Μπαίνει κάποιος σε ένα εργαστήρι αγιογραφίας.
- Καλημέρα σας, θα ήθελα να μου φτιάξετε μία αγιογραφία.
- Βέβαια, λέει ο αγιογράφος, για αυτό είμαστε εδώ. Τι ακριβώς θέλετε να κάνω;
- Θέλω την αγιογραφία του αγίου Νικολάου.
- Βεβαίως, λέει ο αγιογράφος, αλλά θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι από μικρός που ξεκίνησα να ζωγραφίζω, όλοι οι δάσκαλοί μου λέγανε ότι ζωγραφίζω καταπληκτικά τον άγιο Χαράλαμπο.
- Αγαπητέ μου, λέει ο πελάτης, δεν αμφιβάλω για αυτό που μου λέτε, αλλά όπως σας είπα και πριν, εγώ θέλω να μου φτιάξετε τον άγιο Νικόλαο!
- Βεβαίως, ο,τι θέλετε, λέει ο αγιογράφος, αλλά εγώ σαν καλός επαγγελματίας οφείλω να σας ενημερώσω ότι και αργότερα όταν πήγαινα στο εκκλησιαστικό λύκειο, όλοι οι καθηγητές μου λέγανε ότι ζωγραφίζω τέλεια τον άγιο Χαράλαμπο!
- Δεν έχω λόγο να μην σας πιστέψω, λέει ο πελάτης. Μπορεί να ζωγραφίζετε καταπληκτικά τον άγιο Χαράλαμπο αλλά εγώ θέλω να μου φτιάξετε τον άγιο Νικόλαο, σας το ξαναείπα!
- Βεβαίως, λέει ο αγιογράφος, εσείς είστε ο πελάτης και εσείς διαλέγετε ότι θέλετε, αλλά εγώ έχω την υποχρέωση να σας ενημερώσω! Να μην σας πω δηλαδή ότι και αργότερα όταν έκανα το μεταπτυχιακό μου πάνω στην αγιογραφία, πήρα ειδικότητα και αρίστευσα πάνω στην αγιογραφία του αγίου Χαραλάμπου; Τον ζωγραφίζω καταπληκτικά!
- Κοιτάξτε αγαπητέ μου, λέει ο πελάτης σαφώς εκνευρισμένος, τέρμα τα αστεία! Ή μου φτιάχνετε τον άγιο Νικόλαο ή να σηκωθώ να φύγω!
- Εντάξει, εντάξει, λέει ο αγιογράφος, τον άγιο Νικόλαο θέλετε, τον άγιο Νικόλαο θα σας φτιάξω! Αλλά να ξέρετε, θα χαραλαμπίζει λίγο...
Τετάρτη απόγευμα χτυπάει το τηλέφωνο...
- Παρακαλώ.
- Κύριε Θανάση ο Βασίλης είμαι , που νοικιάζω το σπίτι στα Πετράλωνα.
- Τι κάνεις Βασίλη μου, όλα καλά;
- Ξέρετε έχουμε ένα προβληματάκι.
- Τι προβληματάκι, Βασίλη μου; Καμία βρύση;
- Όχι ακριβώς. Να Κυρ Θανάση, ξέρετε, το σπίτι έχει ποντίκια.
- Ποντίκια; Αποκλείεται. Ημιυπόγειο είναι, θα πέσε από κανένα παράθυρο.
- Μα έχει πολλά ποντίκια...
Και τελικά κανονίσανε να πάει ο κυρ Θανάσης για καφέ το Σάββατο το πρωί για να δει και το πρόβλημα...
ΣΑΒΒΑΤΟ... ενώ πίνουν τον καφέ στο σαλόνι...
- Που είναι τα ποντίκια ρε Βασίλη;
- Περιμένετε κυρ Θανάση...
Σηκώνεται και πάει στο ψυγείο. Φέρνει ένα κομμάτι κασεράκι και το βάζει στη μέση στο δωμάτιο. Τσατ-πατ- φιτ εμφανίζονται 2 ποντικάκια και το κάνουν άφαντο...
- Εεεε καλά ρε Βασίλη, αυτά τα μικρά έλεγες;
- Δεν κατάλαβες Κυρ Θανάση, έχω πολλά ποντίκια...
Πηγαίνει πάλι στο ψυγείο φέρνει ένα μεγαλύτερο κομμάτι τυρί.. το βάζει στο πάτωμα... φσιτ, κλικ, μπονγκ. ζιπ εμφανίζονται καμιά 15αρια ποντικάκια και πάει το τυρί.
- Εντάξει ρε Βασίλη, θα έπεσε καμιά ποντικίνα και γέννησε και έμεινε η οικογένεια εδώ. Θα βάλουμε δηλητήριο και θα τα λιώσουμε.
- Μα κυρ Θανάση, αυτό δεν είναι τίποτα...
Πάει στο ψυγείο και φέρνει ένα ολόκληρο κεφάλι τυρί, το βάζει στη μέση στο σαλόνι και... χαμός εκατοντάδες ποντίκια από παντού... βζινγκ... ζιπ... εξαφανίζεται το τυρί με ρυθμούς ασύλληπτους... και ξαφνικά κοιτάει ο κυρ Θανάσης και βλέπει να περνάει να μια πέστροφα... και παθαίνει σοκ...
- Κατάλαβες κυρ Θανάση πόσα ποντίκια έχω;
- Αστα τα ποντίκια ρε Βασίλη. Δε μου λες; Αυτό που είδα και πέρασε ήταν πέστροφα;
- Αααααα λέει ο Βασίλης και χτυπάει ελαφρά τον κυρ Θανάση στην πλάτη κλείνοντας του το μάτι...
- Για την υγρασια θα τα πουμε μετα!