουρήσω εδώ!"
- "Τι λες ρε μαλάκα; Η ΝΔ είναι το κόμμα μου, αποκρίνεται ο Γιωρίκας."
- "Καλά, εγώ σέβομαι την άποψη σου αλλά δεν αντέχω άλλο, θα τα κάνω απάνω μου!"
Δεν πρόλαβε καλά καλά να τελειώσει ο Γιωρίκας και βλέπει το αυτοκίνητο να είναι σταματημένο μπροστά σε μια ταμπέλα του ΠΑΣΟΚ. Την ίδια στιγμή ακούει των Γιωρίκα να λέει:
- "Ορίστε Κωστίκα, κάτουρα εδώ."
- "Μα τι λες τώρα; Το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα μου."
Ο Γιωρίκας βάζει το αμάξι μπροστά και προχωράει παραπέρα. Μετά απο 3χλμ δρόμο ο Γιωρίκας βλέπει μια ταμπέλα του ΚΚΕ και λέει αμέσως στον Κωστίκα ο οποίος τα κρατούσε με το ζόρι ακόμα:
- "Να Κωστίκα κάτουρα εδώ με την ησυχία σου. Εξάλλου το λέει κιόλας Κωστίκα Κάτουρα ΕΛΕΥΘΕΡΑ(ΚΚΕ)."